Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Ίσως ουδείς άλλος τομέας της ελληνικής οικονομίας δεν έχει πληγεί τόσο βαθιά και με τόσους πολλούς τρόπους κατά τη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας, στην Ελλάδα της κρίσης, όσο αυτός της αγοράς ακινήτων.
Όπως βιώνουμε όλοι μας στην καθημερινότητά μας αλλά και όπως κατέδειξε πανελλαδική έρευνα της Κάπα Research, η οποία πραγματοποιήθηκε για λογαριασμό της ΠΟΜΙΔΑ με την ευκαιρία του 35ου επετειακού πανελλήνιου συνεδρίου της, το «όνειρο» μίας άλλης εποχής όχι μόνον έχει καταστεί σημερινός «εφιάλτης» αλλά -εδώ και χρόνια- βαρύνει καταλυτικά στην πορεία σειράς άλλων τομέων της οικονομίας, με κυριότερο τον τραπεζικό.
Σύμφωνα με την έρευνα της ΠΟΜΙΔΑ, ως αποτέλεσμα αυτού του «εφιάλτη» όχι μόνον παρατηρείται αδυναμία πληρωμής των φόρων στα ακίνητα, που θεωρούνται από τους περισσότερους ως άδικοι, αλλά είναι ορατή η σημαντική μείωση του ποσοστού της ιδιοκατοίκησης και πλέον κυριαρχεί η επιδίωξη της πλειονότητας των ιδιοκτητών να απαλλαγούν από τα ακίνητά τους, αποποιούμενοι την κληρονομία τους ή πουλώντας τα ακόμα και σε τιμή χαμηλότερη από την αντικειμενική αξία. Κάτι συχνά ανέφικτο υπό το φως της γενικής απροθυμίας επενδύσεων στην κτηματαγορά.
Το ακίνητο, κατά τους φίλτατους οικονομολόγους, δεν μπορεί να θεωρηθεί «παραγωγική επένδυση». Προ κρίσης, όμως, συνεισέφερε στην οικονομία με διψήφια ποσοστά του ΑΕΠ και συντηρούσε ολόκληρους κλάδους της οικονομίας, της μεταποίησης, ασφαλώς, συμπεριλαμβανομένης.
Υπό το πρίσμα αυτό, πολιτικές οι οποίες επιδρούν ανασταλτικά στην καθοδική πορεία που ακολουθεί ο κλάδος των ακινήτων, αντικατοπτρίζονται και σε άλλες οικονομικές δραστηριότητες, συμβάλλοντας έτσι στην ανάκαμψη της χώρας.
Χαρακτηριστική ως προς αυτό, ακόμη και για τη διάσωση των εξυπηρετούμενων και άρα υγιών τμημάτων του στεγαστικού χαρτοφυλακίου τους, η τάση των τραπεζών να επαναγοράζουν σημαντικό αριθμό των ακινήτων που οι ίδιες εκπλειστηριάζουν, σε περιπτώσεις «κόκκινων» δανείων.
Αντίστοιχα, η επικείμενη αναθεώρηση των αντικειμενικών αξιών, ακόμη και με αυτόν τον τρόπο που επιλέχτηκε να υλοποιηθεί, μέσω πιστοποιημένων εκτιμητών, οφείλει να αποτελέσει έναυσμα μείωσης του φορολογικού φορτίου που φέρουν σήμερα τα ακίνητα στους ιδιοκτήτες τους.
Εν μέσω μίας «νεκρής» αγοράς, η οποία αδυνατεί να παρουσιάσει επαρκές δείγμα αγοραπωλησιών για την ασφαλή αναθεώρηση των αντικειμενικών αξιών, η Πολιτεία ζητά ετησίως ποσό 3,15 δισ.ευρώ και εισπράττει τελικά 2,65 δισ.ευρώ, ελέω της «εισπραξιμότητας» που έχει ένας φόρος όπως ο ΕΝΦΙΑ.
Δηλαδή, ένας φόρος ο οποίος έως και πέρυσι επιβαλλόταν βάσει αμιγώς πλασματικών αντικειμενικών αξιών, οι οποίες απέχουν των εμπορικών, κατά περίπτωση έως και 40% ή και 60% και βεβαιώνεται ακόμη και για «κλειστές» ή και μη ηλεκτροδοτούμενες ιδιοκτησίες.
Εάν υπάρχει ορισμός για την έννοια της υπερφορολόγησης, αυτός ασφαλώς είναι ο ΕΝΦΙΑ, υπό το φως του δημευτικού χαρακτήρα που έχει πλέον λάβει αυτός ο φόρος.
Διότι όταν το κράτος φορολογεί επιλεκτικά και κατά τρόπο εν ολίγοις αυθαίρετο -εξαιτίας των «πλασματικών» αντικειμενικών αξιών- την ακίνητη περιουσία και εν συνεχεία έχει το δικαίωμα να την εκπλειστηριάσει σε περίπτωση που ο φόρος δεν εξοφληθεί, τότε έχουμε μία σαφή περίπτωση δήμευσης της περιουσίας των πολιτών.
Αυτή η κατάσταση πρέπει να λήξει.
Είτε επ’ αφορμή της αναθεώρησης των αντικειμενικών αξιών, εάν και όποτε αυτή τελεσφορήσει, είτε μέσω οποιουδήποτε άλλου τρόπου -συμπεριλαμβανομένης της καταπολέμησης της φοροδιαφυγής-, το οικονομικό φορτίο που σηκώνουν σήμερα οι ιδιοκτήτες ακινήτων πρέπει να ελαφρυνθεί.
Η «εύκολη λύση» που επέλεξε σειρά κυβερνήσεων για να αντλήσει έσοδα για τον προϋπολογισμό όχι μόνον καταβαράθρωσε σειρά οικονομικών δραστηριοτήτων αλλά πλέον έχει σαφείς κοινωνικές επιπτώσεις σε αυτήν τη χώρα.
Εάν τις συνδυάσουμε, δε, και με εκείνες που αναμένεται να συνοδεύσουν την υπόθεση των ηλεκτρονικών πλειστηριασμών, τότε το μείγμα ίσως αποδειχθεί εκρηκτικό...
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.