Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Η επίκληση της ανάγκης σύγκλησης ενός Συμβουλίου των πολιτικών αρχηγών για την επαναβεβαίωση ή την τροποποίηση της απόφασης στην οποία είχε καταλήξει για την υπόθεση της ΠΓΔΜ το αντίστοιχο Συμβούλιο του 1992, που διετύπωσε χθες ο υπουργός Άμυνας, Π. Καμμένος, αποτελεί -υπό τις περιστάσεις- τον μόνο έντιμο και διαφανή δρόμο που μπορεί να βαδίσει η κυβέρνηση.
Αν μη τι άλλο, θα κριθεί έτσι και η όποια διχογνωμία έχουν ή εμφανίζονται να έχουν επί αυτού του ζητήματος, οι δύο κυβερνητικοί εταίροι.
Διότι, εν προκειμένω, δεν τίθεται μόνο θέμα «εθνικής θέσης» επί του ζητήματος της ονομασίας της ΠΓΔΜ, δεδομένης της αντιπαράθεσης στην οποία έχουν εμπλακεί κυβέρνηση και αξιωματική αντιπολίτευση αλλά σαφώς και ενδοκυβερνητικό, υπό το φως των νέων δηλώσεων του φίλτατου κ. Καμμένου πως δεν θα ψηφίσει τη χρήση του όρου «Μακεδονία» για την ΠΓΔΜ, εάν τούτο απαιτηθεί στη Βουλή.
Σύμφωνα με όσα έχουν δει το φως της δημοσιότητας, το 1992, στη διάρκεια του δεύτερου Συμβουλίου των πολιτικών αρχηγών για αυτό το θέμα, ο αείμνηστος Κ. Καραμανλής προέτρεπε τους συμμετέχοντες στη σύσκεψη να καταλήξουν σε απόφαση και σε κοινή γραμμή, ώστε «να μη γελοιοποιηθεί η χώρα».
Περίπου 25 χρόνια μετά, δεν βρισκόμαστε μακριά από το ίδιο σημείο.
Μολονότι η κυβέρνηση, διά του αρμοδίου υπουργού της, Ν. Κοτζιά, έχει την απόλυτη ευθύνη της διαπραγμάτευσης, η θέση με την οποία θα κατέλθει σε αυτήν οφείλει να είναι εθνική, όπως είναι και το ίδιο το ζήτημα.
Υπό αυτό το πρίσμα, τόσο η αξιωματική αντιπολίτευση, όσο και τα κόμματα της ελάσσονος, οφείλουν να τοποθετηθούν ευθέως επί του ζητήματος ξεκαθαρίζοντας εάν δεσμεύονται ή όχι από την προ εικοσιπενταετίας απόφαση των πολιτικών αρχηγών, η οποία απέκλειε τη χρήση του όρου «Μακεδονία» ή εάν αποδέχονται σύνθετη ονομασία με χρήση έναντι όλων, εσωτερική και διεθνή (erga omnes), η οποία θα συμπεριλαμβάνει τον όρο «Μακεδονία», όπως ευθαρσώς επαναβεβαίωσε χθες η Δημοκρατική Συμπαράταξη, διά στόματος του εκπροσώπου της, Ανδρ. Λοβέρδου.
Διότι, τότε, θα καταστεί σαφές όχι μόνον εάν υπάρχει αυτή η περίφημη «εθνική θέση» επί του συγκεκριμένου ζητήματος, αλλά και τι ακριβώς εννοούσε ο φίλτατος κ. Ν. Κοτζιάς, όταν μιλούσε για την ανάγκη πλειοψηφίας «βουλευτών» και όχι «κομμάτων» για αυτό το θέμα.
Σε μία διαπραγμάτευση, προφανώς, δεν μπορείς να ανοίξεις δημοσίως τα «χαρτιά» σου και μία ενδεχόμενη συζήτηση σε κοινοβουλευτικό επίπεδο θα υποχρέωνε την κυβέρνηση να το πράξει.
Αντίθετα, η παροχή αναλυτικής ενημέρωσης επί της πορείας αυτής της διαπραγμάτευσης εκ μέρους της κυβέρνησης προς τους επικεφαλής των κοινοβουλευτικών κομμάτων, θα ήταν δυνατή στο πλαίσιο ενός Συμβουλίου των πολιτικών αρχηγών.
Αν μη τι άλλο, θα εξασφάλιζε ένα μέτρο διαφάνειας, δεδομένου ότι τηρούνται πρακτικά και ενδεχομένως θα οδηγούσε και στη διαμόρφωση μίας εθνικής θέσης επί του ζητήματος.
Εντέλει, θα ήρε και τις όποιες επιφυλάξεις του φίλτατου κ. Καμμένου επί της στάσης που προτίθεται να τηρήσει σχετικά με το θέμα της ονομασίας της γείτονος χώρας, εάν υπάρξει μία νέα απόφαση επί του ζητήματος εκ μέρους των νυν πολιτικών αρχηγών.
Διότι, εντέλει, εάν διαφωνούμε με το πώς θέλουν να αποκαλούνται οι γείτονές μας, ίσως να ήταν χρήσιμο να συμφωνούμε -τουλάχιστον μεταξύ μας και βεβαίως στο πλαίσιο της κυβέρνησης- για το είδος της ονομασίας που εμείς προτείνουμε για αυτούς.
Οτιδήποτε διαφορετικό μάς φέρνει πολύ κοντά στα προ εικοσιπενταετίας λεγόμενα Καραμανλή και ανάγει το μικροκομματικό συμφέρον σε εθνικό ζήτημα.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.