Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Εάν το μεγάλο στοίχημα για τον προϋπολογισμό είναι η ανάπτυξη, τότε ο μόνος τρόπος για να κερδηθεί είναι οι μεταρρυθμίσεις και η ανάδειξη της χώρας ως ελκυστικού επενδυτικού προορισμού.
Σε μία χώρα η οποία πλήττεται από την υπερφορολόγηση, τους κεφαλαιακούς περιορισμούς, τις γραφειοκρατικές αγκυλώσεις, την απουσία όρων υγιούς ανταγωνισμού, την αδιαφάνεια, τη φοροδιαφυγή, την έλλειψη κτηματολογίου, την ιδιαίτερα αργή διαδικασία απονομής δικαιοσύνης αλλά και από συρρίκνωση της εγχώριας ζήτησης, γιατί θα έπρεπε να περιμένουμε την έλευση σημαντικών επενδύσεων και άρα την εξασφάλιση ανάπτυξης μέσω αυτών;
Τι ακριβώς θα τραβήξει στη χώρα μας τις απανταχού επιχειρήσεις, όταν την όποια πρόοδο έχουμε κάνει σε ό,τι αφορά στο κόστος εργασίας, την έχουμε ήδη ανατρέψει από τις αυξήσεις των έμμεσων φόρων, όπως μας λέει το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο, ή και από τις αυξήσεις των ασφαλιστικών εισφορών;
Ακόμη κι αν υποθέσουμε ότι θα συμβεί η πολυαναμενόμενη «εκτίναξη του ελατηρίου», ήτοι η τεχνικού χαρακτήρα ανάπτυξη, η οποία συνδέεται με την πολυετή παραμονή της χώρας μας σε καθεστώς ύφεσης και την ανάγκη για ανανέωση κεφαλαιουχικού εξοπλισμού, μπορεί να υποτεθεί ότι θα αντιστοιχεί τούτη σε αύξηση των επενδύσεων της τάξης του 11,4%, όπως προβλέπει ο προϋπολογισμός για το 2018;
Ας μην κρυβόμαστε, φίλτατοι.
Υπό το φως της πλήρους εξάντλησης της φοροδοτικής ικανότητας που εμφανίζουν οι -κατά τεκμήριο- φορολογικά ειλικρινείς πολίτες αυτής της χώρας, δηλαδή, οι μισθωτοί, οι συνταξιούχοι και οι ιδιοκτήτες ακινήτων, μόνος τρόπος για να «βγουν τα νούμερα» του προϋπολογισμού είναι η εξασφάλιση υψηλού ρυθμού ανάπτυξης.
Όπως πολύ ορθά επισημαίνει σε σχετικό δημοσίευμά της η συνάδελφος Ε. Λάσκαρη, εάν δεν επιβεβαιωθεί ο στόχος περί αύξησης του ΑΕΠ κατά 2,5% για το 2018, όπως προβλέπει ο προϋπολογισμός, είναι αμφίβολο εάν θα επιτευχθεί και ο στόχος περί πρωτογενούς πλεονάσματος 3,5% (κι ας προβλέπει 3,8% ο προϋπολογισμός), γεγονός το οποίο θα οδηγήσει κατά μαθηματικό τρόπο στην ενεργοποίηση πρόσθετων μέτρων, υφεσιακού χαρακτήρα, βεβαίως.
Υπό το πρίσμα αυτό, η ανάγκη άμεσης προώθησης διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων για την αναμόρφωση του δημόσιου τομέα αλλά και του τρόπου λειτουργίας της οικονομίας είναι περισσότερο σαφής από ποτέ.
Με τη φορολογική πολιτική δεδομένη και το ασφαλιστικό κόστος υψηλό, μόνον η οδός των ριζικών μεταρρυθμίσεων απομένει, ούτως ώστε να αυξηθεί η ελκυστικότητα της χώρας ως επενδυτικού προορισμού.
Της υλοποίησης, με άλλα λόγια, όλων εκείνων των θεμελιωδών παρεμβάσεων που επί χρόνια αρνείται να κάνει η χώρα μας, μεταθέτοντας τες από το ένα μνημόνιο στο επόμενο ή αφήνοντάς τες στα... χαρτιά.
Από το… στοιχειωμένο κτηματολόγιο, το οποίο έχει υλοποιηθεί σε ποσοστό μόνον 27%, σύμφωνα με στοιχεία της Ε.Ε., έως το διαβόητο άνοιγμα αγορών και επαγγελμάτων, που όφειλε να έχει ολοκληρωθεί από το πρώτο μνημόνιο, ή ακόμη και την αναμόρφωση του δημόσιου τομέα, η Ελλάδα ακόμη πασχίζει να κάνει όσα όφειλε να έχει υλοποιήσει -από μόνη της και ανεξαρτήτως της υπαγωγής της σε μνημόνιο- εδώ και χρόνια.
Έτσι, όμως, φίλτατοι δεν θα πάμε μακριά!
Ο τουρισμός και η άνθηση που βιώνει μπορεί να μας πάει μόνον έως ένα σημείο του δρόμου και αυτό μετά δυσκολίας πλέον, υπό το φως των επιπρόσθετων φορολογικών επιβαρύνσεων που θα γνωρίσει από την πρώτη του επόμενου έτους.
Εάν θέλουμε -όντως- να βγουν τα νούμερα, μόνος δρόμος είναι οι μεταρρυθμίσεις…
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.