Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Στα τέλη της δεκαετίας του ’70, είχα την τύχη να συνευρεθώ, για λόγους που δεν είναι της παρούσης, με έναν εκ των ιστορικών ηγετών της Αριστεράς στην Ελλάδα και συνιδρυτή του Συνασπισμού, τον αείμνηστο Λεωνίδα Κύρκο.
Αν και θεώρησα ως «εκτός πλαισίου» μία εκ των ερωτήσεων που μου απηύθυνε, «Ποιες εφημερίδες διαβάζεις;», του απάντησα ευθέως: «Τον Ριζοσπάστη και την Καθημερινή», αφήνοντάς τον να εικάσει τους λόγους.
Η ανταπάντησή του, περίπου 40 χρόνια μετά, είναι ακόμη ζωντανή στη μνήμη μου: «Όλες να τις διαβάζεις, Νίκο».
Ανθρώπους αυτής της Αριστεράς είχα την τύχη να γνωρίσω.
Του πλουραλισμού, της Δημοκρατίας, του σεβασμού στην αντίθετη άποψη αλλά και της στωικότητας απέναντι στα τεκταινόμενα, που μπορεί να οδηγήσει σε ωριμότητα σκέψης και -άρα- πράξης.
Δίχως να υπεισέλθουμε στη μάλλον άχαρη και σίγουρα μάταιη συζήτηση του εάν αυτή είναι η Αριστερά του «σήμερα», ας παραμείνουμε στην αέναη ανάγκη για πλουραλισμό.
Υπό το φως αυτών των σκέψεων, πώς καλείται κανείς, άραγε, να αντιμετωπίσει όσα διαδραματίζονται επί των ημερών μας στον χώρο της Παιδείας; Εκεί όπου τίθενται τα θεμέλια του οικοδομήματος…
Αντί νηφάλιων συζητήσεων και εποικοδομητικού διαλόγου, κραυγές και συνθήματα.
Αντί μίας επί της ουσίας συζήτησης για τη βελτίωση του εκπαιδευτικού συστήματος, ιδεοληψίες και πελατειακές σχέσεις.
Τόσο η ποιότητα της συζήτησης στη Βουλή επί του νέου νομοθετήματος για την Παιδεία, όσο και η υπόθεση της ανάδειξης σημαιοφόρων στην ΣΤ’ τάξη του Δημοτικού Σχολείου, καταδεικνύουν την υποβάθμιση στην οποία έχει οδηγηθεί ο τόπος.
Γιατί να βρίσκεται σήμερα η κοινωνία μας αντιμέτωπη με τον σάλο και τις αντιδράσεις που προκάλεσε η μεταμεσονύκτια προώθηση ενός τόσο αμφιλεγόμενου μέτρου, με τόσους σημειολογικούς συμβολισμούς, αντί να έχει προηγηθεί η συζήτησή του ανοικτά και στο φως της ημέρας;
Γιατί τέτοια επιδεικτική αδιαφορία διαλόγου με τους «εμπλεκόμενους» ή εντέλει τους ενδιαφερόμενους να συμμετάσχουν σε αυτόν τον διάλογο και πρωτίστως τους γονείς και τους δασκάλους;
Αντίστοιχα, τη στιγμή κατά την οποία συζητείται νομοσχέδιο του αρμόδιου υπουργείου στη Βουλή, γιατί να προκρίνεται η «εν κρυπτώ» προώθηση αυτού του -τόσο αμφιλεγόμενου- μέτρου μέσω Προεδρικού Διατάγματος;
Βρίσκεται, όντως, η «αριστεία» στο στόχαστρο όσων κρατούν τα ηνία της εξουσίας; Ας τεθεί το ζήτημα ανοικτά, ώστε να γνωρίζουν άπαντες περί τίνος πρόκειται.
Έχει δίκιο ο φίλτατος κ. Γαβρόγλου, όταν υποστηρίζει ότι «…το σύμβολο της πατρίδας, τη σημαία, κάθε μαθητής και μαθήτρια πρέπει να έχει τη δυνατότητα να την τιμήσει και να τιμηθεί από αυτή» και πως «…η σημαία δεν πρέπει να είναι βαθμολογικό έπαθλο»;
Ας δοθεί η ευκαιρία «στην άλλη άποψη», εκ των προτέρων και σε κλίμα προαγωγής αρχών και αξιών, αντί να την ακούμε μόνον εκ των υστέρων και σε μορφή ιαχών διαμαρτυρίας.
Πόσο απαραίτητα είναι, άραγε, όλα αυτά και πόσο ανάγκη έχουμε «να εφεύρουμε τον τροχό» σε μία κοινωνία η οποία ούτως ή άλλως σπαράσσεται από τις αμαρτίες του παρελθόντος της;
Ας μην ξεχνάμε ότι ειδικά στον τομέα της Παιδείας, ο αντίκτυπος των όποιων σημερινών αποφάσεων θα καταστεί σαφής στο μέλλον και υπό αυτό το πρίσμα οφείλουν να έχουν τύχει -αν μη τι άλλο- ενός στοιχειώδους διαλόγου και μίας διάθεσης επίδειξης πλουραλιστικού πνεύματος.
Τουλάχιστον αυτό με δίδαξε μία νηφάλια φωνή, στα τέλη της δεκαετίας του ’70.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.