Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Η γενική προσδοκία είναι ότι θα έχουμε ένα καλό καλοκαίρι. Τουλάχιστον, από οικονομικής απόψεως. Διότι τα λοιπά είναι ακόμη περισσότερο απρόβλεπτα.
Τα σημάδια από τον τουριστικό κλάδο είναι ήδη ιδιαίτερα θετικά. Το ένα ρεκόρ αφίξεων καταρρίπτει το άλλο, εξισορροπώντας τουλάχιστον έως έναν βαθμό την όποια υποχώρηση σε εισπράξεις, γεγονός που αντικατοπτρίζεται και στην εμπορική κίνηση.
Από Δευτέρα, που αρχίζουν και οι εκπτώσεις με ορίζοντα έως το τέλος Αυγούστου, το λιανεμπόριο ελπίζεται ότι θα πάρει ανάσα, εξασφαλίζοντας τουλάχιστον ένα τμήμα της ρευστότητας που χρειάζεται, ώστε να ανταποκριθεί στις πολυποίκιλες υποχρεώσεις του έναντι του δημοσίου, των ασφαλιστικών ταμείων, των προμηθευτών κ.λπ.
Αντίστοιχα, το μηνιαίο εισόδημα των νοικοκυριών -του ιδιωτικού τομέα- θα ενισχυθεί από το επίδομα αδείας, συμβάλλοντας και αυτό, έως έναν βαθμό, στην τόνωση της αγοραστικής κίνησης, κατά τρόπο πολλαπλασιαστικό για την οικονομία.
Από απόσταση, η εικόνα θυμίζει έως και τον γνωστό μύθο του τζίτζικα και του μέρμηγκα. Μόνο που ο μύθος αυτός έχει και δεύτερο τμήμα.
Ένα τμήμα που κάνει λόγο για ένα σχεδόν ανυπέρβλητο φορολογικό και ασφαλιστικό φορτίο με το οποίο είναι ήδη αντιμέτωπα εκατοντάδες χιλιάδες νοικοκυριά και επιχειρήσεις, που σε λίγο θα γίνει ακόμη βαρύτερο.
Για την ακρίβεια, θα γίνει κατά 4,5 δισ. ευρώ τον μήνα βαρύτερο, όσα δηλαδή ελπίζει να μαζεύει το δημόσιο για το διάστημα από τα τέλη Ιουλίου, οπότε λήγει η πρώτη δόση του φόρου εισοδήματος, έως και το τέλος του έτους.
Για τα σχεδόν 4 εκατ. φορολογούμενους οι οποίοι έχουν ήδη ληξιπρόθεσμες οφειλές έναντι του δημοσίου, ο «λογαριασμός» ήδη δεν βγαίνει, ενώ εάν προσθέσουμε τον φόρο εισοδήματος, τον ΕΝΦΙΑ και τα τέλη κυκλοφορίας, είναι βέβαιο ότι δεν θα βγει και για πολλούς άλλους, οι οποίοι θα τους πλαισιώσουν στη λίστα με όσους έχουν ανοικτά «νταραβέρια» με την εφορία.
Μόνο αντικίνητρο «ένταξης» σε αυτή τη λίστα στέκουν οι κατασχέσεις εις χείρας τρίτων και οι πλειστηριασμοί, στους οποίους πρωτοστατούσε κατά τρόπο προνομιακό έως τώρα το δημόσιο, ενώ πολύ σύντομα θα αποκτήσει «ανταγωνιστή» και από τις τράπεζες, οι οποίες μάλιστα έχουν ήδη αρχίσει να διεκπεραιώνουν τους πλειστηριασμούς για τα «κόκκινα» στεγαστικά, με ένα «κλικ», δηλαδή ηλεκτρονικά.
Σε όλα αυτά, η πολιτική ηγεσία του τόπου τι έχει να αντιπαραθέσει;
Την ανάκαμψη τεχνικού χαρακτήρα που αναμένεται να έχει η ελληνική οικονομία, δίκην ελατηρίου, μετά από τόσα χρόνια συρρίκνωσης;
Πόσο μακριά μπορεί να πάει η «βαλίτσα» με την όποια «αναπήδηση» καταγράψει το ελληνικό ΑΕΠ το επόμενο διάστημα;
Στη διάρκεια της σχεδόν δεκαετούς διάρκειας ύφεσης που βίωσε αυτός ο τόπος, επταετές τμήμα της οποίας σε καθεστώς μνημονίου, πόσο κατόρθωσε να θεραπεύσει τα αίτια τα οποία τον οδήγησαν στη χρεοκοπία και στη σημερινή του κατάντια;
Η απάντηση είναι, ελάχιστα.
Μπορεί να εμφανίσαμε μια θεαματική δημοσιονομική προσαρμογή, όμως τούτη επιτεύχθηκε κυρίως μέσω υπερφορολόγησης, αντί του περιορισμού των δημοσίων δαπανών, ενώ σε ό,τι αφορά στο έλλειμμα ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας, ελάχιστο είναι το έδαφος που καλύφθηκε μέσω ουσιαστικών μεταρρυθμίσεων.
Όσο για το περίφημο σχέδιο βιώσιμης εξόδου από την κρίση, ακόμη το περιμένουμε. Τόσο από την -καθ’ ύλην αρμόδια- κυβέρνηση, όσο και από τον βασικό διεκδικητή της εξουσίας, Ν.Δ.
Αυτό που δεν παύει να είναι εντυπωσιακό, δε, είναι πως το παραδέχονται και οι ίδιοι, με κυριότερο τον φίλτατο Ευκλ. Τσακαλώτο, ο οποίος μονολόγησε πρόσφατα στη Βουλή: «Μην επενδύσετε ότι δεν θα έρθει η ανάπτυξη, το ζήτημα είναι πώς θα γίνει βιώσιμη…».
Έλα μου, ντε…
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.