Πώς θα ξεφύγουμε από τα δεσμά του ΔΝΤ

Η χώρα μπορεί και πρέπει να απεμπλακεί νωρίτερα από τις υποχρεώσεις της προς το ΔΝΤ γράφει ο Π. Ξυδώνας. Η μικρή συνεισφορά σε κεφάλαια, οι "αστοχίες" και οι ατυχείς δηλώσεις. Πώς θα γίνει η στροφή στην Ε.Ε.

  • του Δρα Παναγιώτη Ι. Ξυδώνα*
Πώς θα ξεφύγουμε από τα δεσμά του ΔΝΤ
Τον Δεκέμβριο του 2012 το ύψος του ελληνικού χρέους προσέγγιζε τα 306 δισ. ευρώ. Το 6,5 % αυτών, ήτοι 20 δισ. ευρώ περίπου, αντιπροσώπευε τη συνεισφορά του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) στον τριμερή μηχανισμό χρηματοδότησης της χώρας.

Η χρονική έκταση διευθέτησης της παραπάνω οφειλής προς το ΔΝΤ οριοθετείται για το 2022. Την ίδια στιγμή, η εμπρόσθια βαρύτητα αποπληρωμής της αυτής συνιστώσας του χρέους είναι τέτοια που μόνον τα 4,5 δισ. ευρώ περίπου απομένουν για να αποπληρωθούν από το 2016 και μετά.

Στη βάση των παραπάνω, η διαρκώς διαχεόμενη τοποθέτηση, τόσο εντός όσο και εκτός Ελλάδος, περί της σκοπιμότητας της ταχύτερης απεμπλοκής της χώρας από το ΔΝΤ, αποκτά εδραία και συμπαγή χαρακτηριστικά.

Η διευκρίνιση δε της λεπτομέρειας ότι, σε σχέση με τις έτερες ευρωπαϊκές χώρες που αυτήν τη στιγμή βρίσκονται σε μηχανισμούς χρηματοδότησης, μόνον στην περίπτωση της Ελλάδος η συμμετοχή του ΔΝΤ είναι τόσο μικρή σε ποσοστιαία βάση, υποβοηθά αισθητά την πιο πάνω άποψη.

Εξάλλου, διά το ιστορικόν της συζητήσεως, δεν θα μπορούσε να μην υπογραμμιστεί στο σημείο αυτό η εμμονική διάθεση της Γερμανίας περί της απαραιτήτου συμμετοχής του ΔΝΤ στο τριμερές σχήμα διάσωσης. Ένας από τους πρωτεύοντες αρμούς της επιχειρηματολογίας της εδράζετο στο ότι το ΔΝΤ ήταν εκείνο το οποίο κυρίως κατείχε την προσήκουσα εργαλειακή γνώση για την επιτυχία του εγχειρήματος.

Ισχυρίζονται αρκετοί, αναλυτές αλλά και πολιτικοί, ότι η τεχνική συνδρομή του ΔΝΤ στην ομαλή δρομολόγηση, εξέλιξη και παρακολούθηση του προγράμματος σταθερότητας της Ελλάδας υπήρξε ανεπαρκής. Τούτο είχε ως αποτέλεσμα το ταυτοποιημένο έλλειμμα τεχνογνωσίας να καλύπτεται παγίως από το συμβουλευτικό απόθεμα των έτερων δύο μελών του μηχανισμού, δηλαδή της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (Ε.Ε.) και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ). Την ίδια στιγμή, οιεσδήποτε τυχούσες τροποποιήσεις στο πρόγραμμα, οι οποίες επροτείνοντο από την ελληνική πλευρά και εγίνοντο δεκτές από την Ε.Ε. και την ΕΚΤ, ετίθεντο τελικώς σε αμφισβήτηση από το ΔΝΤ.

Επιπλέον, δεν ήταν λίγες οι φορές όπου οι άστοχες και εμπρηστικές δηλώσεις στελεχών του ΔΝΤ κατακρεούργησαν τους επικοινωνιακούς χειρισμούς, που έστω και απολύτως ερασιτεχνικά προσπαθούσε να προωθήσει η ελληνική κυβέρνηση, στην κατεύθυνση μιας εφαρμοστικής εξομάλυνσης των αναλαμβανόμενων μέτρων.

Η πρόσφατη δημόσια ομολογία της ηγεσίας του ΔΝΤ περί σφάλματος στον δημοσιονομικό πολλαπλασιαστή συνιστά, κατά την άποψή μου, μια κυνική, αλγεινή και κατάπτυστη παραδοχή. Ειπώθηκε ότι η τοποθέτηση του Olivier Blanchard κατευθύνθηκε εσκεμμένα από την Christine Lagarde, ώστε να εξυπηρετήσει μια παρακίνηση της Ευρώπης για την ταχύτερη νέα αναδιάρθρωση του ελληνικού δημόσιου χρέους.

Σε κάθε περίπτωση, αξιολογώ τη δήλωση αυτή ως μια παραδοχή που απευθείας τεκμαίρει τις χαμηλές επιστημονικές επιδόσεις του ανθρώπινου κεφαλαίου που απασχολείται στο ΔΝΤ (η Ε.Ε. δεν είναι εντελώς άμοιρη ευθυνών στη συγκεκριμένη περίπτωση), αλλά που πολλώ δε μάλλον προσβάλλει με βάναυσο τρόπο τις αιματηρές θυσίες του ελληνικού λαού, στη δύσβατη πορεία του προς την επανόρθωση.

Άραγε, σε πόσες δεκάδες δισ. ευρώ εκτιμά το ΔΝΤ ότι αποτιμάται αυτή η αστοχία; Σε πόσες επιπλέον μονάδες ανεργίας θεωρεί ότι μεταφράζεται και σε τι ρυθμό επιδείνωσης της ύφεσης και της φτώχειας αντιστοιχεί;

Σε κάθε περίπτωση, η ελληνική κυβέρνηση απαιτείται άμεσα να εκμεταλλευθεί το ατόπημα της δημόσιας αυτή παραδοχής. Τώρα που ενδεχομένως η Ευρώπη βρίσκει τα πατήματά της και η νομισματική σταθερότητα και στοιχειώδης δημοσιονομική ισορροπία έχουν, έστω και σε κάποιον βαθμό, αποκατασταθεί στη χώρα, ίσως θα πρέπει ρεαλιστικά να μπει στο τραπέζι της στρατηγικής μας η διερεύνηση του ενδεχομένου έστω, της νωρίτερης απεξάρτησής μας από το ΔΝΤ. Και βεβαίως, η μετάπτωση του συνολικού μηχανισμού χρηματοδότησης της χώρας σε διμερή και καθαρά ευρωπαϊκό, με άμεσα και μεγαλύτερα οφέλη για τα διαρθρωτικά ταμεία, το ΕΣΠΑ κ.λπ.

Έχω δε τη βεβαιότητα ότι το εκλογικό αποτέλεσμα και οι συνεπαγόμενες εξελίξεις στην Ιταλία όχι μόνον δεν θα αποτελέσουν το έναυσμα για την επαναφορά του πολιτικού κινδύνου στην ευρωζώνη, όπως ήδη αποσπασματικά εκτιμάται, αλλά αντιστρόφως θα συστήσουν θετικούς καταλύτες για την επιτάχυνση μιας ριζικής λύσης στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα. Δεν θεωρώ δηλαδή επουδενεί ότι σενάρια όπως αυτά της διάσπασης της ευρωζώνης ή των δύο ταχυτήτων νομισμάτων μέσα σε αυτήν έχουν το παραμικρό πιθανοτικό αντίκρισμα. Εξαίρεση βέβαια δύναται να αποτελέσει η στάση της Αγγλίας, οι επόμενες κινήσεις της οποίας είναι πραγματικά μη προβλέψιμες.

Ωστόσο, το εύλογο και ακανθώδες ερώτημα δεν είναι άλλο από το από πού θα αντληθούν τα κεφάλαια ώστε να πραγματοποιηθεί μια πρώιμη αποπληρωμή των οφειλών μας προς το ΔΝΤ, π.χ. μέχρι το 2017, δηλαδή πέντε χρόνια πριν από την τρέχουσα χρονική προθεσμία που έχουμε στη διάθεσή μας.

Η απάντηση σε καμία περίπτωση δεν είναι εύκολη. Στα χρόνια που πέρασαν στη χώρα αναπτύχθηκαν έντονες δημοσιονομικές στρεβλότητες, με αποτέλεσμα την εκρηκτική διόγκωση του δημόσιου χρέους. Η ελληνική οικονομία συσσώρευσε δομικές αδυναμίες, υψηλά ελλείμματα, ανταγωνιστικότητα σε συνεχή πτώση και πρόβλημα βιώσιμου αναπτυξιακού προτύπου. Η διεθνής κρίση που ακολούθησε βρήκε την Ελλάδα χωρίς συστοιχίες αντιστάθμισης και αποθέματα καλών αντανακλαστικών.

Το ζητούμενο τώρα είναι διττό: Αφενός, η Ελλάδα να προχωρήσει αμέσως στις λιμνάζουσες διαρθρωτικές αλλαγές και στις αναγκαίες προσαρμογές. Αφετέρου, να επιτευχθεί μια πλειοψηφική συνεννόηση μεταξύ των πολιτικών εταίρων, για μια δέσμη νέων πολιτικών, ώστε το πρόγραμμα της ανάνηψης του τόπου να καταστεί περισσότερο λειτουργικό, δίκαιο και βιώσιμο.

Ο μετασχηματισμός του μηχανισμού σταθερότητας της χώρας σε καθαρά ευρωπαϊκό και η εύρεση των κεφαλαίων για τον σκοπό αυτό συνιστούν στόχο εφικτό. Υπό την προϋπόθεση ασφαλώς ότι θα απολάβουμε την αναγκαία συνδρομή από τους εταίρους μας στην ευρωζώνη.
Η συνταγή της εφικτότητας είναι απλή και θεωρώ ότι βασίζεται στις ακόλουθες παραμέτρους:

α) Στην επιτάχυνση και διευθέτηση, επιτέλους, των εκκρεμών αποκρατικοποιήσεων.

β) Στην άρση της δίχως το παραμικρό παγκόσμιο ανάλογο γραφειοκρατίας που συνιστά την αποκλειστική και μείζονα τροχοπέδη για την ανάπτυξη νέων επενδύσεων στην Ελλάδα (αλήθεια, γιατί και ποιοι τη συντηρούν όλα αυτά τα χρόνια;).

γ) Στη νέα αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους, με όρους που απαρέγκλιτα αυτήν τη φορά θα εξυπηρετούν τη Μηχανική των διαδικασιών αποπληρωμής και πάνω από όλα τη διατήρηση της συνοχής του κοινωνικού ιστού στη χώρα.

δ) Στη δρομολόγηση των διαδικασιών έκδοσης ευρωομολόγων.

Για την υλοποίηση του στόχου της ανάταξης των εγχώριων οικονομικών μας πρέπει όλοι να εργαστούμε υπεύθυνα και σκληρά. Και το πλέον σημαντικό: η πρόοδος της πατρίδας είναι υπόθεση όλων και κανένας χώρος δεν υπάρχει πια για τους προσκολλημένους σε μονοδιάστατες ιδεολογικές αφετηρίες και κομματικές αγκυλώσεις.


* O Δρ Παναγιώτης Ι. Ξυδώνας (http://xidonas.blogspot.com) είναι Επικεφαλής Έρευνας και Ανάπτυξης στην εταιρεία Cinsight Advisory, Επιστημονικός Συνεργάτης στο Εργαστήριο Συστημάτων Αποφάσεων και Διοίκησης του ΕΜΠ και μέλος της Επενδυτικής Επιτροπής Αμοιβαίων Κεφαλαίων στην Attica Wealth Management ΑΕΔΑΚ.


*Συμφωνείτε ή διαφωνείτε με τον αρθρογράφο; Τι γνώμη έχετε;

To Εuro2day.gr ενθαρρύνει τον διάλογο και την έκφραση απόψεων από τους αναγνώστες. Σχολιάστε το άρθρο και πείτε την άποψή σας δημόσια για όσα συμβαίνουν και μας αφορούν όλους. Αν θεωρείτε το άρθρο σημαντικό, διαδώστε το με τα εργαλεία κοινωνικής δικτύωσης.

Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v