Μέσα στον τρόμο των επιθέσεων στο Παρίσι στις 13 Νοεμβρίου, υπάρχει μια αχτίδα ελπίδας. Τα γεγονότα έχουν ενθαρρύνει τη συριακή ειρηνευτική διαδικασία. Την επομένη των επιθέσεων, μία ομάδα δυνάμεων περιλαμβανομένων των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ρωσίας, έκαναν έκκληση για μια κατάπαυση πυρός ακολουθούμενη από μια πολιτική μετάβαση.
Αυτή η πρωτοβουλία μπορεί να έχει μηδενικό αποτέλεσμα, γιατί η Ρωσία και η Αμερική δεν συμφωνούν στο τι θα πρέπει να γίνει με τον Μπασάρ αλ Άσαντ, τον πρόεδρο της Συρίας. Η Μόσχα είναι σύμμαχός του, τη στιγμή που η Ουάσινγκτον υποστηρίζει πως εκείνος πρέπει να φύγει από την εξουσία.
Από εκεί και πέρα, οι ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις αποτελούν τη μεγαλύτερη ευκαιρία για να τερματιστεί ο εμφύλιος πόλεμος της Συρίας, να κατατροπωθεί το Ισλαμικό Κράτος που ανέλαβε την ευθύνη για τις επιθέσεις στο Παρίσι και να σταματήσει το κύμα προσφύγων που έχει αποσταθεροποιήσει τις γειτονικές χώρες καθώς και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Το γεγονός πως όλες οι εξωτερικές δυνάμεις που εμπλέκονται σε αυτό τον φαύλο πόλεμο δι' αντιπροσώπων -περιλαμβανομένων της Σαουδικής Αραβίας, του Ιράν, της Γαλλίας και της Τουρκίας- δεσμεύτηκαν για ένα κοινό σχέδιο με στενές προθεσμίες, που περιλαμβάνει ένα νέο σύνταγμα και ελεύθερες εκλογές σε 18 μήνες, είναι μια αρχή.
Η κατάπαυση πυρός υποτίθεται πως θα εφαρμοστεί από τη συριακή κυβέρνηση και όλες τις υπόλοιπες ομάδες που δεν θεωρούνται «τρομοκρατικές» από τη Διεθνή Ομάδα Στήριξης της Συρίας. Ως τέτοια, δεν πρόκειται να σταματήσει τις επιθέσεις κατά του Ισλαμικού Κράτους ή του Μετώπου Al-Nusra, που σχετίζονται με την Αλ Κάιντα.
Αν αυτή η πρωτοβουλία αποφέρει καρπούς, οι προοπτικές για την κατατρόπωση του Ισλαμικού Κράτους μέσα στη Συρία θα είναι καλές. Μια νέα κυβέρνηση εθνικής ενότητας θα μπορούσε να επικεντρώσει τις ενέργειές της σε αυτό το έργο και να ζητήσει βοήθεια από τα μέλη της Διεθνούς Ομάδας όπως απαιτείται.
Πιθανώς, η διεθνής κοινότητα επίσης θα βάλει πόρους για την ανοικοδόμηση της χώρας. Σίγουρα θα έπρεπε να το κάνει. Αν συμβούν όλα αυτά, οι Σύροι -τέσσερα εκατομμύρια των οποίων έχουν φύγει από τη χώρα- θα μπορούσαν να επιστρέψουν στην πατρίδα τους.
Χωρίς μια κατάπαυση πυρός, οι επιλογές δεν δείχνουν ελκυστικές.
Η Αμερική και η Γαλλία βομβαρδίζουν ήδη το Ισλαμικό Κράτος από αέρος. Αυτό έχει σκοτώσει κάποιους μαχητές, έχει καταστρέψει υποδομή και έχει καταστήσει δυσκολότερη τη μετακίνηση των μονάδων στην ύπαιθρο. Το Παρίσι προχώρησε σε κύμα εναέριων επιδρομών στην πόλη Ράκα, πρωτεύουσα του Ισλαμικού Κράτους, στις 15 Νοεμβρίου, στοχεύοντας σε μια αποθήκη πυρομαχικών και ένα στρατόπεδο εκπαίδευσης.
Οι βομβαρδισμοί από αέρος πάνω από τα ιρακινά σύνορα έχουν επίσης βοηθήσει τόσο την κυβέρνηση όσο και την κουρδική πολιτοφυλακή να ανακτήσουν εδάφη από το Ισλαμικό Κράτος. Θα μπορούσαν να έχουν ένα παρόμοιο αποτέλεσμα στη Ράκα, προς την οποία προωθείται μία μεγάλη ομάδα κυρίως από δυνάμεις της κουρδικής πολιτοφυλακής.
Ωστόσο, ο βομβαρδισμός εξαιρετικά πυκνοδομημένων περιοχών ενέχει τον κίνδυνο να σκοτωθούν αθώοι άνθρωποι. Αν το κάνει αυτό η Δύση, το Ισλαμικό Κράτος θα εξασφάλιζε ένα τρομερό πλεονέκτημα από άποψη προπαγάνδας -που πιθανότατα θα τόνωνε την ικανότητά του να στρατολογήσει περισσότερους μαχητές. Απλά σκεφτείτε τη φρικτή δημοσιότητα που είχε η Αμερική όταν βομβάρδισε ένα νοσοκομείο των Γιατρών Χωρίς Σύνορα στο Αφγανιστάν τον Οκτώβριο.
Ως εκ τούτου, δεν είναι ξεκάθαρο το αν έχει ουσιαστικό νόημα να διευρυνθούν οι στόχοι των εναέριων βομβαρδισμών. Για τον ίδιο λόγο, δεν είναι προφανές το αν η εμπλοκή περισσότερων χωρών, όπως η Βρετανία, στους βομβαρδισμούς θα κατάφερνε πολλά.
Στο μεταξύ, η άλλη κύρια επιλογή στρατιωτικής φύσεως -να μεταβούν δυτικές δυνάμεις πεζικού στο πεδίο- είναι μάλλον αδιανόητη για τους Ευρωπαίους και Αμερικανούς πολιτικούς, ακόμη και μετά τις επιθέσεις στο Παρίσι, λόγω του κινδύνου απωλειών.
Ούτε θα ήταν πιθανό μία ακόμη δυτική εισβολή, η οποία αναπόφευκτα θα βαπτιζόταν ως σταυροφορία από το Ισλαμικό Κράτος, να έχει ως αποτέλεσμα μια σταθερή χώρα. Οι εισβολές στο Αφγανιστάν και το Ιράκ σίγουρα δεν το έκαναν.
Γι' αυτό είναι τόσο σημαντικό να λειτουργήσει η ειρηνευτική διαδικασία. Το αν αυτό θα γίνει, εξαρτάται από το τι μπορεί να συμφωνηθεί σχετικά με τον ρόλο του Άσαντ.
Κάποιοι δυτικοί συνήγοροι της ρεαλπολιτίκ υποστηρίζουν πως η Δύση θα έπρεπε να συνεργαστεί με τον Άσαντ -στη βάση πως όταν εκείνος ήταν σταθερά στην εξουσία, δεν υπήρχε Ισλαμικό Κράτος και δεν υπήρχε προσφυγική κρίση. Αλλά αυτή η θεώρηση αγνοεί το γεγονός πως ο πρόεδρος της Συρίας είναι σε μεγάλο βαθμό υπεύθυνος για τον εμφύλιο πόλεμο και δεν έχει κάνει πολλά για να αντιπαλέψει το Ισλαμικό Κράτος. Ούτε η Ρωσία, σύμμαχος της Συρίας, έχει κάνει κάτι.
Και πάλι, δεν είναι απαραίτητο η Δύση να υπαγορεύσει τον τρόπο ή τον χρόνο της υποχώρησης του Άσαντ. Αυτό είναι κάτι που θα έπρεπε να καθορίσουν το συριακό καθεστώς και οι ομάδες που δεν θεωρούνται «τρομοκρατικές».
Πολλά θα εξαρτηθούν από το πώς η Ρωσία κινείται αυτή τη στιγμή. Η στρατιωτική της παρέμβαση έχει πάρει ένα μέρος της πίεσης που δέχεται ο Άσαντ, αλλά δεν έχει μεταστρέψει τη διαμάχη εντελώς προς το συμφέρον του. Η Ρωσία έχει επίσης υπαινιχθεί πως δεν είναι απόλυτα δεμένη με τον Άσαντ. Επιπλέον, μπορεί και η ίδια να έχει γίνει θύμα του Ισλαμικού Κράτους, το οποίο έχει αναλάβει την ευθύνη για την ανατίναξη ενός ρωσικού επιβατηγού τζετ τον περασμένο μήνα στην Αίγυπτο.
Δεν είναι σαφές το γιατί η Ρωσία είναι πιο πρόθυμη να συνεργαστεί με τη Δύση στο ζήτημα της Συρίας, όπως υπονοεί η προθυμία της να συμμετάσχει στο νέο ειρηνευτικό σχέδιο. Αλλά ίσως είναι το γεγονός πως συνειδητοποιεί ότι δεν μπορεί να επιλύσει τη συριακή κρίση μόνη της. Αν ισχύει αυτό, η ειρηνευτική διαδικασία έχει μια ελπίδα.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.