Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Η συνταγή για τη σωστή διαχείριση κινδύνου

Η κρίση και ο αυξημένος ρόλος των χρηματοοικονομικών λειτουργιών στην ζωή των επιχειρήσεων υπαγορεύει νέες μεθόδους εσωτερικού ελέγχου για τις εισηγμένες εταιρίες στα χρηματιστήρια. Η έλλειψη στελεχών διαχείρισης κινδύνου σε μεγάλες πολυεθνικές.

  • του J. Frank Brown*
Η συνταγή για τη σωστή διαχείριση κινδύνου

Με τα σοβαρά προβλήματα που προέκυψαν στην αμερικανική οικονομία μετά την γνωστή κρίση των subprimes, η συντριπτική πλειονότητα των Αμερικανών είχε οργιστεί με τον τρόπο που αυτή χρησιμοποιήθηκε από τις αρχές για να διασωθούν από την οικονομική κατάρρευση ιδρύματα του χρηματοπιστωτικού κλάδου που είχαν επιδείξει περισσή αμέλεια στην διαχείριση των χρηματοοικονομικών ροών.

Όλοι ενθυμούνται την περίπτωση της ασφαλιστικής AIG και τον θόρυβο που προκάλεσε η διάσωσή της.

Μία διάσωση που, εμμέσως πλην σαφώς, έγινε με τα χρήματα των φορολογουμένων, πράγμα που θέτει πλέον ένα σοβαρό ερώτημα. Αυτό που αφορά στην ευθύνη επιχειρήσεων και άλλων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων απέναντι στο κοινωνικό σύνολο και στους μετόχους τους.

Χρειάζεται, δηλαδή, μία εποπτεία της αναλήψεως κινδύνων από την επιχείρηση και του τρόπου που αυτή διαχειρίζεται τους κινδύνους αυτούς.

Μπορούμε έτσι να πούμε ότι, στην μετά την κρίση αμερικανική επιχειρηματική πραγματικότητα, ο κρίκος που λείπει από την εικόνα αυτή είναι μία καλύτερη κατανόηση της ευθύνης του Διοικητικού Συμβουλίου για την διαχείριση του κινδύνου. Η αντιμετώπιση του ρίσκου βρίσκεται στον πυρήνα για κάθε ΔΣ –ωστόσο, αυτό που είναι πλέον ξεκάθαρο είναι ότι πολλές εταιρείες απέτυχαν στον συγκεκριμένο τομέα.

Αυτό αφορά τόσο τις εσωτερικές δομές για την διαχείριση του κινδύνου της κάθε εταιρείας, όσο και τις ικανότητες του ΔΣ να ενεργήσει ως φύλακας των συμφερόντων των μετόχων.

Απροετοίμαστοι διευθυντές

Στις περισσότερες περιπτώσεις είναι δίκαιο να δηλώσουμε ότι τα στελέχη των επιχειρήσεων δεν είχαν διαθέσιμες τις απαραίτητες πληροφορίες για να κατανοήσουν την φύση, την ποιότητα και τον τύπο των περιουσιακών στοιχείων και των υποχρεώσεων υπό την διεύθυνσή τους –και δεν μπόρεσαν να προβλέψουν το μέγεθος της μόχλευσης στους ισολογισμούς τους, αλλά και τις λάθος τιμές στην αξία των παγίων τους.

Αν η αξία της διαχείρισης ρίσκου δεν ήταν ξεκάθαρη προηγουμένως, δεν υπάρχει πλέον καμία αμφιβολία ότι θα πρέπει πλέον να αποτελέσει βασική προτεραιότητα.

Αν και τα ΔΣ των εταιρειών βρέθηκαν να μην έχουν σημαντική συμμετοχή στον διάλογο για την κρίση, η συμβολή τους είναι πλέον απαραίτητη. Η απόδοση ευθυνών είναι εύκολη και μπορεί να περιλαμβάνει ένα ευρύ φάσμα –που περιλαμβάνει απρόσεκτους διαχειριστές ενυπόθηκων δανείων, άπληστους τραπεζίτες, όπως και τους διεθνείς οίκους αξιολόγησης και τις ρυθμιστικές αρχές, αλλά και τους ίδιους τους επενδυτές που διολίσθησαν σε πρακτικές υψηλού κινδύνου και απόδοσης. Είναι πλέον κριτικής σημασίας τα ΔΣ να υιοθετήσουν μία επιθετική πολιτική στην αντιμετώπιση των αβεβαιοτήτων που μάς περιμένουν στο μέλλον.

Η έκρηξη οργής στο σκάνδαλο των Enron και WorldCom την δεκαετία του 1990 οδήγησαν το Κογκρέσο να υιοθετήσει το 2002 τον Νόμο Sarbanes-Oxley (SOX), που κλόνισε τον κόσμο της εταιρικής διακυβέρνησης.

Ο Νόμος ενίσχυσε σημαντικά την σημασία και την ανεξαρτησία του εσωτερικού ελέγχου σε εισηγμένες επιχειρήσεις και ανέθεσε την εποπτεία στην αρμοδιότητα του ΔΣ. Μεταξύ άλλων, ο Νόμος προβλέπει τον καθορισμό ενός μέλους του ΔΣ στην θέση του Πιστοποιημένου Οικονομικού Εμπειρογνώμονα (QFE), ενώ περιγράφει τις γνώσεις που θα πρέπει να κατέχει. Στην πράξη, ο QFE αναλαμβάνει επικεφαλής της Επιτροπής Ελέγχου (Audit Committee) και συνήθως έχει διατελέσει επικεφαλής λογιστηρίου, οικονομικός διευθυντής ή εσωτερικός ελεγκτής.

Η χρηματοοικονομική κρίση έχει προκαλέσει μία ψυχολογική στροφή στην εκ νέου ρύθμιση του χρηματοπιστωτικού τομέα, κάτι που ίσως σημαίνει ότι οι αμερικανικές επιχειρήσεις ενδεχομένως να βρεθούν σύντομα με νέες ευθύνες για την διαχείριση του ρίσκου –ευθύνες που θα ορίζονται από νέους νόμους και κανονισμούς. Ακόμα και αν δεν προκύψει ένας νέος SOX, τα ΔΣ θα πρέπει να αναλάβουν να δημιουργήσουν έναν ρόλο παρόμοιο του QFE για την διαχείριση του κινδύνου. Ας τον ονομάσουμε «Πιστοποιημένο Εμπειρογνώμονα Κινδύνου» (QRE).

Ο διευθυντής QRE, στην ιδανική περίπτωση, θα πρέπει να είναι ένα πρώην υψηλόβαθμο στέλεχος σε κάθε εξελιγμένο χρηματοπιστωτικό οργανισμό –επενδυτική τράπεζα, εμπορική τράπεζα ή ασφαλιστική εταιρεία– με πολύπλοκο ισολογισμό. Θα πρέπει να γνωρίζει σε βάθος όχι μόνον ολόκληρο το φάσμα των χρηματοπιστωτικών μέσων και των εμπορικών στρατηγικών, αλλά και τις διαδικασίες διαχείρισης των στοιχείων του ενεργητικού, των υποχρεώσεων και των κινδύνων. Το πιθανότερο είναι ότι οι υποψήφιοι για την θέση του QRE θα πρέπει να έχουν ήδη διατελέσει οικονομικοί διευθυντές ή να έχουν μεγάλη εμπειρία στην διαχείριση κινδύνων.

Για κάθε εταιρεία, ανεξαρτήτως της κατάστασής της, η έλλειψη ενός διευθυντή που θα αναλάβει την θέση του QRE είχε οδυνηρές συνέπειες. Για παράδειγμα, στην Lehman το ΔΣ δεν σταμάτησε την μοιραία πρακτική του δανεισμού short μέσω εμπορικών ομολόγων (commercial paper) και long μέσω τεράστιων συγκεντρώσεων μη ρευστοποιήσεων χρεωγράφων στο real estate και στα ενυπόθηκα δάνεια. Στην Bear Stearns δεν υπήρχε κανείς να αναρωτηθεί είτε για την τεράστια έκθεση της εταιρείας στην αγορά ενυπόθηκων δανείων, ή για τα προβλήματα ρευστότητας που τελικά κατέστρεψαν την φήμη της εταιρείας για να την θάψουν στο νεκροταφείο της Γουώλ Στρητ.

Από τις εταιρείες που τελικά κατάφεραν να επιβιώσουν, οι διευθυντές της Citigroup παρέμειναν στο περιθώριο ακόμα και όταν η έκθεση της εταιρείας σε δομημένα επενδυτικά οχήματα και σε άλλες επενδύσεις εκτός του ισολογισμού της διογκώθηκαν σε μέγεθος, επιβαρύνοντας την εταιρεία. Η δε Merrill Lynch –με τους αναλυτές να την κατατάσσουν μεταξύ των καλύτερων και ασφαλέστερων χρηματοοικονομικών εταιρειών– ανακοίνωσε λίγο πριν την συγχώνευσή της με την Bank of America ζημιές 5,1 δισ. δολαρίων.

Σε γενικές γραμμές, δεν υπήρξαν τα κατάλληλα άτομα για να καταλάβουν ή να λογοδοτήσουν για τον τοξικό συνδυασμό παγίων στους ισολογισμούς των εταιρειών, την βουτιά στην αξία των περιουσιακών τους στοιχείων και την εκμηδένιση της ρευστότητας, που προκάλεσε έναν ωκεανό ζημιών. Αν και η χρηματοοικονομική βιομηχανία αποτελεί τον πιθανότερο υποψήφιο για τον ρόλο των QRE, θα πρέπει να υπάρχει σε κάθε εταιρεία και σε κάθε βιομηχανία.

Οι ιδιαίτεροι παράγοντες που επηρεάζουν την διαχείριση του κινδύνου διαφέρουν από κλάδο σε κλάδο, αλλά ο ρόλος είναι οικουμενικός (σ.σ. Μήπως παρόμοιος οργανισμός θα έπρεπε να μελετηθεί και από τους Ευρωπαίους επαΐοντες;).

 

* O J. Frank Brown είναι πρύτανης του INSEAD

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v