Μόνη λύση για τη χώρα, αλλά και για την ευρωζώνη χαρακτηρίζει την αντιμετώπιση του χρέους ο Ευκλείδης Τσακαλώτος, ο οποίος προχωρά σε ανάλυση των συνθηκών και σε παράθεση των δυνατοτήτων του ΣΥΡΙΖΑ να διαπραγματευτεί με τους πιστωτές, αλλά και των πιθανών συμβιβαστικών λύσεων.
Ο νυν και υποψήφιος βουλευτής στη Β' Αθηνών καθηγητής Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, μέλος της κεντρικής πολιτικής επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ και εκ των επικεφαλής της οικονομικής πολιτικής του κόμματος, δηλώνει πως «οι αγορές καταλαβαίνουν αυτά που λέμε».
Εξηγεί πώς ο ΣΥΡΙΖΑ προτείνει κούρεμα και αμοιβαιοποίηση του χρέους. Δηλώνει ότι προ της έναρξης της ουσιαστικής διαπραγμάτευσης δεν μπορεί κανείς να αποκαλύψει πού μπορεί να υποχωρήσει, ωστόσο αναφέρει ότι «ένας βιώσιμος συνδυασμός είναι να μην έχεις τη δέσμευση για μεγάλα πρωτογενή πλεονάσματα». Ανένδοτος, πάντως, εμφανίζεται όσον αφορά τις απαιτήσεις για λήψη νέων μέτρων, λέγοντας χαρακτηριστικά πως «δεν υπάρχει λόγος ύπαρξης της Αριστεράς, αν εφαρμόσει το e-mail Χαρδούβελη».
Συμπληρώνει επίσης πως θα πρέπει να γίνουν και άλλες παρεμβάσεις που θα ωφελήσουν την έξοδο της ελληνικής οικονομίας από τον φαύλο κύκλο. Αναφέρεται στην ποσοτική χαλάρωση που έχει προαναγγείλει ο πρόεδρος της ΕΚΤ, Μάριο Ντράγκι, εκτιμώντας ότι έτσι όπως είναι σχεδιασμένη «δεν βοηθά τον Νότο» και τις αποκλίνουσες οικονομίες του.
Σε ό,τι αφορά την πειθώ των επιχειρημάτων του ΣΥΡΙΖΑ απέναντι στους εταίρους και πιστωτές, ο κ. Τσακαλώτος εκτιμά ότι η σημερινή κατάσταση στην ευρωζώνη αφήνει περιθώρια, αφού αυτή έχει αποτύχει με τον τρόπο που λειτουργεί. Σύμφωνα με την ερμηνεία του, το 2009 οι συνθήκες ήταν πολύ διαφορετικές και οι αντοχές μεγαλύτερες, ενώ σήμερα υπάρχει διαπιστωμένη αποτυχία, μια και η ευρωζώνη διέρχεται ένα τρίτο επεισόδιο κρίσης. Σημειώνει ότι εκτός από την πίεση που ασκούν ο ΣΥΡΙΖΑ και οι Podemos υπάρχουν και οι φυγόκεντρες τάσεις που εκφράζονται μέσω των ακροδεξιών κομμάτων και των ευρωσκεπτικιστών. Επικαλείται επίσης τη γνώμη διεθνών και καταξιωμένων οικονομολόγων, αλλά και τις τοποθετήσεις αρθρογράφων ξένων ΜΜΕ.
Σε ό,τι αφορά την αντιμετώπιση των άμεσων αναγκών της οικονομίας, στο διάστημα όπου θα διαρκέσει η όποια διαπραγμάτευση και δεδομένων των πιέσεων που ασκούν οι πιστωτές, ο κ.Τσακαλώτος εκτιμά ότι «υπάρχουν εργαλεία». Αναφέρεται σε ταμειακά αποθέματα φορέων του κράτους που μετατρέπονται σε repos και θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν βραχυπρόθεσμα, ενώ αμφισβητεί τις τοποθετήσεις της κυβέρνησης όσον αφορά την αδυναμία έκδοσης εντόκων γραμματίων.
Στο πλαίσιο της διαπραγμάτευσης, δεν μιλά για παράταση του μνημονίου, ωστόσο δηλώνει ότι «υφίστανται αμφισημίες που αν υπάρχει καλή θέληση και συσχετισμοί χρησιμοποιούνται». Εξηγεί πως αν υπάρξει έδαφος για μια νέα συμφωνία θα υπάρξει και ο αντίστοιχος χαρακτηρισμός της.
Σχετικά με το πρόγραμμα που ο ΣΥΡΙΖΑ προτίθεται να ακολουθήσει, εφόσον εκλεγεί κυβέρνηση, επαναλαμβάνει τις αρχές των εξαγγελιών της Θεσσαλονίκης. Υποστηρίζει δε ότι αυτό άλλαξε το εκλογικό κλίμα και έδωσε προβάδισμα στο ΣΥΡΙΖΑ γιατί «έβαλε προτεραιότητες» και αρνείται την κριτική περί παροχολογίας.
Σε ό,τι αφορά τη φορολογία, τοποθετεί ως πρώτο βήμα τη συγκρότηση περιουσιολογίου και τη, σε κάθε περίπτωση, διεύρυνση της φορολογικής βάσης. Υποστηρίζει δε πως η κυβέρνηση έχασε την εμπιστοσύνη των ξένων για τις φορολογικές μεταρρυθμίσεις και πως «οι πιστωτές μας εμπιστεύονται περισσότερο ότι θα διευρύνουμε τη φορολογική βάση». Παραδέχεται ωστόσο ότι η οικονομία είναι εκτός ισορροπίας και «δεν είναι εύκολο να πεις τι θα κάνεις με τη φορολόγηση του μεγάλου πλούτου» και με τον τρόπο αυτό δεν ξεκαθαρίζει το πού τοποθετεί το όριο μεγάλης περιουσίας.
Τέλος, αναφερόμενος στις τράπεζες, επαναλαμβάνει ότι θα ασκηθεί το νόμιμο δικαίωμα του κράτους ως βασικού μετόχου. Αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο αλλαγής του νομικού πλαισίου για το ΤΧΣ. Προσθέτει ακόμα ότι το τραπεζικό σύστημα πρέπει να γίνει πιο παραδοσιακό και να κάνει τις κλασικές τραπεζικές εργασίες χρηματοδότησης της οικονομίας. Αναφέρεται επίσης στην ανάγκη ύπαρξης και άλλων πιστωτικών ιδρυμάτων πέραν των 4 συστημικών.