Ο κ. Θεόδωρος Χαραγκιώνης, πρόεδρος του ομώνυμου ομίλου και του Συνδέσμου Επενδύσεων και Ανάπτυξης Ακινήτων, μιλά στο Euro2day.gr, κρούοντας τον κώδωνα του κινδύνου σχετικά με τις έντονες παρενέργειες που θα επιφέρει στην αγορά η πιθανή ψήφιση του σχεδίου νόμου για τη φορολόγηση των ακινήτων.
Ο κ. Χαραγκιώνης όχι μόνο θεωρεί τον νόμο άδικο, αλλά κυρίως τον χαρακτηρίζει έντονα αντιαναπτυξιακό, καθώς θα πλήξει ακόμη περισσότερο την ήδη παραπαίουσα αγορά ακινήτων και την ευρύτερη οικοδομική δραστηριότητα.
ΕΡ.: Κύριε Χαραγκιώνη, πόσο δίκαιος πιστεύετε ότι είναι ο νόμος που τελικά φέρνει η κυβέρνηση για τη φορολόγηση των ακινήτων;
ΑΠ.: Είναι ιδιαίτερα άδικος. Διαφέρει πολύ ένας φόρος στα ακίνητα που να είναι ανταποδοτικός λόγω των υπηρεσιών που προσφέρει η τοπική αυτοδιοίκηση, από έναν φόρο στην ακίνητη περιουσία και μάλιστα χωρίς να συνυπολογίζεται ο δανεισμός που έχει ληφθεί για την απόκτηση αυτής της περιουσίας. Αυτό που συμβαίνει στην Ελλάδα είναι μοναδικό!
Στην πράξη, επειδή το κράτος δεν είναι οργανωμένο και δεν μπορεί να εισπράξει φόρους από εκεί που πρέπει, φορολογεί ένα μόνο μέρος του πλούτου, και ειδικότερα τα ακίνητα. Σε άλλες μορφές πλούτου όπως στις καταθέσεις, στις μετοχές, στα ομόλογα, στους πίνακες ζωγραφικής, στα ακριβά κοσμήματα δεν επιβάλλεται φόρος πλούτου.
Το οξύμωρο είναι ότι επιλέγεται η φορολόγηση εκείνης της κατηγορίας του πλούτου -των ακινήτων- που έχει συνεισφέρει τα μέγιστα στην εγχώρια παραγωγή και ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας, δίνοντας δουλειά σε εκατοντάδες χιλιάδες άτομα. Η φορολογία δηλαδή έχει έντονα αντιαναπτυξιακό χαρακτήρα.
Να σημειωθεί, επίσης, ότι ο φόρος του πλούτου επιβάλλεται ακόμη και εκεί όπου δεν υπάρχει εισόδημα. Έτσι, αν κάποιος κληρονόμησε ένα άδειο βιομηχανοστάσιο, καλείται να πληρώσει φόρο για ένα ακίνητο από το οποίο ούτε καν εισπράττει.
Και επιτέλους, ας μειωθεί ο φόρος μεταβίβασης. Με δεδομένο τον φόρο υπεραξίας στις μεταβιβάσεις, που ήδη έχει ψηφισθεί, δεν υπάρχει κανένα άλλοθι για τη διατήρηση του φόρου μεταβίβασης σε αυτά τα επίπεδα.
ΕΡ.: Έχετε θέσει και το πρόβλημα του συνδυασμού του φόρου με τις αντικειμενικές αξίες των ακινήτων.
ΑΠ.: Ο υπολογισμός του φόρου ακίνητης περιουσίας βασίζεται στις αντικειμενικές αξίες (άλλο ένα μοναδικό φαινόμενο...), οι οποίες αυθαίρετα θεσπίστηκαν, με αποτέλεσμα να υπάρχουν σημαντικές στρεβλώσεις. Ενδεικτικά παραθέτω ότι η τιμή ζώνης σε αστικές περιοχές ξεκινά από 400 ευρώ όταν η κατασκευή από μόνη της ξεπερνά (ακόμα και σήμερα) τα 700 ευρώ. Αντίθετα, σε άλλες «ακριβές» περιοχές οι αντικειμενικές αξίες ξεπέρασαν κατά πολύ τις αγοραίες. Σε καμία χώρα δεν χρησιμοποιούνται για τον προσδιορισμό των αγοραίων αξιών «αντικειμενικές αξίες» με τρόπο υπολογισμού όπως στην Ελλάδα.
ΕΡ.: Πόσο μπορεί να επηρεάσει ένας τέτοιος νόμος την αγορά ακινήτων; Θα έχει συμφέρον ένας εύπορος άνθρωπος να αγοράσει ακίνητο;
ΑΠ.: Θα πρέπει να πούμε ότι αυτό το σχέδιο νόμου έρχεται σε μια περίοδο όπου η αγορά ακινήτων βρίσκεται στα όρια της ανυπαρξίας, λόγω και της ασάφειας που υπάρχει για μια σειρά θέματα. Ας μην ξεχνάμε επίσης τη συνεχή υποχώρηση των τιμών και των μισθωμάτων εδώ και αρκετά χρόνια.
Φοβάμαι ότι η ψήφιση ενός τέτοιου νόμου θα τινάξει την αγορά ακινήτων στον αέρα. Όσο για το ερώτημα που θέσατε, τίποτε δεν οδηγεί έναν εύπορο στο να αγοράσει και να χτίσει ακίνητο. Με τα τρέχοντα δεδομένα, όλοι οι παράγοντες θα είναι αρνητικοί.
ΕΡ.: Ποιο είναι το μέγεθος του προβλήματος για τις εταιρείες του κλάδου του real estate;
ΑΠ.: Τα πράγματα για τις εταιρείες του real estate είναι ακόμη χειρότερα. Μετά το ξέσπασμα της κρίσης πολλές σοβαρές εταιρείες του κλάδου βρίσκονται εκτός αγοράς, ενώ οι υπόλοιπες προσπαθούν να επιβιώσουν.
Έχουν αποχωρήσει επίσης από τον κλάδο και κάποιοι περιστασιακοί developers, που κάποια περίοδο είχαν επιδιώξει να δραστηριοποιηθούν και αυτοί στον χώρο.
Η ψήφιση ενός τέτοιου νόμου θα πλήξει περαιτέρω τον κλάδο και κατά συνέπεια θα θέσει σε νέες δοκιμασίες την πάλαι ποτέ λοκομοτίβα της ελληνικής οικονομίας.
ΕΡ.: Με το προηγούμενο σχέδιο νόμου όμως δεν είχατε αντιδράσει. Για ποιο λόγο;
ΑΠ.: Το προηγούμενο σχέδιο νόμου ήταν σκληρό για τα ακίνητα, λόγω του πολύ μεγάλου ποσού της φορολογικής επιβάρυνσης που προέβλεπε, προκειμένου το ελληνικό δημόσιο να μπορεί να ανταποκριθεί έναντι των πιστωτών του. Με το προηγούμενο σχέδιο νόμου, βλέπαμε το «χαράτσι» να μονιμοποιείται, ωστόσο υπήρχε μια μεγάλη διεύρυνση της φορολογικής βάσης, η οποία θα μπορούσε να αφήσει κάποια περιθώρια ώστε η αγορά του real estate να αναπνεύσει. Και αυτό θα ήταν προς όφελος της οικονομίας, καθώς θα μπορούσαν να προκύψουν νέες θέσεις εργασίας σε πάνω από εκατό επαγγέλματα που σχετίζονται με την οικοδομική δραστηριότητα.