Οι ελληνικές τράπεζες και η ΕΚΤ

Η Ελλάδα είναι μέρος της ευρωζώνης. Επομένως, επηρεάζεται και θα επηρεασθεί περισσότερο, μαζί με τις τράπεζές της, τα επόμενα χρόνια από αυτά που έρχονται.

Οι ελληνικές τράπεζες και η ΕΚΤ

Δεν γνωρίζουμε αν οι τραπεζικές μετοχές στο Χρηματιστήριο Αθηνών έκαναν χθες ράλι λόγω των προσδοκιών  που δημιούργησαν δημοσιεύματα για επέκταση των φθηνών μακροπρόθεσμων δανείων (LTRO) της ΕΚΤ προς τις τράπεζες της ευρωζώνης.

Το σίγουρο είναι ότι η ΕΚΤ αντιλαμβάνεται πως πρέπει να κάνει κάτι για να τονώσει την οικονομία της ευρωζώνης, που εμφανίζει αδυναμία μετά την πρόσφατη διακοπή της αγοράς νέων κινητών αξιών από την ίδια.

Φυσικά, η ιστορία των LTRO (Long Term Refinancing Operations) δεν είναι τωρινή αλλά πάει πίσω στην προηγούμενη δεκαετία.

Όμως, η διάρκεια των δανείων επεκτάθηκε στα 3 χρόνια στα τέλη του 2011 λόγω της κρίσης χρέους στην ευρωζώνη και στα 4 χρόνια το 2016.

Ο τότε πρόεδρος τη Γαλλίας Νικολά Σαρκοζί ήταν ο πρώτος που δήλωσε πως οι ιταλικές και οι ισπανικές τράπεζες μπορούν να χρησιμοποιούν αυτά τα δάνεια για να αγοράζουν τα ομόλογα των χωρών τους και γι’ αυτό ονομάστηκε το "sarko trade".

Πράγματι, ένα μέρος αυτών των φθηνών δανείων κατευθύνθηκε στις  αγορές εθνικών ομολόγων στις χώρες της ευρωπεριφέρειας, βοηθώντας τες να χρηματοδοτήσουν τις ανάγκες  τους ενώ ταυτόχρονα ενίσχυσε τη ρευστότητα και την κερδοφορία των τραπεζών.

Πάντως, το 2016, η στόχευση του TLTRO-II, όπως είναι ευρύτερα γνωστό, ήταν τράπεζες που συνεισέφεραν στις εθνικές οικονομίες, παρέχοντας δάνεια σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις και καταναλωτές.

Οι επιλεχθείσες τράπεζες επιχορηγούνται από την ΕΚΤ για τα δάνεια που έδωσαν υπό κάποιες προϋποθέσεις.

Δεν εκπλήσσει λοιπόν που οι ιταλικές τράπεζες έχουν κάνει τη μεγαλύτερη χρήση των δανείων του TLTRO-II στην ευρωζώνη.

Αρκετοί θεωρούν ότι αυτή τη φορά, η ΕΚΤ θα χρησιμοποιήσει το TLTRO σχήμα με τα φθηνά δάνεια για να ενθαρρύνει τις τράπεζες της ευρωζώνης να ξεφορτωθούν ταχύτερα τα προβληματικά τους δάνεια.

Οι ελληνικές, όπως και οι ιταλικές, τράπεζες θα πρέπει να συγκαταλέγονται σ’ αυτές που θα επιλεγούν, παρά το εμπόδιο της χαμηλής πιστοληπτικής διαβάθμισης της Ελλάδας.        

Μ’ αυτή την αναμενόμενη κίνηση, η νομισματική πολιτική της ΕΚΤ θα εναρμονισθεί με τις αντίστοιχες της κεντρικής τράπεζας της Ιαπωνίας, της Κίνας και σε μικρότερο βαθμό της Fed, μετά το πρόσφατο στοπ στην αύξηση των επιτοκίων.     

Αυτό σημαίνει ότι οι νομισματικές πολιτικές θα είναι πιο υποστηρικτικές της παγκόσμιας οικονομικής ανάπτυξης που αποκλιμακώνεται.   

Παρ’ όλα αυτά, η ΕΚΤ δεν μπορεί να παραβλέψει πως τα επιτόκια παρέμβασης είναι είτε μηδενικά είτε σε αρνητικό έδαφος.

Ούτε να αποκρύψει πως ο ισολογισμός της πλησιάζει το 40% του ΑΕΠ της ευρωζώνης έναντι 11% περίπου στα μέσα της δεκαετίας του 2000.

Με άλλα λόγια, η ΕΚΤ δεν μπόρεσε τα προηγούμενα χρόνια να ομαλοποιήσει τη νομισματική πολιτική της για να έχει επιπλέον όπλα στα χέρια της, ώστε να τα χρησιμοποιήσει αν χρειασθεί σε περίπτωση ύφεσης.  

Αυτός είναι ο μεγαλύτερος κίνδυνος για την ίδια, τις τράπεζες και την οικονομία της ευρωζώνης στην οποία ανήκουμε.


Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v