Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

To μυστήριο της κατανάλωσης

Πώς γίνεται κάθε χρόνο να γκρινιάζουμε για τις αυξήσεις στους μισθούς και την ανεργία και κάθε χρόνο η ιδιωτική κατανάλωση να αυξάνεται με ισχυρούς ρυθμούς, δίνοντας ώθηση στην ανάπτυξη και μειώνοντας το δημοσιονομικό έλλειμμα ως ποσοστό του ΑΕΠ; Είναι καιρός να μας απασχολήσει το μυστήριο της κατανάλωσης.

To μυστήριο της κατανάλωσης
Εδώ και πολλά χρόνια, η καταναλωτική δαπάνη των ελληνικών νοικοκυριών αυξάνεται 2,5% και πλέον ετησίως σε πραγματικούς όρους, δηλαδή πάνω από τον πληθωρισμό.

Η αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης μαζί με τις επενδύσεις ”ευθύνονται” για τους υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας τα 10 τελευταία χρόνια που έχουν κλείσει αρκετά την ψαλίδα του κατά κεφαλήν εισοδήματος που μας χώριζε από τους ομολόγους μας στην Ευρωζώνη.

Κι όμως. Αν ανατρέξει κανείς στα δημοσιεύματα και τα ρεπορτάζ του έντυπου και του ηλεκτρονικού Τύπου όλα αυτά τα χρόνια θα διαπιστώσει την επανάληψη του ίδιου φαινομένου.

Η εκάστοτε κυβέρνηση θριαμβολογεί και η εκάστοτε αξιωματική αντιπολίτευση καταγγέλλει την αντιλαϊκή πολιτική της πρώτης και το μεγαλύτερο μέρος του Τύπου σιγοντάρει τους Ξανθόπουλους της σημερινής εποχής, ενώ τα νούμερα για τις λιανικές πωλήσεις παρουσιάζουν σημαντική άνοδο κάθε χρόνο.

Σύμφωνα με ορισμένους φίλους μας που κατάγονται από μεγάλες χώρες της Ευρωζώνης και εργάζονται στη χώρα μας, η εξήγηση για τα παραπάνω είναι απλή. Οι Έλληνες είναι από τη φύση τους απαισιόδοξοι, σε βαθμό μάλιστα που να συναγωνίζονται τους πρωταθλητές της μελαγχολίας στη Δυτική Ευρώπη, δηλαδή τους Πορτογάλους.

Ακόμη όμως κι αν οι φίλοι μας έχουν μερικώς δίκιο στη διαπίστωσή τους, η εξήγηση για το παράδοξο της κατανάλωσης είναι πιο σύνθετη.

Όντως, πολλοί Έλληνες υποκρίνονται για την οικονομική τους κατάσταση καθώς άλλα λένε όταν μιλάνε σε τρίτους κι άλλα όταν μιλάνε με τους οικείους τους.

Από την άλλη πλευρά όμως υπάρχουν άνθρωποι που δεν υποκρίνονται αλλά δικαιολογημένα εμφανίζονται απαισιόδοξοι, από τη στιγμή που είτε δεν έχουν μια καλή δουλειά, είτε κινδυνεύουν να χάσουν αυτή που έχουν, είτε βασίζονται σε μια μικρή σύνταξη και έναν χαμηλό μισθό για να τα βγάλουν πέρα χωρίς ταυτόχρονα να διαθέτουν αξιόλογη προσωπική περιουσία.

Όμως, η αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης με υψηλούς ρυθμούς που προκαλούν τη ζήλια άλλων κρατών δεν θα μπορούσε να διατηρηθεί για μια δεκαετία αν δεν υποστηριζόταν από αύξηση των πραγματικών εισοδημάτων και της απασχόλησης για ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού της χώρας.

Τα συγκεντρωτικά νούμερα για την αύξηση των πραγματικών εισοδημάτων και τα σχετικά μικρότερα κέρδη στην απασχόληση από το 1996 μέχρι σήμερα υποστηρίζουν την παραπάνω εκδοχή.

Δεν είναι όμως τα μόνα. Η απελευθέρωση της καταναλωτικής και της στεγαστικής πίστης σε συνδυασμό με τα χαμηλότερα επιτόκια του ευρώ έδωσαν επίσης ώθηση στις αγορές καταναλωτικών προϊόντων, αυξάνοντας ταυτόχρονα τα χρέη ενός μέρους των νοικοκυριών τα τελευταία χρόνια.

Όμως, οι ετήσιες μεταβολές των καταναλωτικών δανείων σε απόλυτα νούμερα δεν είναι τέτοιες που να δικαιολογούν από μόνες τους την αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ κατά 3% και 4% ετησίως. Όσον αφορά στα στεγαστικά δάνεια, που παίρνουν τη μερίδα του λέοντος, οι θετικές συνέπειες που έχουν στην καταναλωτική δαπάνη των νοικοκυριών προέρχονται κυρίως από τα πολλαπλασιαστικά οφέλη που προκύπτουν μέσω των εισοδημάτων.

Ούτε υπάρχουν λόγοι να περιμένει κανείς ότι η συνεισφορά της παραοικονομίας στην αύξηση της κατανάλωσης διαφέρει σημαντικά σε σχέση με τη συνεισφορά της επίσημης καταγεγραμμένης οικονομικής δραστηριότητας από χρόνο σε χρόνο.

Επομένως, το μυστήριο της κατανάλωσης έχει ερμηνεία αλλά δεν είναι αυτή που πουλάει. Eυτυχώς, γιατί η χώρα χρειάζεται να διατηρήσει τους υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης για να τιθασεύσει τα ελλείμματα και να βγει από την επιτήρηση των Βρυξελλών.

Dr. Money

[email protected]


Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v