Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Μείωση επιτοκίων από την ΕΚΤ ”βλέπει” η Εθνική

Μείωση των ευρωπαϊκών επιτοκίων προβλέπει η Εθνική Τράπεζα στο μηνιαίο της Δελτίο Euro Monthly Area, λόγω κυρίως της αναιμικής ανάπτυξης που αναμένεται στη ζώνη του ευρώ. Ακόμα, η ανάλυση της Εθνικής χαρακτηρίζει ”Αχίλλειο πτέρνα” της ευρωπαϊκής οικονομίας την ιδιωτική κατανάλωση.

Μείωση επιτοκίων από την ΕΚΤ ”βλέπει” η Εθνική
Οι προοπτικές ανάκαμψης της ευρωπαϊκής οικονομίας, καθώς και η πορεία των ευρωπαϊκών επιτοκίων εξετάζονται στο μηνιαίο δελτίο της Εθνικής Τράπεζας Euro monthly Area του Φεβρουαρίου.

Έναυσμα για αυτήν την ανάλυση αποτέλεσε το γεγονός ότι, σε αντίθεση με την οικονομία των ΗΠΑ, η οποία ανέκαμψε έντονα κατά το 2003 σημειώνοντας ρυθμό ανάπτυξης 3,1%, ο ρυθμός ανάπτυξης της ευρωζώνης παρέμεινε ιδιαίτερα χαμηλός το προηγούμενο έτος, φτάνοντας μόλις το 0,4%.

Σε αυτό το πλαίσιο, εξετάζονται οι συνέπειες της επικείμενης περιοριστικής νομισματικής πολιτικής από τις ΗΠΑ στη συναλλαγματική ισοτιμία του ευρώ έναντι του δολαρίου και συνεπώς και στην ευρωπαϊκή ανάπτυξη για το 2004 και το 2005.

Το κρίσιμο ερώτημα που ανακύπτει είναι κατά πόσο η πολιτική αυτή της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ μπορεί να υποκαταστήσει την περαιτέρω χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής από την ΕΚΤ.

Σύμφωνα με τις προβλέψεις της Εθνικής Τράπεζας, για τις ΗΠΑ, ο ρυθμός ανάπτυξης θα παραμείνει ισχυρός και την επόμενη διετία (4,6% το 2004 και 3,6% το 2005), οδηγώντας την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ σε υιοθέτηση περιοριστικής πολιτικής. Συγκεκριμένα, το επιτόκιο παρέμβασης αναμένεται να αυξηθεί και να φτάσει το 2% στο τέλος του 2004 και το 3% στο τέλος του 2005.

Στην ευρωζώνη, η ανάπτυξη της οικονομίας χαρακτηρίζεται πολύ πιο αναιμική. Όσον αφορά τις προοπτικές ανάκαμψής της από εσωτερικούς παράγοντες, τα διαθέσιμα στοιχεία δεν τις δείχνουν ιδιαίτερα ευνοϊκές.

Συγκεκριμένα, η ιδιωτική κατανάλωση συνεχίζει να δέχεται την περιοριστική επίδραση της αρνητικής συγκυρίας στην αγορά εργασίας (καθώς παρατηρείται μηδενική αύξηση της απασχόλησης από τις αρχές του 2002) και συνεπώς παραμένει η ”αχίλλειος πτέρνα” της ευρωπαϊκής οικονομίας.



Επίσης, η ανοδική πορεία του ευρώ δεν αφήνει μεγάλα περιθώρια στον εξαγωγικό τομέα της οικονομίας ώστε να λειτουργήσει ως κινητήρια δύναμη της ανάκαμψης. Συγκεκριμένα, η ανατίμηση του ευρώ έναντι του δολαρίου κατά 20% το 2003 (από $1,05 σε $1,26) περιορίζει την ανταγωνιστικότητα των ευρωπαϊκών εξαγωγών.

Ωστόσο, η αρνητική αυτή επίδραση αντισταθμίζεται μερικώς από τη θετική επίδραση της εντονότερης ανάκαμψης της αμερικανικής οικονομίας σε σύγκριση με εκείνη στις χώρες της Ευρωζώνης.

Εκτιμώντας τις δύο αυτές αντίρροπες επιδράσεις για τον εξωτερικό τομέα της ευρωπαϊκής οικονομίας και υποθέτοντας ότι η συναλλαγματική ισοτιμία του ευρώ θα παραμείνει στο τωρινό επίπεδο του 1,23 δολ. καθ’ όλη τη διάρκεια του 2004, η συνεισφορά των καθαρών εξαγωγών στην ανάπτυξη της Ευρωζώνης, αναμένεται να είναι 0,1% το τρέχον έτος, σε σχέση με –0,6% το 2003. Σε αυτό το πλαίσιο, η ΕΚΤ προσδοκάται να μειώσει περαιτέρω το επιτόκιο παρέμβασης λόγω της συνέχισης της ασθενούς ανάπτυξης, η οποία εκτιμάται ότι θα προσεγγίσει το 1,6% το 2004 και το 2,4% το 2005.

Το ενδεχόμενο περαιτέρω χαλάρωσης της νομισματικής πολιτικής ενισχύεται από την καθοδική πορεία του πληθωρισμού σε επίπεδα χαμηλότερα του στόχου ”κοντά αλλά κάτω από το 2%”. Συγκεκριμένα, η ΕΚΤ προβλέπεται να μειώσει τα επιτόκια κατά 25 μονάδες βάσης το 2004, οδηγώντας έτσι το επιτόκιο παρέμβασης στο 1,75% στο τέλος του έτους.

Ωστόσο, πρέπει να τονισθεί ότι μια άλλη παράμετρος της διεθνούς οικονομίας που ενδέχεται να επηρεάσει την πορεία της ανάκαμψης στην ευρωζώνη είναι η επίδραση στην ισοτιμία του ευρώ μιας αύξησης των επιτοκίων στις ΗΠΑ.

Συγκεκριμένα, και λαμβάνοντας υπόψη την αβεβαιότητα που ενέχει κάθε προσπάθεια εκτίμησης της μελλοντικής συναλλαγματικής ισοτιμίας, η προαναφερθείσα αύξηση των βραχυπρόθεσμων επιτοκίων των ΗΠΑ, αναμένεται να επηρεάσει τη διαφορά των αποδόσεων των ομολόγων, διαμορφώνοντάς την υπέρ των αμερικανικών ομολόγων (τα οποία προβλέπεται να αυξηθούν κατά 80 μονάδες βάσης εντός του 2004). Αυτό εκτιμάται ότι θα οδηγήσει σε ανατίμηση του δολαρίου έναντι του ευρώ κατά 6% (από $1,23 σε $1,17).

Η συνεπαγόμενη χαλάρωση των νομισματικών συνθηκών στην ευρωζώνη- που ισοδυναμεί με την προκύπτουσα σύμφωνα με το σενάριο της σταθερής συναλλαγματικής ισοτιμίας και της επακόλουθης μείωσης των επιτοκίων κατά 25 μονάδες βάσης- αρκεί για να διασφαλίσει ρυθμό ανάκαμψης της τάξης του 1,7% το 2004 (με τη συνεισφορά των καθαρών εξαγωγών να ανεβαίνει στο 0,4%) και 2,5% το 2005.



Στο σημείο αυτό είναι σημαντικό να τονισθούν οι παράγοντες που μπορεί να αλλάξουν αυτό το σενάριο: Πρώτον, μια σειρά άλλων παραμέτρων, όπως το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών των ΗΠΑ, ενδέχεται να αντισταθμίσουν την επίδραση των αμερικανικών επιτοκίων στη συναλλαγματική ισοτιμία του ευρώ έναντι του δολαρίου.

Δεύτερον, η υποτίμηση του ευρώ ενδέχεται να επηρεάσει λιγότερο από το αναμενόμενο την ανταγωνιστικότητα των ευρωπαϊκών εξαγωγών (καθώς οι εξαγωγείς συνηθίζουν να αυξάνουν τα περιθώρια κέρδους τους στην περίπτωση αύξησης των τελικών τιμών και να περιορίζουν το περιθώριο στην περίπτωση μείωσης των τελικών τιμών). Τέλος, η περιοριστική πολιτική της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ ενδέχεται να περιορίσει τη δυναμικότητα της ανάκαμψης της αμερικανικής οικονομίας (μειώνοντας έτσι και τη ζήτηση για ευρωπαϊκές εξαγωγές).

Καθώς η ανάκαμψη στην ευρωζώνη είναι ακόμα σε πολύ πρώιμο στάδιο και τα δύο παραπάνω σενάρια συγκλίνουν στο ότι η ανάκαμψη θα παραμείνει ασθενής και το 2004, το βασικό συμπέρασμα που προκύπτει από τις προβλέψεις όσον αφορά τη νομισματική πολιτική είναι ότι η ΕΚΤ ενδέχεται να μειώσει περαιτέρω τα επιτόκια της - έστω προληπτικά – μέχρι η ευρωπαϊκή ανάπτυξη να ισχυροποιηθεί σημαντικά.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v