Ποια είναι η διαφορά ανάμεσα στο «Ευρωπαϊκό Συμβούλιο» και στο «Συμβούλιο της Ευρώπης»; Για πολλά χρόνια η ερώτηση αυτή, σε διάφορες παραλλαγές, ήταν ...SOS στις εξετάσεις για ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα και σχολές δημοσιογραφίας. Κι όμως, σήμερα πολλοί εξακολουθούν να συγχέουν τους δύο θεσμούς. Ίσως ευθύνεται για αυτό το ίδιο το Συμβούλιο της Ευρώπης, καθώς το 1986 είχε επιτρέψει στην τότε ΕΟΚ να υιοθετήσει το δικό του παραδοσιακό έμβλημα, τη γνωστή γαλάζια σημαία με τα δώδεκα άστρα, ως διαχρονικό σύμβολο της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.
Ο ρόλος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, δηλαδή των αρχηγών κρατών και κυβερνήσεων στην ΕΕ, ήταν και παραμένει σημαντικός. Κάποιοι μάλιστα θεωρούν ότι είναι ...υπερβολικά σημαντικός, καθώς τελευταία προωθείται στην ΕΕ μία περισσότερο «διακυβερνητική» λογική εις βάρος της Κομισιόν και της «γραφειοκρατίας» των Βρυξελλών. (Ας αντιπαρέλθουμε το γεγονός ότι εν τω μεταξύ το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο οικοδομεί μία δική του γραφειοκρατία στις Βρυξέλλες).
Ένας «προθάλαμος» της ΕΕ
Αντιθέτως, το Συμβούλιο της Ευρώπης, με έδρα το Στρασβούργο, είχε περιπέσει σε αφάνεια. Αδίκως, καθώς διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην προσπάθεια για αφομοίωση των χωρών της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης στην ευρωπαϊκή οικογένεια. Ιδιαίτερα μετά την πτώση του Τείχους, το 1989, το Συμβούλιο της Ευρώπης, αν και θεσμικά δεν έχει καμία σχέση με την ΕΕ, είχε εξελιχθεί σε άτυπο «προθάλαμο» της Ευρώπης, στον οποίο δοκιμάζονται όσοι φιλοδοξούν να λάβουν «καθεστώς υποψήφιας χώρας».
Σημαντική συμβολή σε αυτή την εξελικτική διαδικασία έχει η νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ), την οποία οφείλουν να τηρούν όλα τα κράτη-μέλη του διεθνούς οργανισμού. Ο σεβασμός των θεμελιωδών δικαιωμάτων αποτελεί απαράβατο όρο και προϋπόθεση για την ενταξιακή τους πορεία.
Κατά τα άλλα, τα κριτήρια συμμετοχής στο Συμβούλιο της Ευρώπης είναι σαφώς πιο χαλαρά από εκείνα για ένταξη στην ΕΕ. Γι αυτό άλλωστε στην αμφικτυονία του Στρασβούργου συμμετέχουν και χώρες που δεν επιθυμούν να προσχωρήσουν στην ΕΕ (όπως η Ελβετία και η Νορβηγία) ή που ακόμη δεν μπορούν ή δεν κρίνεται σκόπιμο να προσχωρήσουν, (όπως η Τουρκία και, μέχρι πρότινος, η Ρωσία).
Τα τελευταία χρόνια η άσκηση κριτικής για την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη Ρωσία ενίοτε προκαλούσε απειλές για «αποχώρηση» ή «στάση πληρωμών» από μία χώρα που είχε φτάσει να συνεισφέρει το 25% του συνολικού προϋπολογισμού του Συμβουλίου της Ευρώπης. Η ρωσική εισβολή στη γειτονική Ουκρανία δεν αφήνει πλέον κανένα περιθώριο για επιείκεια ή για παρερμηνείες.
Σήμερα, με τη Ρωσία εκτός θεσμού, το Συμβούλιο της Ευρώπης αναβαθμίζεται και προωθεί νέες πολιτικές που, υπό άλλες συνθήκες, θα προσέκρουαν στις αντιρρήσεις της Μόσχας. Δεν είναι τυχαίο, για παράδειγμα, ότι το Κόσοβο προωθεί με επιμέλεια και επιμονή την αίτησή του για ένταξη στο Συμβούλιο της Ευρώπης, γνωρίζοντας ότι δεν πρόκειται να αντιμεωπίσει ένα ρωσικό «βέτο».
Αλλά το πιο σημαντικό είναι ότι, στη Συνοδο Κορυφής τις Ισλανδίας (την πρώτη μετά από 18 χρόνια) το Συμβούλιο της Ευρώπης αναβαπτίζεται σε ένα πανευρωπαϊκό φόρουμ κριτικής προς τη Μόσχα. Η απόφασή του για ένα μητρώο καταγραφής ζημιών είναι το πρώτο βήμα για τη θέσπιση ενός διεθνούς μηχανισμού καταβολής αποζημιώσεων με αποδέκτη του τελικού λογαριασμού τη Ρωσία και με το ποσό της αποζημίωσης να προμηνύεται τόσο ιλιγγιώδες, που σίγουρα θα λειτουργήσει αποτρεπτικά για τον επόμενο «επιτιθέμενο» στη μεταπολεμική τάξη πραγμάτων.
ΠΗΓΗ: DEUTSCHE WELLE