Κύμα τρόμου διαπέρασε χθες τις διεθνείς αγορές, όταν τα προβλήματα μεγάλης πορτογαλικής τράπεζας έφεραν ξεπούλημα στα χρηματιστήρια των ΗΠΑ και της Ευρώπης, ανέβασαν κάθετα το κόστος δανεισμού στην ευρωπαϊκή περιφέρεια και ξαναζωντάνεψαν τον εφιάλτη της κρίσης χρεών.
Το πρόβλημα ξεκίνησε από την «Τράπεζα του Αγίου Πνεύματος», την Banco Espírito Santo της Πορτογαλίας, και ήταν το πρώτο δραματικό επεισόδιο που βιώνουν τη φετινή χρονιά οι αγορές της ευρωπαϊκής περιφέρειας. Τα επιτόκια στα ομόλογα του ευρωνότου, που υποχωρούν σταθερά μετά την υπόσχεση της ΕΚΤ να κάνει ό,τι χρειαστεί για να σωθεί το ευρώ και υποχώρησαν σε ναδίρ το α΄ εξάμηνο του έτους, σημείωσαν νέα άνοδο.
Μέσα σε αυτό το κλίμα, ορισμένοι παρατηρητές ρίγησαν με την προοπτική δριμείας επιστροφής της κρίσης στην ευρωζώνη. Οι ψυχραιμότεροι, όμως, σχολιάζουν ότι το πορτογαλικό περιστατικό είναι αυστηρά μεμονωμένο και ότι η αντίδραση των αγορών δεν ήταν παρά αφορμή για διόρθωση από τα πολυετή υψηλά.
Η πέτρα του σκανδάλου
Όλα ξεκίνησαν από τα προβλήματα του επιχειρηματικού ομίλου Espírito Santo International SA (ESI), που από τον περασμένο χρόνο βρίσκεται στο μικροσκόπιο των αρχών για «λογιστικές παρατυπίες». Στις αρχές της εβδομάδας ο όμιλος ESI ανακοίνωσε αδυναμία πληρωμής υποχρεώσεών του για βραχυπρόθεσμο ομόλογο. Η ανακοίνωση προκάλεσε έντονη νευρικότητα για την κατάσταση του τραπεζικού κλάδου της Πορτογαλίας κι έστειλε στα τάρταρα τις μετοχές των θυγατρικών Espirito Santo Financial Group SA (ESFG) και Banco Espirito Santo AS (BES). Η διαπραγμάτευση και των δύο τίτλων ανεστάλη χθες, όταν οι απώλειές τους έφτασαν το 9% και το 17% αντιστοίχως.
Η επιχειρηματική δομή της «οικογένειας» επιχειρήσεων Espirito Santo είναι αρκετά περίπλοκη, αλλά με δυο λόγια έχει ως εξής: Η ESI κατέχει 49% της ESFG, που κατέχει 25% της BES. Η Moody's σχολίασε την πολυπλοκότητα, όταν υποβάθμισε την αξιολόγηση της ESFG σε Caa2 από B2 και ανέφερε ότι η αξιολόγηση επιβαρύνεται από την έλλειψη διαφάνειας για την οικονομική θέση της Espirito Santo Group καθώς και την έκταση της ενδοεταιρικής σύνδεσης και ειδικά το άμεσο και έμμεσο άνοιγμα της ESFG στην ESI.
Χωρίς να προσφέρει λεπτομέρειες για το μετοχικό σύμπλεγμα, η κυβέρνηση της Λισαβόνας επανέλαβε άπειρες φορές ότι η BES είναι απομονωμένη από τα προβλήματα της holding company και δεν υπάρχει κανένας κίνδυνος για τη δημοσιονομική θέση της οικονομίας. Και αρκετοί αναλυτές τονίζουν ότι η BES βρίσκεται σε «σχετικά υγιή κατάσταση» και ότι «είναι επαρκώς κεφαλαιοποιημένη και προστατευμένη» από τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι μη χρηματοοικονομικές δραστηριότητες του ομίλου.
Οι βαθύτεροι φόβοι των επενδυτών
Το ζήτημα είναι ότι, θεωρητικά, η καθυστέρηση της πληρωμής του κουπονιού του ESI δεν θα έπρεπε να μεταδοθεί στον υπόλοιπο τραπεζικό κλάδο της Πορτογαλίας. Αναλυτές τονίζουν όμως ότι το περιστατικό αναβιώνει τους φόβους που συνοδεύουν την έξοδο της Πορτογαλίας ή άλλης χώρας, από το μνημόνιο. Η Πορτογαλία εξήλθε από το πρόγραμμα τον Μάιο «κάτι που εκ των υστέρων αποδεικνύεται πρώιμο», σχολιάζει αναλυτής της RBC Capital Markets στο MarketWatch.
Όπως επισημαίνει ο ίδιος, «ένας από τους βασικούς λόγους που έχουν πέσει τόσο τα yields στις χώρες του ευρωνότου είναι το πρόγραμμα Outright Monetary Transactions της ΕΚΤ. Αν και το εν λόγω πρόγραμμα δεν χρειάστηκε μέχρι στιγμής να χρησιμοποιηθεί, δίνει την υπόσχεση να βοηθήσει τις προβληματικές κυβερνήσεις που θα χρειαστούν βοήθεια, αγοράζοντας κρατικά ομόλογα στη δευτερογενή αγορά.
Η παγίδα (και ο λόγος που οι αναλυτές ανησυχούν για την Πορτογαλία) είναι ότι εφόσον η χώρα δεν βρίσκεται σε πρόγραμμα βοήθειας, δεν έχει πρόσβαση στο ΟΜΤ. Δηλαδή, αν σε μια χώρα που έχει απαλλαγεί από το μνημόνιο υπάρξει πρόβλημα με τις εγχώριες τράπεζες, όπως έπαθε η Πορτογαλία με την Espirito Santo, παραμένει άγνωστο πώς θα επιλυθεί αυτό το πρόβλημα. Μολονότι λοιπόν η παραπάνω περίπτωση δείχνει μεμονωμένη, καταδεικνύει σαφώς τα προβλήματα της πρώιμης εξόδου από το πρόγραμμα διάσωσης, όταν η οικονομία, οι τράπεζες και ο προϋπολογισμός παραμένουν σε αδυναμία».
Ο Jim Reid της Deutsche Bank τονίζει: «Τα προβλήματα της Espirito επαναφέρουν στο επίκεντρο τα ερωτήματα για την ουσιαστική κατάσταση στην οποία βρίσκονται οι περιφερειακές τράπεζες και για τους ατελείς ακόμη μηχανισμούς αντιμετώπισης των προβληματικών τραπεζών».
Άλλωστε, το κλίμα στα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια έχει βαρύνει πανευρωπαϊκά τις τελευταίες μέρες, ιδίως όσον αφορά τους τραπεζικούς τίτλους, λόγω και της ανησυχίας των επενδυτών εν όψει των επικείμενων stress tests της ΕΚΤ και ενδεχόμενες για τις κεφαλαιακές ανάγκες που θα προκύψουν, εγείροντας την ανάγκη για αυξήσεις κεφαλαίου.
Αφορμή για διόρθωση;
Πάντως οι αρχικές έντονες πιέσεις εκτονώθηκαν μέχρι το κλείσιμο των συνεδριάσεων σε Ευρώπη και ΗΠΑ, γεγονός που έδειξε να επιβεβαιώνει όσους αναλυτές θεώρησαν ότι η πορτογαλική υπόθεση χρησιμοποιήθηκε ως «δικαιολογία για πωλήσεις» μετά τη σταθερή βελτίωση στα χρηματιστήρια, που έχει ωθήσει πολλούς δείκτες σε ιστορικά ή πολυετή ρεκόρ.
Ο Steven Wieting της Citi Private Bank δήλωσε: «Η αλήθεια είναι ότι είδαμε ράλι 6% μέσε σε έξι εβδομάδες και οι αγορές ψάχνουν ευκαιρία για διόρθωση. Τίποτε δεν έχει αλλάξει στη θεμελιώδη κατάσταση ούτε στις ΗΠΑ, ούτε στην Ευρώπη... Όταν η αγορά ανεβαίνει, τα μεμονωμένα στοιχεία δεν έχουν μεγάλη σημασία, αλλά όταν η αγορά πέφτει πολλαπλασιάζονται οι φόβοι ότι κάποιος άλλος πουλάει».
Κατά τη διάρκεια της χθεσινής ημέρας, πάντως, πολλές κατηγορίες επενδύσεων βίωσαν τη χειρότερη εμπειρία της φετινής χρονιάς.
Ο δείκτης PSI της Λισαβόνας βούλιαξε 4,2% στη μεγαλύτερη πτώση 9 μηνών, ενώ η διαπραγμάτευση στις μετοχές της Banco Espírito Santo και της μητρικής της Espírito Santo Financial Group ανεστάλη. Την ίδια ώρα τα yields στα πορτογαλικά ομόλογα εκτινάχθηκαν στα ύψη και μάλιστα για λίγο το yield στο subordinated (junior) ομόλογο της Banco Espírito Santo (στο 9,34%) εκτινάχθηκε πάνω από ορισμένα επιτόκια των κρατικών ομολόγων της Αργεντινής (στο 9,13% για τη λήξη 2027). Το yield στο 10ετές πορτογαλικό ομόλογο εκτινάχθηκε 24 μονάδες βάσης στο 3,99% στην ηλεκτρονική πλατφόρμα Tradeweb.
Οι επιδράσεις μεταδόθηκαν στα χρηματιστήρια και στις αγορές ομολόγων της Ευρώπης αλλά και των ΗΠΑ, όπου ο δείκτης Dow Jones άνοιξε με τριψήφιες απώλειες. Ευλόγως, η μεγαλύτερη ένταση επικράτησε στις αγορές της περιφέρειας της ευρωζώνης, με κάθετη πτώση στα χρηματιστήρια και άνοδο στα yields των ομολόγων. Υπό αναστολή διαπραγμάτευσης τέθηκαν χθες και ορισμένες ιταλικές τράπεζες, ενώ μια ισπανική τράπεζα, η Banco Popular Español, ακύρωσε την προγραμματισμένη έκδοση ομολόγου CoCo και μια ιταλική επιχείρηση ακύρωσε την αρχική δημόσια εγγραφή της.
Η ελληνική έκδοση
Το βέβαιο είναι ότι η ελληνική κυβέρνηση δεν... διάλεξε καλή ημέρα για την έκδοση του τριετούς ομολόγου της, καθώς η κρίση επηρέασε τη ζήτηση για ομόλογα της ευρωπεριφέρειας και η Αθήνα άντλησε τα μισά λεφτά σε σχέση με τον προγραμματισμό.
Σχετική ανακοίνωση του ΥΠΟΙΚ ανέφερε: «Παρά το εξαιρετικά δυσμενές κλίμα που διαμορφώθηκε χθες και σήμερα στις διεθνείς αγορές και ιδίως στις αγορές της περιφέρειας, η Ελλάδα άντλησε σήμερα 1,5 δισ. ευρώ από το σύνολο των 3 δισ. ευρώ που ενεγράφη στα βιβλία προσφορών με τοκομερίδιο 3,375% (επιτόκιο 3,5%).
Η κυβέρνηση εκφράζει την ικανοποίησή της που ακόμη μία φορά οι διεθνείς επενδυτές έδειξαν την εμπιστοσύνη τους στην ελληνική οικονομία. Έτσι, συνεχίζεται η προσπάθεια της δημιουργίας μίας πλήρους καμπύλης επιτοκίων».
Αισθηση προκαλεί πάντως και το γεγονός ότι οι αρμόδιοι του Οργανισμού Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (ΟΔΔΗΧ) δεν ανέστειλαν τελικώς την έκδοση, αν και γνώριζαν για τις εξελίξεις στην Πορτογαλία, πριν ακόμη ανοίξει το βιβλίο προσφορών.
«Τεχνικά αυτό ήταν αδύνατο να συμβεί διότι η έξοδος στις αγορές είναι μία διαδικασία που γίνεται με βάση κάποιο προγραμματισμό» επισημαίνουν αρμόδιες πηγές, προσθέτοντας ότι μπροστά σ' αυτήν την κατάσταση η κυβέρνηση είχε δύο επιλογές: ή να αποσυρθεί (pull-off) όπως έπραξαν χθες η ισπανική τράπεζα Banco Popular και άλλοι μικρότεροι «παίκτες» όπως η Fiat, που ζητούσε 1 δισ. ευρώ από ομολογιακό δάνειο αλλά περιορίστηκε στα 800 εκατ. ευρώ, ή να κάνει downsizing της έκδοσης και αντί να αντλήσει 2,5-3 δισ. ευρώ, να αρκεστεί στο 1,5 δισ. ευρώ».