Γιατί «καίγονται» τα κρατικόχαρτα

Γιατί οι υποτιθέμενοι στυλοβάτες της ελληνικής χρηματιστηριακής αγοράς μετατράπηκαν σε «αδύναμους κρίκους» στο ταμπλό της Σοφοκλέους - Οι θέσεις των αναλυτών, τα σενάρια και οι τελευταίες εξελίξεις.

Γιατί «καίγονται» τα κρατικόχαρτα
Αντί για τους ισχυρούς παίκτες, τον ρόλο τελικά του «αδύναμου κρίκου» φαίνεται να λαμβάνουν στη Σοφοκλέους οι μετοχές του ευρύτερου δημόσιου τομέα που προορίζονται για μετοχοποίηση ή ιδιωτικοποίηση.

Ενδεικτικά και μόνο αναφέρεται πως κατά τη συνεδρίαση της Παρασκευής οι ΟΤΕ, ΕΥΑΘ και ΟΛΠ υποχρεώθηκαν σε νέο χαμηλό δωδεκαμήνου, ενώ κάθε άλλο παρά ενθαρρυντικές είναι οι επιδόσεις των υπόλοιπων κρατικόχαρτων. Για παράδειγμα, η ΕΥΔΑΠ έκλεισε στα 3,14 ευρώ (με χαμηλό δωδεκαμήνου τα 3,13), η ΑΤΕbank στο 0,48 ευρώ (χαμηλό στο 0,47), ο ΟΠΑΠ στα 7,50 (χαμηλό στα 7,25 ευρώ), ο ΟΛΘ στα 11,15 ευρώ (χαμηλό στα 9,30) και η ΔΕΗ στα 6,55 (χαμηλό στα 5,25 ευρώ).

Η αλήθεια είναι πως η πορεία των μετοχών των κρατικόχαρτων απογοήτευσε κατά το τελευταίο εξάμηνο, καθώς ακολούθησαν (και αρκετά εξ αυτών με… το παραπάνω) τη γενικότερη χρηματιστηριακή απαξίωση, παρά το γεγονός ότι δεν αντιμετωπίζουν προβλήματα ρευστότητας, οι επιπτώσεις από την κρίση είναι σχετικά περιορισμένες, ενώ παράλληλα οι επιχειρούμενες περικοπές κόστους είναι σε θέση να βελτιώσουν δραστικά τις κερδοφορίες των συγκεκριμένων εταιριών.

Επιπρόσθετα, η πτωτική χρηματιστηριακή πορεία αυτών των μετοχών λαμβάνει χώρα σε μια περίοδο όπου τα utilities βρίσκονται διεθνώς στο επίκεντρο του επενδυτικού ενδιαφέροντος.

Παρ' όλα αυτά, κατά το τελευταίο εξάμηνο, η ΕΥΔΑΠ έχασε στο ταμπλό το 40,8% της αξίας της, η ΕΥΑΘ το 35,8%, ο ΟΛΠ το 44,3%, ο ΟΠΑΠ το 53,1%, ο ΟΛΘ το 29,7% και η ΔΕΗ το 45,2%. Οι δύο τραπεζικοί τίτλοι, ΑΤΕbank και Τ.Τ., υποχώρησαν κατά 85,2% και 70,6% αντίστοιχα.

Η πρώτη πρόταση που έπεσε στο τραπέζι από κυβερνητικούς αξιωματούχους -και αυτή που υιοθετείται τουλάχιστον μέχρι σήμερα- είναι πως οι τρέχουσες αποτιμήσεις είναι ιδιαίτερα χαμηλές και δεν συμφέρει να γίνουν οι ιδιωτικοποιήσεις για να εισπραχθούν... ψίχουλα («θα πουλήσουμε, αλλά δεν θα ξεπουλήσουμε», ανέφεραν χαρακτηριστικά κυβερνητικοί αξιωματούχοι).

Η άποψη αυτή -από τη σοβαρή της πλευρά και όχι από την πολιτικάντικη- βασίζεται στην παραδοχή πως οι τιμές των ελληνικών μετοχών (και των κρατικόχαρτων συμπεριλαμβανομένων) υποχωρούν λόγω της γενικότερης δημοσιονομικής αστάθειας της χώρας και πως, αν υιοθετηθούν τελικά οι αποφάσεις της ευρωπαϊκής συνόδου κορυφής της 21ης Ιουλίου, τότε οι αποτιμήσεις στο Χ.Α. έχουν κάθε λόγο να αυξηθούν σημαντικά.

Σύμφωνα μάλιστα με την ίδια εκδοχή, το «κενό» των προβλεπόμενων εσόδων αυτών των μηνών θα καλυφθεί από τον ΟΠΑΠ (απόκτηση νέων αδειών, χρονική επιμήκυνση στις υπάρχουσες άδειες) και από τον Κρατικό Αερολιμένα Αθηνών (χρονική διεύρυνση της άδειας εκμετάλλευσης) κ.λπ.

Σύμφωνα με τους ίδιους κύκλους, ζημιά στις αποτιμήσεις των κρατικόχαρτων κάνει και η αντίληψη των αγορών πως η κυβέρνηση θα βγει με μαζικές πωλήσεις περιουσιακών της στοιχείων σε σύντομο χρονικό διάστημα, άρα είναι πολύ πιθανό να δεχτεί να ρευστοποιήσει σε πολύ χαμηλές αποτιμήσεις υπό την πίεση των πιστωτών της.

Την αντίθεση άποψη εκφράζουν, ωστόσο, αρκετοί αναλυτές. Ενδεικτική είναι η θέση της Cheuvreux. Ο διεθνής οίκος σε πρόσφατη έκθεσή του αναφέρει χαρακτηριστικά:

«Πιστεύουμε πως δεν είναι προς όφελος του κράτους να καθυστερήσει περαιτέρω τη διαδικασία. Πριν από έξι μήνες γράψαμε σε έκθεσή μας σχετική με τις ιδιωτικοποιήσεις ότι νέες καθυστερήσεις θα μπορούσαν να έχουν ως αποτέλεσμα χαμηλότερες τιμές για τα προς πώληση περιουσιακά στοιχεία. Και αποδείχτηκε πως είχαμε δίκιο, τουλάχιστον για τα περιουσιακά στοιχεία που είναι διαπραγματεύσιμα στο Χρηματιστήριο της Αθήνας.

Πιστεύουμε πως αυτό θα συνεχιστεί ως τάση. Οι λόγοι είναι απλοί. Οι επενδυτές προτιμούν να μην εμπλακούν σε διαδικασία ιδιωτικοποίησης, χωρίς να υπάρχει σαφήνεια για τις επιχειρηματικές προοπτικές της Ελλάδας. Όσο η κρίση βαθαίνει, τόσο οι προοπτικές επιδεινώνονται.

Και επίσης αντιλαμβανόμαστε πως ο μόνος θετικός καταλύτης για τη ρευστοποίηση περιουσιακών στοιχείων θα σχετίζεται λιγότερο με τη μείωση του ελληνικού χρέους και περισσότερο με την αλλαγή στη δομή των αγορών που συνδέονται με τις αποκρατικοποιήσεις (τυχερά παιχνίδια, ενέργεια κ.λπ.).

Πιστεύουμε πως η κυβέρνηση πρέπει να προσπαθήσει σκληρά προκειμένου να επιτύχει τους μη οικονομικούς στόχους της ατζέντας των ιδιωτικοποιήσεων (π.χ. χρονοδιάγραμμα ιδιωτικοποιήσεων και διεκπεραίωση όλων των projects)», καταλήγει η Cheuvreux.

Υπάρχει βέβαια και η ενδιάμεση πρόταση, άλλων αναλυτών, που πιστεύουν πως οι ιδιωτικοποιήσεις θα μπορούσαν να καθυστερήσουν λίγους μήνες, αρκεί μέσα στο χρονικό διάστημα αυτό να ληφθούν αποφάσεις ικανές να τονώσουν τις προοπτικές των υπό πώληση εταιριών και έτσι να αυξηθεί και το τίμημα της πώλησης.

Σε πρώτη φάση, οι αναλυτές καλωσορίζουν μεν τη μείωση του λειτουργικού κόστους, υποστηρίζοντας ωστόσο πως υπάρχουν ακόμη περιθώρια για σημαντικές μειώσεις στις μισθολογικές δαπάνες (στον αριθμό των απασχολουμένων ή/και στο επίπεδο των μισθών). Και παράλληλα θέτουν ζητήματα τόσο για το καθεστώς μονιμότητας όσο και για κάποια μακροχρόνια συνταξιοδοτικά προγράμματα που επιβαρύνουν υπέρμετρα τις εισηγμένες εταιρίες.

Επιπλέον, οι συγκεκριμένοι αναλυτές εστιάζουν στην αναγκαιότητα εφαρμογής άλλων πολιτικών, προκειμένου να βελτιωθούν οι μελλοντικές προοπτικές (άρα και οι αποτιμήσεις) των υπό πώληση περιουσιακών στοιχείων.

Οι κινήσεις αυτές, υποστηρίζουν, είναι μέχρι σήμερα λίγες σε αριθμό (για παράδειγμα, οι δρομολογούμενες απορροφήσεις και άλλων λιμένων από ΟΛΠ και ΟΛΘ, ή η απευθείας συνεργασία της ΕΥΔΑΠ με τους καταναλωτές και όχι μέσω της τοπικής αυτοδιοίκησης, κ.λπ.).

Αντίθετα, μάλλον αρνητικά επιδρούν οι κυβερνητικοί χειρισμοί στην αποτίμηση του ΟΠΑΠ, καθώς υπάρχει ο φόβος πως οι δρομολογούμενες κινήσεις του αποσκοπούν περισσότερο στο να εξυπηρετήσουν τις ανάγκες του κρατικού προϋπολογισμού και λιγότερο τις προοπτικές ανάπτυξης του οργανισμού.

Σε κάθε περίπτωση, οι πρόσφατες ραγδαίες εξελίξεις στο μέτωπο των συζητήσεων μεταξύ Ελλάδας και Ευρωπαίων για το μέλλον της χρηματοδότησης του ελληνικού χρέους είναι πολύ πιθανό να επηρεάσουν σημαντικότατα τόσο την πολιτική των αποκρατικοποιήσεων όσο και τη γενικότερη πορεία της οικονομίας.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v