Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Τράπεζες: Στενότης… τέχνας κατεργάζεται!

Τι περιλαμβάνει το «οπλοστάσιο» των ελληνικών τραπεζών σε περίπτωση που ενταθεί η διεθνής κρίση. Πώς σκέφτονται να αντλήσουν νέα κεφάλαια. Τι αλλάζει στις χορηγήσεις. Προβληματίζει το μέλλον των θεσμικών.

  • του Στέφανου Κοτζαμάνη
Τράπεζες: Στενότης… τέχνας κατεργάζεται!
Τι περιλαμβάνει το «οπλοστάσιο» των ελληνικών τραπεζών σε περίπτωση που ενταθεί η διεθνής κρίση - Πώς σκέφτονται να αντλήσουν νέα κεφάλαια και τι αλλάζει στο μέτωπο των χορηγήσεων - Γιατί επικρατεί έντονος προβληματισμός για το μέλλον των Ελλήνων θεσμικών επενδυτών.

Χωρίς υπόβαθρο υπαρκτών προβλημάτων στην οικονομική κατάσταση των ελληνικών τραπεζών εμφανίζονται να είναι οι «ανωμαλίες» που παρατηρούνται το τελευταίο διάστημα στον δανεισμό μέσω της διατραπεζικής αγοράς, έναν μηχανισμό που εξασφαλίζει στις τράπεζες βραχυπρόθεσμη ρευστότητα.

Σύμφωνα με διασταυρωμένες πληροφορίες, αρκετές τράπεζες προτιμούν είτε να διακρατούν οι ίδιες την υπερβάλλουσα προσφορά που διαθέτουν είτε να δανείζουν χρήματα στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, προκειμένου εκείνη πλέον με τη σειρά της να δανείσει τις τράπεζες που ζητούν πρόσθετη ρευστότητα.

Όπως αναφέρουν έγκυρες πηγές, αυτό δημιουργεί πρόσκαιρο «φρακάρισμα» στην απευθείας διατραπεζική αγορά, με αποτέλεσμα ενίοτε και την άνοδο του κόστους του δανεισμού, χωρίς ωστόσο να υπάρχει -τουλάχιστον σε αυτή τη φάση- οποιαδήποτε υπόνοια συστημικού κινδύνου, ή γενικότερα μιας κατάστασης που να απειλεί τις ελληνικές τράπεζες και τους πελάτες τους.

«Σ’ αυτή την ταραχώδη περίοδο για το διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα, οι ελληνικές τράπεζες βρίσκονται ίσως στην καλύτερη δυνατή μοίρα», ανέφερε στο Euro2day.gr ανώτατο τραπεζικό στέλεχος, προσθέτοντας ότι «ακόμη και εκείνες οι τράπεζες που έχουν χορηγήσεις μεγαλύτερες των καταθέσεών τους δεν αντιμετωπίζουν προβλήματα με την καθαρότητα του ισολογισμού τους, είτε με σύνθετα προϊόντα είτε γενικότερα με φαινόμενα που γονατίζουν τις τράπεζες του εξωτερικού».

«Ακόμη και αν παρουσιαστεί κάποιο πρόβλημα στις παρυφές του συστήματος», υπογράμμισε άλλο στέλεχος (εννοώντας κάποια μικρού μεγέθους τράπεζα), «κάτι που αυτή τη στιγμή τουλάχιστον δεν διαφαίνεται στον ορίζοντα, το ίδιο το σύστημα θα το επιλύσει».

---«Κυνήγι» μετρητών

Παρ' όλα αυτά, στις τράπεζες αντιλαμβάνονται ότι βιώνουν μια δύσκολη περίοδο, η οποία απαιτεί ψυχραιμία και προσεκτικές κινήσεις.

Οι ελληνικές τράπεζες έχουν καταφέρει να εξασφαλίσουν την απαιτούμενη ρευστότητά τους για ολόκληρο το 2008 και τώρα σχεδιάζουν πώς θα δράσουν για την άντληση κεφαλαίων του 2009.

Η Εθνική Τράπεζα, για παράδειγμα, αναμένεται να απευθυνθεί στην αγορά και να ζητήσει 1 - 1,5 δισ. ευρώ καλυμμένα ομόλογα μέχρι το τέλος του 2008, η Πειραιώς σχεδιάζει την τιτλοποίηση δανείων μικρομεσαίων επιχειρήσεων, η Eurobank προετοιμάζει την έκδοση καλυμμένων ομολόγων κ.λπ.

Εκτός των κινήσεων αυτών, έχουν προηγηθεί και άλλες, όπως η έκδοση μετατρέψιμου ομολογιακού δανείου από την Τράπεζα Κύπρου, η έκδοση προνομιούχων μετοχών από την Εθνική Τράπεζα κ.λπ.

Πέραν όμως όλων αυτών, οι αναλυτές θεωρούν ότι υπάρχουν και άλλοι επιβοηθητικοί τρόποι άντλησης ρευστότητας για το εγχώριο τραπεζικό σύστημα, όπως:

* Η διανομή χαμηλότερων μερισμάτων (ιδίως τώρα που η φορολόγησή τους αυξήθηκε) ή η εθελοντική διανομή μερίσματος με τη μορφή μετοχών.

* Η ρευστοποίηση περιουσιακών στοιχείων (π.χ. μη χρησιμοποιούμενα ακίνητα) και θυγατρικών εταιριών, προκειμένου να αντληθεί ρευστότητα. Ενδεικτικές είναι οι περιπτώσεις των ασφαλιστικών της Εθνικής Τράπεζας και της ΑΤΕ Ασφαλιστικής.

* Στις κυπριακές τράπεζες, η νέα «χαλάρωση» των όρων που επιβάλλει η Κεντρική Τράπεζα Κύπρου στις καταθέσεις του international banking.

* Αυξήσεις κεφαλαίου με καταβολή μετρητών σε περιπτώσεις όπου βασικοί μέτοχοι είναι σε θέση να καλύψουν τις εκδόσεις.

* Δυνατότητα πώλησης ιδίων μετοχών, που άλλες φορές μέχρι σήμερα έχει επιτραπεί από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και άλλες φορές όχι.

* Αποφυγή εγκρίσεων επικίνδυνων δανείων, μείωση «γραμμών δανεισμού» σε επίφοβες επιχειρήσεις, προσπάθεια για αύξηση των τιτλοποιήσεων κ.λπ.

Τι αλλάζει στις χορηγήσεις

Τα στοιχεία της Τραπέζης της Ελλάδος είναι σαφή: οι ελληνικές τράπεζες έχουν πλέον στρέψει το ενδιαφέρον τους και πάλι στον δανεισμό των επιχειρήσεων, κρατώντας επιφυλακτικότερη στάση απέναντι στην καταναλωτική πίστη και στα στεγαστικά δάνεια.

Σύμφωνα με τα στοιχεία του Ιουλίου, τα δάνεια προς επιχειρήσεις αυξήθηκαν κατά 22,4% και προς τα νοικοκυριά μόνο κατά 17,8%. Η εικόνα αυτή είναι αντίστροφη με αυτή του Ιουλίου του 2007, όταν τα δάνεια προς τα νοικοκυριά «έτρεχαν» τότε με 23,9% και τα επιχειρηματικά με 17,7%.

Τέσσερις είναι οι κυριότεροι λόγοι που ερμηνεύουν αυτή την αναστροφή:

Πρώτον, ο φόβος για την πορεία των τιμών των ακινήτων και τα αυξημένα επιτόκια έχουν περιορίσει σημαντικά τη ζήτηση για νέα στεγαστικά δάνεια, η οποία ωστόσο διατηρείται σε αρκετά ικανοποιητικά επίπεδα.

Δεύτερον, οι τράπεζες απορρίπτουν πάνω από το 50% των αιτήσεων για καταναλωτικά δάνεια, φοβούμενες πιθανές επισφάλειες στο μέλλον, ιδίως λόγω και των έμμεσων επιπτώσεων στην ελληνική οικονομία από τη διεθνή κρίση.

Τρίτον, η έναρξη των μεγάλων κατασκευαστικών έργων που απαιτεί σημαντικές δανειακές εκταμιεύσεις.

Τέταρτον, το γεγονός ότι οι τράπεζες «ανακάλυψαν» τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, ο δανεισμός των οποίων αυξάνεται με υψηλούς ρυθμούς, προκειμένου να αναπληρωθεί το «κενό» του growth από τη στεγαστική πίστη.

Αυτό που επίσης ξεχωρίζει κατά το επτάμηνο του 2008 είναι ο υψηλός ρυθμός αύξησης της χρηματοδότησης των επιχειρήσεων μέσα από την έκδοση νέων εταιρικών ομολόγων. Και δεν πρόκειται μόνο για μετατροπές ήδη υφιστάμενων βραχυπρόθεσμων δανείων σε ομολογιακά, προκειμένου οι επιχειρήσεις να βελτιώσουν τη ρευστότητά τους.

Αυτό που επίσης παρατηρείται συχνά είναι οι ίδιες οι τράπεζες να ζητούν από τις επιχειρήσεις να μετατρέψουν τις βραχυπρόθεσμες δανειακές υποχρεώσεις τους σε ομολογιακές.

Την ίδια ώρα λοιπόν που οι τράπεζες «κλείνουν την κάνουλα» της χρηματοδότησης προς αρκετές επιχειρήσεις, έρχονται σε άλλες επιχειρήσεις και επιδιώκουν οι ίδιες τη μετατροπή των βραχυπρόθεσμων δανείων τους σε ομολογιακά. Παράγοντες της αγοράς εκτιμούν ότι δύο είναι οι πιθανότεροι λόγοι που ερμηνεύουν μια τέτοια πολιτική:

Πρώτον, η επιβολή κυμαινόμενων επιτοκίων στα ομολογιακά δάνεια, με βάση όχι το Euribor 3μήνου αλλά, για παράδειγμα, το Euribor 12μήνου, το οποίο είναι υψηλότερο.

Και δεύτερον (και μάλλον κυριότερο), η επιδίωξη από τις τράπεζες να τιτλοποιήσουν τέτοια δάνεια, αντλώντας υψηλή ρευστότητα από την αγορά. Το ζήτημα βέβαια είναι πόσο εύκολες είναι οι τιτλοποιήσεις σε μια περίοδο όπως η τρέχουσα ή αυτή που θα ακολουθήσει μέσα στο 2009.

Ζητείται «κατανόηση»

Γεγονός επίσης είναι η πολιτική της επανατιμολόγησης (repricing) την οποία έχουν ξεκινήσει οι τράπεζες, αυξάνοντας τα spreads των δανείων για κεφάλαια κίνησης και αναθεωρώντας προς τα πάνω τα επιτόκια για τις νέες μακροπρόθεσμες συμβάσεις.

Ενδιαφέρον επίσης παρουσιάζει το γεγονός ότι οι τράπεζες έχουν απευθυνθεί σε επιχειρήσεις που ήδη έχουν υπογράψει μακροχρόνιες συμβάσεις με σχετικά ευνοϊκούς (προ της κρίσης) όρους και ζητούν από αυτές να δεχτούν να μεταβάλουν τους όρους των δανείων προς τα πάνω…

Ουσιαστικά, οι τράπεζες ζητούν «την κατανόηση των επιχειρήσεων στο πλαίσιο μιας μακροχρόνιας συνεργασίας μεταξύ των δύο πλευρών»…

Κλίμα ανησυχίας στους θεσμικούς

Έντονο κλίμα ανησυχίας επικρατεί στον χώρο των Ελλήνων θεσμικών επενδυτών, καθώς υπάρχει ο φόβος ότι η ελληνική αγορά κινδυνεύει να περάσει σε λιγότερα «χέρια» και, το κυριότερο, να δει το μέγεθός της να συρρικνώνεται ακόμη περισσότερο.

Ο προβληματισμός για τον κλάδο βέβαια προϋπήρχε της κρίσης που προήλθε από τα subprime loans, ωστόσο το τελευταίο διάστημα οι προοπτικές δείχνουν περισσότερο… ομιχλώδεις.

Παράγοντες της αγοράς, για παράδειγμα, φοβούνται μήπως οι τράπεζες επαναλάβουν αυτό που έπραξαν κατά την περίοδο 2003 - 2005, όταν απορρόφησαν θυγατρικές και μη εταιρίες επενδύσεων χαρτοφυλακίου προκειμένου να προχωρήσουν σε έμμεση αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου τους.

Το σενάριο αυτό θα μπορούσε να επαναληφθεί και μέσα στο 2009, όχι μόνο λόγω των κεφαλαιακών αναγκών που ενδεχομένως θα έχουν οι τράπεζες, αλλά και εξαιτίας των τεράστιων πλέον discounts με τα οποία διαπραγματεύονται σήμερα οι ΑΕΕΧ (υπερβαίνουν συχνά το 30%).

Για να γίνει μάλιστα ένα τέτοιο deal δεν είναι απαραίτητο να υπάρχει καν μετοχική σχέση μεταξύ τράπεζας και ΑΕΕΧ. Μέσα από μια τέτοια συγχώνευση, οι τράπεζες θα αντλήσουν πολυπόθητα κεφάλαια και οι μέτοχοι των ΑΕΕΧ θα εξαλείψουν το discount αν επιτύχουν όρους ανταλλαγής με αποτίμηση το ύψος του ενεργητικού τους, ωστόσο θα πληγεί το μέλλον της ελληνικής κεφαλαιαγοράς.

Πιθανό αντικίνητρο ενός τέτοιου ενδεχομένου είναι πλέον το χαμηλό ύψος του ενεργητικού των περισσότερων ΑΕΕΧ, έτσι ώστε για τις τράπεζες «να μην αξίζει τον κόπο».

Στον χώρο των αμοιβαίων κεφαλαίων, επίσης, ανοιχτό θα παραμείνει το ενδεχόμενο για εντονότερη συγκέντρωση της αγοράς, καθώς κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει την πιθανότητα πώλησης ορισμένων ΑΕΔΑΚ, προκειμένου οι μητρικές τους εταιρίες (τράπεζες ή ασφαλιστικές, εγχώριες ή του εξωτερικού) να αντλήσουν πολυπόθητη ρευστότητα.

Ο μεγαλύτερος φόβος, ωστόσο, δεν είναι η μείωση των «παικτών», η απώλεια δηλαδή κάποιων θέσεων εργασίας. Άλλωστε, σύμφωνα με ορισμένους παράγοντες της αγοράς, αυτό αποτελεί μονόδρομο προκειμένου να γίνει εκμετάλλευση οικονομιών κλίμακας. Το μείζον πρόβλημα είναι ο φόβος για μια επιπρόσθετη μείωση του ενεργητικού, προερχόμενη από την πορεία των μετοχών και των ομολόγων διεθνώς, αλλά και την οικονομική στενότητα που πιθανόν να υπάρξει σε αρκετά ελληνικά νοικοκυριά (αυξημένες εξαγορές).

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v