Μπορεί η πολιτική σημαντικής αποκλιμάκωσης των επιτοκίων που φαίνεται να έχει υιοθετήσει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να επιδρά θετικά στην πραγματική οικονομία και στο χρηματιστήριο, ωστόσο συρρικνώνει τις ήδη χαμηλές αποδόσεις που καρπώνονται σήμερα οι αποταμιευτές και τους στρέφει ενδεχομένως στην αναζήτηση εναλλακτικών επιλογών.
Από την άλλη πλευρά πάντως, κάποιος θα μπορούσε να υποστηρίξει πως μπορεί μεν οι προσδοκώμενες αποδόσεις στις επενδύσεις σταθερού εισοδήματος να περιορίζονται, όμως από την άλλη, αναμένεται και η διατήρηση του πληθωρισμού σε χαμηλότερα επίπεδα από αυτά της διετίας 2022-2023. Σε κάθε περίπτωση πάντως, οι αποταμιευτές θα κληθούν να αναλάβουν κάποιο -μικρότερο ή μεγαλύτερο- ρίσκο, αν επιθυμούν να απολαύσουν αποδόσεις που θα υπερβαίνουν το ύψος του πληθωρισμού.
Πώς όμως έχουν σήμερα τα πράγματα; Με την ΕΚΤ να έχει ήδη μειώσει το βασικό της επιτόκιο στο 3,25% και να προβλέπεται πως αυτό θα υποχωρήσει γύρω στο 2% έως το τρίτο τρίμηνο του 2025 οι τράπεζες αναμένεται να προχωρήσουν σε νέες μειώσεις των προσφερόμενων επιτοκίων τους στις προθεσμιακές τους καταθέσεις (για τις υπόλοιπες κατηγορίες καταθέσεων, τα επιτόκια ήδη είναι οριακά, ή μηδενικά).
Αν σήμερα για ένα ποσό της τάξεως των 50.000-100.000 ευρώ οι τράπεζες προσφέρουν για δωδεκάμηνη δέσμευση μεταξύ του 0,5% και του 1% (οι τόκοι φορολογούνται με 15% στην πηγή), αναμένεται πως θα δούμε αρκετές νέες μειώσεις τους επόμενους εννέα μήνες, με αποτέλεσμα οι σημερινές πενιχρές αποδόσεις να καταστούν ακόμη πιο χαμηλές.
Τα νοικοκυριά σήμερα μπορούν να συμμετέχουν στις δημοπρασίες για την απόκτηση Εντόκων Γραμματίων του Ελληνικού Δημοσίου (ΕΓΕΔ) για ποσά έως 15.000 ευρώ, ενώ αν θέλουν να τα αποκτήσουν από τη δευτερογενή αγορά, θα πρέπει να επιβαρυνθούν με προμήθειες.
Η τελευταία έκδοση ΕΓΕΔ αφορούσε τίτλους διάρκειας έξι μηνών και προσέφερε αφορολόγητο ετησιοποιημένο επιτόκιο 2,71%, όταν πριν από ένα έτος η σχετική απόδοση προσέγγιζε το 4%. Όπως όλα δείχνουν, οι επόμενες δημοπρασίες θα κινηθούν σε αρκετά χαμηλότερα επίπεδα και σε κάποια φάση θα υποχωρήσουν μέσα στο 2025, ενδεχομένως και κάτω από το ψυχολογικό φράγμα του 2%.
Τα νεοεκδιδόμενα Ομολογιακά Αμοιβαία Κεφάλαια συγκεκριμένης χρονικής διάρκειας (Target Maturity) προσφέρουν μια εκτιμώμενη ετήσια (αφορολόγητη) απόδοση για τα επόμενα δύο ή πέντε χρόνια που κυμαίνεται γύρω στο 2% ή και λίγο χαμηλότερα. Ενδεχομένως, το επόμενο δωδεκάμηνο οι νέες εκδόσεις Α/Κ της συγκεκριμένης κατηγορίας να υποχρεωθούν να προσφέρουν και αυτές μικρότερες ενδεικτικές ετήσιες αποδόσεις.
Σε ό,τι αφορά τα εταιρικά ομόλογα που διαπραγματεύονται στο Χρηματιστήριο της Αθήνας, η πτωτική τάση των επιτοκίων έχει ανεβάσει σημαντικά τις τρέχουσες τιμές τους και έχει συρρικνώσει τις προσφερόμενες αποδόσεις τους (yields, οι τόκοι φορολογούνται με συντελεστή 15% στην πηγή).
Η ουσία είναι πως στις συγκεκριμένες επενδύσεις, πέρα από την αξιοπιστία κάθε επιχείρησης-εκδότη και τη χρονική διάρκεια έως τη λήξη του ομολόγου, θα πρέπει να συνεξετάζεται όχι μόνο το προσφερόμενο «κουπόνι» (ονομαστικό επιτόκιο) αλλά και το αν ο τίτλος διαπραγματεύεται πάνω ή κάτω από το «100» προκειμένου να προκύψει η πραγματική απόδοση (yield) που θα καρπωθεί ο επενδυτής.
Με βάση τις τρέχουσες τιμές των ομολόγων (24/10/2024), οι αποδόσεις των εισηγμένων εταιρικών ομολόγων κυμαίνονται μεταξύ του 3,2% και του 5,1%, ανάλογα με την εταιρεία και την περίοδο έως τη λήξη.
Ενδεικτικά αναφέρονται οι περιπτώσεις αποδόσεων:
- της Metlen (3,78%, λήξη 10ος 2029),
- του ΟΠΑΠ (3,566%, λήξη 10ος 2027),
- της Noval (4,14%, λήξη 12ος του 2028),
- της Autohellas (4,255%, λήξη 1ος 2029),
- της ElvalHalcor (4,01%, λήξη 11ος του 2028),
- της ΓΕΚ-ΤΕΡΝΑ (4,487%, λήξη 12ος 2028),
- της Premia Properties (3,802%, λήξη 1ος 2027),
- της Prodea (4,536%, λήξη 7ος 2028),
- της R1 Energy (5,1%, λήξη 12ος 2026),
- της ΤΕΡΝΑ Ενεργειακή (3,13%, λήξη 10ος 2026) και
- της Motor Oil (3,841%, λήξη 7ος 2026).