Οι χαμηλοί δείκτες P/E, η ικανοποιητική ρευστότητα, η διεθνοποίηση των εργασιών και οι θετικές προοπτικές ανάπτυξης αποτελούν χαρακτηριστικά των περισσότερων εισηγμένων εταιρειών που δραστηριοποιούνται στον κλάδο των πλαστικών. Από την άλλη πλευρά, αγκάθι για τις περισσότερες μετοχές του κλάδου στο Χρηματιστήριο της Αθήνας (με εξαίρεση τα Πλαστικά Θράκης) αποτελεί η χαμηλή τους εμπορευσιμότητα και η συνεπακόλουθη απουσία θεσμικών χαρτοφυλακίων σε αυτές.
Σχεδόν όλες οι εισηγμένες του κλάδου έχουν διεθνοποιημένο προσανατολισμό, (ειδικότερα, τα Πλαστικά Κρήτης, τα Πλαστικά Θpάκης και η Flexopack διαθέτουν παραγωγικές μονάδες και στο εξωτερικό), ενώ η Δάιος Πλαστικά δραστηριοποιείται παράλληλα στο χώρο των ξενοδοχείων (Θεσσαλονίκη και Κρήτη).
Με βάση τις τιμές των μετοχών κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης της 16ης/5/2024 και των οικονομικών αποτελεσμάτων του 2023 (βλέπε στοιχεία παρατιθέμενων πινάκων), παρατηρείται μεταξύ άλλων, ότι:
• Οι τέσσερις από τις πέντε εισηγμένες διαπραγματεύονται με P/E μεταξύ του 6,5 και του 10,85.
- Τα Πλαστικά Κρήτης έχουν θετικό καθαρό ταμείο που υπερβαίνει τα εκατ. ευρώ, ενώ ο καθαρός δανεισμός για Flexopack και Πλαστικά Θpάκης είναι πολύ χαμηλός (πχ δείκτης καθαρού δανεισμού προς EBITDA) και αυτό παρά τις πολύ σημαντικές επενδύσεις που υλοποιούν κάθε χρόνο.
- Οι τρεις από τις πέντε εισηγμένες -Πλαστικά Θpάκης, Flexopack και Πλαστικά Κρήτης- θα προχωρήσουν και φέτος σε χρηματικές διανομές προς τους μετόχους τους, με την τελευταία να έχει δημοσιοποιήσει μέχρι σήμερα το ποσό που προτίθεται να μοιράσει (πολύ χαμηλό το payout ratio της Flexopack, δηλαδή το ποσοστό του διανεμόμενου μερίσματος επί των ετήσιων κερδών).
- Flexopack, Πλαστικά Θpάκης και Δάιος διαπραγματεύονται κάτω από τη λογιστική τους αξία, με τα Πλαστικά Κρήτης να μην απέχουν πολύ από αυτή.
Οι φετινές προοπτικές
Ποιες όμως είναι οι φετινές προοπτικές αυτών των εταιρειών;
Τα Πλαστικά Θpάκης σημείωσαν κατά το πρώτο φετινό τρίμηνο αύξηση του EBITDA κατά 5% έως 10%, ενώ παράλληλα η διοίκηση της εισηγμένης εξέφρασε τη συγκρατημένη αισιοδοξία της και για τους υπόλοιπους μήνες της χρονιάς, με δεδομένη την ευρύτερη αβεβαιότητα που επικρατεί σε διεθνές επίπεδο. Κατά την περίοδο 2019-2023 υλοποιήθηκαν μεγάλες επενδύσεις (150 εκατ. ευρώ) που αύξησαν το capacity και την ευελιξία των μονάδων παραγωγής, ενώ για φέτος προϋπολογίζονται επενδύσεις της τάξεως των 30 εκατ. ευρώ.
Σύμφωνα με τη διοίκηση των Πλαστικών Κρήτης, με βάση τα δεδομένα που υπήρχαν στο τέλος του φετινού Απριλίου, ο εισηγμένος Όμιλος αναμένει για φέτος αύξηση του όγκου των πωλήσεων και της κερδοφορίας κατά 7% έως 10% σε σχέση με το 2023.
Από την πλευρά της, η διοίκηση της Δάιος Πλαστικά θεωρεί πως η μείωση του όγκου των πωλήσεων κατά το πρώτο περυσινό εξάμηνο ήταν συγκυριακή και ότι για φέτος: α) Στο βιομηχανικό τομέα προσδοκά θετική επίδραση στα συνολικά αποτελέσματα β) Στην ξενοδοχειακή μονάδα της Θεσσαλονίκης αναμένεται αυξημένος κύκλο εργασιών, ωστόσο λόγω των έντονων διακυμάνσεων στη ζήτηση που κυρίως οφείλονται σε εξωγενείς παράγοντες, δεν δύναται στην παρούσα φάση να ποσοτικοποιηθεί με σχετική βεβαιότητα γ) Στην ξενοδοχειακή μονάδα της θυγατρικής εταιρίας Hellas Holiday Hotels για το 2024, με βάση τα τρέχοντα δεδομένα και τις υπάρχουσες προκρατήσεις για τους καλοκαιρινούς μήνες, υπάρχει συγκρατημένη αισιοδοξία για βελτιωμένες επιδόσεις, τουλάχιστον σε επίπεδο κύκλου εργασιών.
Η διοίκηση της Flexopack εμφανίζεται πάντοτε συγκρατημένη στις εκτιμήσεις της. Σύμφωνα πάντως με τον CEO της εισηγμένης Σπύρο Γκινοσάτη, οι επιπτώσεις των πληθωριστικών πιέσεων εξακολουθούν και φέτος να πιέζουν τη ζήτηση -ιδιαίτερα στην Ευρώπη- με τους καταναλωτές να είναι προσεκτικοί στις αγορές τους. Παρόλα αυτά, η διοίκηση της Flexopack εκφράζει τη συγκρατημένη αισιοδοξία της για το 2024, καθώς συνεχίζονται οι επενδύσεις και γίνονται συνεχώς κινήσεις για την προσέλκυση νέων πελατών.
Τέλος, η διοίκηση της Παΐρης αφού αναφέρεται σε αύξηση των τιμών των πρώτων υλών που χρησιμοποιεί και των μεταφορικών, σημειώνει γενικόλογα πως «στόχος για τη χρήση 2024 είναι η συνέχιση της ορθής οικονομικής διαχείρισης και χρήσης των παραγωγικών συντελεστών, ώστε ο Όμιλος να επιτύχει αύξηση της παραγωγικότητας, δηλαδή αύξηση της παραγωγής ή μείωση του κόστους παραγωγής, πραγματοποιώντας στοχευμένες επενδύσεις σε πάγιο ενεργητικό, για να επιτύχει την αύξηση της ανταγωνιστικότητας και τη διεύρυνση του μεριδίου αγοράς».