Οι ευρωπαϊκές μετοχές αποτελούν ίσως την πιο υποτιμημένη περιοχή μετοχών ανάμεσα στο φάσμα των ανεπτυγμένων αγορών, χωρίς ωστόσο και φέτος να μπορεί ο δείκτης Stoxx 600 να ξεπεράσει τον αμερικανικό δείκτη S&P 500.
H υποαπόδοση, ωστόσο, δεν είναι κάτι νέο αλλά βασικό χαρακτηριστικό του τρέχοντος ανοδικού κύκλου. Από το τέλος Οκτωβρίου του 2009, ο ευρωπαϊκός δείκτης-βαρόμετρο έχει αποδώσει περίπου 160% και ο αμερικανικός δείκτης 280%.
Η ευρωπαϊκή οικονομία και οι ευρωπαϊκές μετοχές βρίσκονται σε εντελώς διαφορετικό βηματισμό από τις αμερικανικές, αφού οι ευρωπαϊκές εταιρείες δεν έχουν επωφεληθεί από τις αγορές των ιδίων μετοχών όπως στις ΗΠΑ, ωστόσο η απόδοση των μερισμάτων τους είναι ιδιαίτερα υψηλή και οι ισολογισμοί των επιχειρήσεων βρίσκονται σε καλή κατάσταση.
Παρά τις αποτιμήσεις των μετοχών και τα εταιρικά κέρδη που εξακολουθούν να είναι ελκυστικά, το κοινό χαρακτηριστικό σε όλη τη διάρκεια της περιόδου ήταν ο πολιτικός κίνδυνος που συνοδεύει την Ευρώπη και η αδυναμία της να κινηθεί γρήγορα και αποτελεσματικά ως μία ενωμένη δύναμη, παρότι το επίπεδο των επιτοκίων κινείται στα χαμηλότερα επίπεδα όλων των εποχών.
Στην τρέχουσα περίοδο και πάλι ο πολιτικός φόβος είναι ένα από τα ζητήματα που κρατάει αποδόσεις χαμηλά. Τα εκλογικά αποτελέσματα σε Γερμανία, Ιταλία, οι πολιτικές ζυμώσεις σε Βέλγιο, Αυστρία και οι σχέσεις με το Η.Β. και το Brexit αποτελούν τροχοπέδη.
Ειδικά στη Γερμανία, το αποτέλεσμα στις περιφερειακές εκλογές στη Θουριγγία φέρνει και πάλι την πιθανότητα πολιτικής αλλαγής πολύ κοντά. Τα κόμματα του μεγάλου συνασπισμού που κυβερνούν, έχασαν πανηγυρικά νώ πλέον ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας Μ. Scholz θα μπορούσε να χάσει την ηγεσία του SPD. Η αδύναμη οικονομία, οι προκλήσεις της εξωτερικής πολιτικής, όπως οι εμπορικοί πόλεμοι των ΗΠΑ, το Brexit και οι ανανεωμένες ανησυχίες για μια πιθανή εισροή προσφύγων, δημιουργούν περισσότερα προβλήματα στη Μέρκελ, ενώ ένα ενδεχόμενο πρόωρο τέλος στη θητεία της καγκελαρίου είναι ό,τι δεν χρειάζεται η Ευρώπη τη δεδομένη στιγμή.
Αναφορικά με το Brexit, το Η.Β. κινείται πλέον σε προεκλογική τροχιά. Στις πρόσφατες δημοσκοπήσεις, οι Εργατικοί έχουν πλησιάσει ελαφρά τους Συντηρητικούς κατά περίπου τρεις ποσοστιαίες μονάδες (Συντηρητικοί 36%, Εργατικοί 24%), με τους Φιλελεύθερους Δημοκράτες στο 18% και το Κόμμα Brexit στο 11%.
H κυριαρχία του Brexit πριν τις νέες εκλογές είναι αδιαμφισβήτητη και δεδομένου ότι η επέκταση μέχρι τις 31 Ιανουαρίου είναι πλέον εξασφαλισμένη, η αντίθεση του Εργατικού Κόμματος σε γενικές εκλογές έχει καταστήσει τη θέση τους δυσκολότερη. Πλέον και σε ορίζοντα έξι μηνών, εμφανίζεται όλο και πιο πιθανό αποτέλεσμα το Ηνωμένο Βασίλειο να εγκαταλείψει την Ε.Ε. με βάση τη συμφωνία του Μπ. Τζόνσον.
Τέλος, για την Ιταλία, η νίκη της Lega στο κεντροαριστερό οχυρό της Ούμπρια, έναντι του υποψηφίου που υποστηρίχθηκε από κοινού από το δημοκρατικό κόμμα PD και τον αντισυμβατικό M5S, που μαζί αποτελούν τον κυβερνητικό συνασπισμό στη Ρώμη, δείχνει ότι το δεξιό μπλοκ συνεχίζει να προελαύνει, έχοντας κερδίσει όλες τις πρόσφατες τοπικές εκλογές.
Οι εκλογές στην Ούμπρια έχουν σημασία γιατί είναι οι πρώτες μετά την αλλαγή της κυβέρνησης τον Αύγουστο και επιβεβαιώνουν ότι η στήριξη στον Σαλβίνι όχι μόνο δεν έχει επηρεαστεί από την αποτυχημένη προσπάθειά του να προκαλέσει εκλογές το καλοκαίρι αλλά αντίθετα ενισχύει το προφίλ του. Ακόμη και με τις μειωμένες εισροές μετανάστευσης στην Ιταλία, η δημοτικότητα του Σαλβίνι παραμένει πολύ υψηλή και το αποτέλεσμα θα αυξήσει τις εντάσεις και στα δύο κυβερνώντα κόμματα. Με την κυβέρνηση να είναι τόσο εύθραυστη, οι εθνικές εκλογές το 2020 δείχνουν εξαιρετικά πιθανές.
Για φέτος, οι στρατηγικοί αναλυτές πιστεύουν ότι η αύξηση των κερδών τελικά θα ισορροπήσει στο 3,5% από 5% πέρυσι ενώ ο ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ της ευρωζώνης θα παραμείνει κάτω από το μακροπρόθεσμο δυναμικό της τάξης του 1,5% στο 1,1%.
Για να κινηθούν υψηλότερα οι αποδόσεις των ομολόγων, θα πρέπει οι ρυθμοί ανάπτυξης να κινηθούν σε πολύ υψηλότερα επίπεδα. Αν και κάποιοι εκτιμούν ότι βραχυπρόθεσμα, οι χαμηλότερες αποδόσεις των ομολόγων θα ενισχύσουν τις αποτιμήσεις των μετοχών, ωστόσο οι δείκτες P/E βρίσκονται ήδη κάτω από τους μακροπρόθεσμους μέσους όρους τους. O δείκτης Stoxx 600 διαπραγματεύεται στις 15,2 φορές βάσει των ιστορικών κερδών αλλά και 16,5 φορές το 2019 ή 10% χαμηλότερα από τον μέσο όρο του στα 30 έτη.
Στην Ευρώπη, η μέση τιμή-στόχος για τον Stoxx 600 προβλέπεται στις 430 μονάδες τον Δεκέμβριο του 2019, με περιθώριο ανόδου 8%. Οι προβλέψεις τους αντικατοπτρίζουν ένα στόχο P/E για το τέλος του 2019 στις 16,8 φορές. Ως εκ τούτου, οι αποτιμήσεις μετοχών της Ευρωζώνης είναι αρκετά υποβαθμισμένες σε σύγκριση με την αγορά των ΗΠΑ.
Σύμφωνα με την τελευταία έρευνα της Bank of America Merrill Lynch Fund Manager, η πλειοψηφία των συμμετεχόντων βρίσκονται κάτω από τον μέσο όρο της ιστορικής κατανομής τους και, σε όρους contrarian, αυτό είναι θετικό στοιχείο.