Τις μετοχές των Eurobank, Ελλάκτωρα και Μυτιληναίου ξεχωρίζει η Alpha Finance ως κορυφαίες επιλογές της, δίνοντας σύσταση "outperform" και για τις τρεις.
Συγκεκριμένα, για τη Eurobank (τιμή-στόχος 1,45 ευρώ) αναφέρει πως η τράπεζα είναι έτοιμη να εμφανίσει ομαλοποιημένες αποδόσεις ιδίων κεφαλαίων υψηλότερες του 7% μετά το 2017 και να επωφεληθεί του ισχυρού brand name της μέσω της ενισχυμένης δημιουργίας αμοιβών. Θετικό χαρακτηρίζει η Alpha Finance το γεγονός ότι το κράτος έχει πολύ μικρό ποσοστό στην τράπεζα, ενώ αρνητικό είναι το γεγονός ότι οι προνομιούχες μετοχές δεν έχουν ακόμα αποπληρωθεί και ο αναβαλλόμενος φόρος ως ποσοστού του CET1 είναι ο υψηλότερος μεταξύ των ελληνικών τραπεζών. Η χρηματιστηριακή εκτιμά πως η κερδοφορία της τράπεζας θα επηρεαστεί θετικά από τα χαμηλότερα κόστη χρηματοδότησης/καταθέσεων το 2016, ενώ προβλέπει καθαρά έσοδα άνω των 700 εκατ. ευρώ μέχρι το 2018.
Τα βασικά ρίσκα για την τράπεζα σχετίζονται με το ελληνικό μακροοικονομικό και πολιτικό περιβάλλον, τις διαφοροποιήσεις στην τάση της ποιότητας των στοιχείων ενεργητικού σε σχέση με τις βασικές υποθέσεις της Alpha Finance, ζητήματα που σχετίζονται με τη χρηματοδότηση και τη ρευστότητα, καθώς και με το ποσοστό επιτυχίας της απομόχλευσης και του σχεδίου αναδιάρθρωσης.
Για την Ελλάκτωρ (τιμή-στόχος 2,7 ευρώ) σχολιάζει πως «πέρασε η καταιγίδα, ώρα για επανεκκίνηση». Όπως αναφέρει, μετά από ένα ταραχώδες α' εξάμηνο με μια σειρά νομικών προκλήσεων, ήρθε η ώρα για να «λάμψει» η αξία της εταιρείας. Η ανάκαμψη της Ελλάκτωρ θα προέλθει κυρίως από τον κατασκευαστικό κλάδο όπου όλα τα projects της εταιρείας γίνονται κερδοφόρα. Ως «απειλή» ή «επενδυτική αδυναμία» η Alpha Finance σημειώνει τη μεγάλη εξάρτηση του ομίλου από τον δημόσιο τομέα, με μια ενδεχόμενη πολιτική αστάθεια να επηρεάζει αρνητικά τις μετοχές της, ενώ αναμένεται ακόμα η απόφαση της Επιτροπής Ανταγωνισμού.
Για τη Μυτιληναίος (τιμή-στόχος 6 ευρώ) αναφέρει πως οι προοπτικές του ομίλου είναι πολλά υποσχόμενες. Οι τιμές των εμπορευμάτων έχουν σταθεροποιηθεί, επανήλθε το capacity payment, η εταιρεία αυξάνει το μερίδιό της στην εγχώρια αγορά προμήθειας ηλεκτρισμού, η κατάργηση του φόρου στο φυσικό αέριο στηρίζει την παραγωγή CCGT, ενώ φαίνεται πως βρίσκεται υπό διαπραγμάτευση με τη ΔΕΗ η χρέωση ηλεκτρισμού στην Αλουμίνιον. Ειδικά για την Αλουμίνιον, η Alpha Finance σημειώνει πως υποθέτοντας ότι η ΔΕΗ και η Μυτιληναίος θα καταλήξουν σε συμφωνία, τότε η ορατότητα για την κερδοφορία της Αλουμίνιον θα αυξηθεί θεαματικά. Παράλληλα, «η ΜΕΤΚΑ συνεχίζει να μας εκπλήσσει», αναφέρει η χρηματιστηριακή, που εκτιμά πως η εταιρεία θα συνεχίσει να εμφανίζει καλές ελεύθερες ταμειακές ροές.
Γενικότερα, όπως αναφέρει η χρηματιστηριακή, οι λιγότεροι απαιτητικοί πολλαπλασιαστές και το χαμηλότερο ρίσκο της χώρας αναμένεται να οδηγήσουν υψηλότερα την αγορά. Η Alpha Finance σημειώνει πως αποφεύγει τις μετοχές με υψηλότερη έκθεση στην εγχώρια κατανάλωση, ενώ προτιμά τα «ονόματα» που διαθέτουν ισχυρούς ισολογισμούς και καλή «ορατότητα» σε ό,τι αφορά στην κερδοφορία τους.
Σε ό,τι αφορά στο πολιτικοοικονομικό κλίμα στη χώρα, η Alpha Finance σχολιάζει πως μετά από δύο εκλογικές αναμετρήσεις, ένα δημοψήφισμα και την επιβολή capital controls, η Ελλάδα φαίνεται έτοιμη να επιστρέψει στην ομαλότητα για πρώτη φορά μετά από δύο χρόνια.
Από τον Φεβρουάριο, η αγορά ανέκαμψε κατά 40%, προεξοφλώντας την επιτυχία της ολοκλήρωσης της πρώτης αξιολόγησης. Ωστόσο, ο Γενικός Δείκτης εξαιρουμένων των τραπεζών διαπραγματεύεται 13,7 φορές το P/E του 2016 και οι τράπεζες με 0,3x το P/TBV του 2016, χαμηλότερα από τους ιστορικούς μέσους όρους. Δεδομένης μιας λελογισμένης ανάκαμψης της οικονομικής δραστηριότητας το β' εξάμηνο του 2016, η Alpha Finance θεωρεί πως θα συνεχιστεί το rerating.
Ωστόσο, η χρηματιστηριακή προειδοποιεί πως παρά τις θετικές ειδήσεις, η Ελλάδα δεν έχει ξεφύγει ακόμα από τον κίνδυνο. Η Alpha Finance εκτιμά πως ο δημοσιονομικός στόχος του 2016 θα επιτευχθεί εύκολα, όμως το γεγονός ότι τα μέτρα του τρίτου πακέτου διάσωσης αφορούν περισσότερο στη φορολόγηση, δημιουργεί κινδύνους. Με τον ρυθμό της είσπραξης φόρων στο 45%, ίσως απαιτηθούν νέα μέτρα λιτότητας προκειμένου να φτάσει το πρωτογενές πλεόνασμα στον στόχο του 3,5% του ΑΕΠ το 2018.
Αυτό θα βλάψει την οικονομία, ενδέχεται να επανεμφανιστεί η πολιτική αβεβαιότητα και η Ελλάδα θα μπορούσε να επιστρέψει σε έναν «φαύλο κύκλο». Επιπλέον, η πολυαναμενόμενη ελάφρυνση χρέους -που είναι θετική για τις επενδύσεις- έχει αναβληθεί για το 2018. Επιπροσθέτως, αν δεν βρεθεί μέχρι το τέλος του έτους ένας αξιόπιστος συμβιβασμός μεταξύ της ΕΕ και του ΔΝΤ για την ελάφρυνση χρέους, το ΔΝΤ μπορεί να αποχωρήσει από το πρόγραμμα, κάτι που θα αύξανε και πάλι το ρίσκο της Ελλάδας.