Αίτηση πτώχευσης κατέθεσε η αλευροβιομηχανία Χατζηκρανιώτη, η οποία είχε εισέλθει στο ΧΑ κατά την εποχή της χρηματιστηριακής τρέλας και είχε δει την τότε αποτίμησή της να φτάνει σε απίστευτα ύψη.
Τότε επρόκειτο για μια μικρή αλλά υγιή επιχείρηση (προ φόρων κέρδη 330 χιλ. ευρώ το 1999), που διατήρησε λίγο-πολύ την κερδοφορία της έως το 2004, ενώ από το 2009 και μετά υποχρεωνόταν κάθε χρόνο σε μεγάλες ζημίες (βλέπε στοιχεία παρατιθέμενου πίνακα).
Στα αξιοσημείωτα εντάσσονται και οι έντονες διαφωνίες μεταξύ της ευρύτερης οικογένειας Χατζηκρανιώτη, μέλη της οποίας με ποσοστό άνω του 10%, όποτε παρίσταντο στις ετήσιες τακτικές γενικές συνελεύσεις, πότε καταψήφιζαν την έγκριση των ετήσιων αποτελεσμάτων και πότε δήλωναν «παρών».
Σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς, η διοίκηση της εισηγμένης χρεώνεται με κρίσιμα επιχειρηματικά λάθη, με κορυφαίο εκείνο της επένδυσης που χρηματοδοτήθηκε με δανεισμό και στόχο είχε (μεταξύ άλλων) την αύξηση της παραγωγικής δυναμικότητας.
Στην πράξη, ωστόσο, η διοίκηση δεν κατάφερε να αυξήσει τις πωλήσεις της, με αποτέλεσμα τα προβλήματα της εισηγμένης να διογκωθούν: Οι πωλήσεις έπεφταν, τα μεγαλύτερα (λόγω της επένδυσης) σταθερά έξοδα και οι αρνητικές οικονομίες κλίμακας συμπίεζαν περαιτέρω τα περιθώρια και όλα αυτά σε μια περίοδο γενικότερης οικονομικής κρίσης.
Πέραν αυτού, πληγή για την εταιρεία αποτέλεσαν και οι μεγάλες επισφαλείς απαιτήσεις της, καθώς στα μέσα του 2017 υπήρχαν σχετικές εκκρεμοδικίες ύψους 1,73 εκατ. ευρώ! (απαιτήσεις συν προσαυξήσεις).
Χαρακτηριστικό είναι ότι η τελευταία λογιστική κατάσταση που δημοσίευσε η Χατζηκρανιώτης αφορούσε το πρώτο εξάμηνο του 2017, όπου τα μηνύματα ήταν αρνητικά: Οι πωλήσεις είχαν βυθιστεί μόλις στις 833 χιλ. ευρώ, οι προ φόρων ζημίες είχαν διαμορφωθεί στις 605 χιλ. ευρώ, ο τραπεζικός δανεισμός ξεπερνούσε τα 6,5 εκατ. ευρώ, ο δείκτης κυκλοφοριακής ρευστότητας είχε πέσει στο 0,28 και τα ίδια κεφάλαια είχαν περάσει για πρώτη φορά σε αρνητικό έδαφος (-492 χιλ. ευρώ).
Στην ίδια λογιστική κατάσταση, ο ορκωτός ελεγκτής μιλούσε για «ύπαρξη ουσιώδους αβεβαιότητας που μπορεί να εγείρει σημαντική αμφιβολία για την ικανότητα της εταιρείας να συνεχίσει τη δραστηριότητά της».
Απέναντι σ’ αυτή τη συγκυρία, η διοίκηση είχε υποβάλει σχέδιο αναδιάρθρωσης του ομολογιακού της δανείου, βασισμένο σε ένα πενταετές επιχειρησιακό πλάνο (2017-2021), το οποίο προέβλεπε αύξηση πωλήσεων-παραγωγικότητας.
Κενό ενημέρωσης και «επόμενη μέρα»
Έκτοτε, οι μόνες επίσημες ανακοινώσεις της εισηγμένης αφορούσαν παραιτήσεις μελών του διοικητικού της συμβουλίου και αλλαγή οικονομικού διευθυντή, ενώ από την 30ή Απριλίου του 2018 η μετοχή έχει τεθεί εκτός διαπραγμάτευσης, καθώς η αλευροβιομηχανία δεν έχει εκδώσει μέχρι σήμερα οικονομικές καταστάσεις για το 2017.
Στην περίπτωση της Χατζηκρανιώτης αποδεικνύεται για μια ακόμη φορά ότι ο ασφαλέστερος τρόπος προκειμένου μια εισηγμένη εταιρεία να μην ενημερώνει το επενδυτικό κοινό είναι να… βγαίνει εκτός διαπραγμάτευσης.
Σήμερα, οι μέτοχοι μειοψηφίας αγνοούν κάθε εξέλιξη μεταγενέστερη της 30ής Ιουνίου του 2017, ενώ δεν γνωρίζουν ούτε τους λόγους αλλά ούτε και το σκεπτικό της διοίκησης που την οδήγησε στο να υποβάλει αίτηση πτώχευσης. Δεν ξέρουν ποια στάση τήρησαν οι πιστώτριες τράπεζες (με δεδομένη την αίτηση πτώχευσης, πιθανολογείται ως αρνητική) και τους λόγους για τους οποίους έδρασαν κατ’ αυτό τον τρόπο.
Επίσης, δεν έχουν την παραμικρή πληροφόρηση για το αν υπάρχει δυνατότητα διάσωσης της εταιρείας, άρα και ανάκτησης κάποιου μικρού τμήματος της αρχικής τους επένδυσης.
Σύμφωνα με νομικούς κύκλους, συνήθως σε ανάλογες περιπτώσεις η αίτηση πτώχευσης κατατίθεται από μια εταιρεία προκειμένου να αποφευχθούν ατομικές διώξεις εναντίον των νόμιμων εκπροσώπων της, ή/και και για να αποφύγουν τυχόν κυρώσεις για δόλια χρεοκοπία.
Πάντως, η συγκεκριμένη νομική κίνηση αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο στη διοίκηση της Χατζηκρανιώτης να «κατεβεί» στην επικείμενη εκδίκαση με σχέδιο διάσωσης της εταιρείας μέσω ρύθμισης-κουρέματος υποχρεώσεων, ή/και μέσω προσέλκυσης στρατηγικού επενδυτή.
ΥΓ: Το Euro2day.gr επιχείρησε χωρίς αποτέλεσμα να επικοινωνήσει χθες το μεσημέρι τηλεφωνικά με την εταιρεία στα γραφεία της σε Θεσσαλία και Αθήνα.