Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Το ενεργειακό κόστος «καίει» τις ελληνικές νηματουργίες

Κλίμα έντονης αβεβαιότητας λόγω της εκτίναξης του ενεργειακού κόστους και της υψηλής μεταβλητότητας στην τιμή του βάμβακος. Φόβοι ότι οι Ευρωπαίοι πελάτες θα μειώσουν τις παραγγελίες, όταν περάσουν στις τιμές των νημάτων τα αυξημένα κόστη. Τι δηλώνουν παράγοντες του κλάδου.

Το ενεργειακό κόστος «καίει» τις ελληνικές νηματουργίες

Συνθήκες έντονης μεταβλητότητας χαρακτηρίζουν αυτή την περίοδο τον κλάδο της νηματουργίας, καθώς η εκτίναξη του ενεργειακού κόστους αλλά και οι μεγάλες διακυμάνσεις που παρουσιάζει -ακόμη και κατά τη διάρκεια της ίδιας ημέρας- η τιμή του βαμβακιού στις διεθνείς αγορές δημιουργούν πηγές σημαντικών κινδύνων.

Το πρώτο φετινό εξάμηνο κύλησε πολύ ικανοποιητικά για τον κλάδο, αφού η ζήτηση από το εξωτερικό ήταν ιδιαίτερα ισχυρή, ενώ λόγω της ανοδικής πορείας στις τιμές του βάμβακος και του νήματος, τα περιθώρια κέρδους κινήθηκαν σε σαφώς υψηλότερα επίπεδα από το παρελθόν. Προϋπόθεση βέβαια για να επωφεληθούν οι ελληνικές εταιρείες από την κατάσταση που είχε δημιουργηθεί, ήταν η ύπαρξη της απαιτούμενης ρευστότητας, πράγμα ζητούμενο για πολλές επιχειρήσεις του ευρύτερου κλωστοϋφαντουργικού κλάδου.

Ωστόσο, από το τέλος του πρώτου εξαμήνου έως σήμερα πολλά πράγματα έχουν αλλάξει. Η μεγαλύτερη μεταβολή αφορά το ενεργειακό κόστος. Χαρακτηριστικά είναι τα όσα δηλώνει στο Euro2day.gr στέλεχος του κλάδου της νηματουργίας:

«Από την άνοιξη μέχρι τον Σεπτέμβριο, η τιμή της μεγαβατώρας ανέβηκε περίπου κατά 130% (εξέλιξη που οδηγεί περίπου σε διπλασιασμό του ενεργειακού κόστους), ποσοστό αύξησης που γίνεται πολύ υψηλότερο με βάση τις τιμές του Οκτωβρίου. Αν τώρα συνεκτιμήσει κάποιος ότι το ενεργειακό κόστος αντιστοιχεί γύρω στο 15%-20% των συνολικών μας εξόδων, τότε αντιλαμβάνεται το πόσο πολύ έχουν αλλάξει τα δεδομένα. Το ευτύχημα είναι πως μέχρι τώρα η ζήτηση από το εξωτερικό παραμένει ισχυρή και ότι το ράλι των τιμών στα νήματα έχει διατηρήσει τα μικτά περιθώρια κέρδους σε αρκετά ικανοποιητικά επίπεδα, υπό την προϋπόθεση φυσικά ότι μια εταιρεία διαθέτει επαρκή ρευστότητα για να επιχειρήσει».

Όμως, πόσο σταθερό είναι το τρέχον περιβάλλον; Απαντώντας στο συγκεκριμένο ερώτημα, το ίδιο στέλεχος δεν έκρυψε τον προβληματισμό του, σημειώνοντας:

«Η κατάσταση χαρακτηρίζεται από έντονη αβεβαιότητα. Παλαιότερα για παράδειγμα, είχαμε χρονικά κλεισμένα (πολύμηνα) τιμολόγια ρεύματος και μπορούσαμε να προγραμματίσουμε τις κινήσεις μας. Τώρα, τα τιμολόγια αλλάζουν κάθε μήνα και μάλιστα κατά πολύ. Επειδή μάλιστα παρουσιάζεται έντονη μεταβλητότητα και στην τιμή της πρώτης ύλης -ακόμη και ενδοσυνεδριακά-, η δομή του κόστους μας αλλάζει συχνά και προς άγνωστη κατεύθυνση. Αυτό από μόνο του αποτελεί παράγοντα αβεβαιότητας».

Ένα δεύτερο ζητούμενο είναι το πώς θα αντιδράσουν οι πελάτες των ελληνικών νηματουργιών απέναντι στις αυξημένες τιμές νήματος. «Σίγουρα έχουν εκφραστεί κάποιες πρώτες αντιδράσεις, πλην όμως οι Ευρωπαίοι πελάτες αντιλαμβάνονται το περιβάλλον που επικρατεί και μέχρι σήμερα τουλάχιστον, η ζήτηση παραμένει ισχυρή, ίσως γιατί η καταναλωτική εμπιστοσύνη διατηρείται σε υψηλά επίπεδα και αυτοί δεν έχουν εναλλακτικές λύσεις. Σε κάθε περίπτωση, όμως, η κατάσταση μπορεί να διαφοροποιηθεί μελλοντικά επί τα χείρω».

Από την πλευρά του, ο πρόεδρος της Επίλεκτος Κλωστοϋφαντουργία Ευριπίδης Δοντάς κρούει τον κώδωνα του κινδύνου, φοβούμενος ότι μέσα στο 2022 το όλο κλίμα που έχει δημιουργηθεί, θα επιδράσει αρνητικά τόσο στη ζήτηση όσο και στα περιθώρια κέρδους των εταιρειών.

Σύμφωνα με τον κ. Δοντά, το ενεργειακό κόστος για τον κλάδο της νηματουργίας εκτινάχθηκε κυρίως από τον Ιούλιο-Αύγουστο και μετά (λόγω των διεθνών τιμών, αλλά επίσης εξαιτίας της απουσίας επιστροφών από δικαιώματα CO2 και άρση της διακοψιμότητας), με αποτέλεσμα οι ελληνικές εταιρείες να επιτυγχάνουν μεν σήμερα κάποια ικανοποιητικά περιθώρια κέρδους επειδή πωλούν προϊόντα από τις αποθήκες τους, που είχαν παραχθεί με πολύ χαμηλότερο κόστος ενέργειας και βάμβακος. Τι θα γίνει όμως αν αναγκαστούν προσεχώς οι νηματουργίες να αυξήσουν δραματικά και αυτές τις τιμές των νημάτων; Το πιθανότερο σενάριο είναι ότι οι πελάτες τους θα μειώσουν τις παραγγελίες τους, υποστηρίζει.

«Οι καταστάσεις είναι πρωτόγνωρες, οι αυξήσεις τεράστιες και ένα επιπλέον μεγάλο πρόβλημα αποτελεί η έλλειψη ορατότητας», καταλήγει ο κ. Δοντάς.

Το ευχάριστο πάντως για τον κλάδο είναι ότι το προβροχικό βαμβάκι που συλλέχθηκε φέτος στη χώρα μας είναι πολύ υψηλής ποιότητας, ενώ ικανοποιητικής ποιότητας εκτιμάται ότι θα είναι και αυτό που συλλέγεται αυτή την περίοδο. Το κυριότερο χαρακτηριστικό πάντως είναι οι πολύ καλές τιμές (ίσως οι υψηλότερες της τελευταίας εικοσαετίας) που εισπράττουν φέτος οι βαμβακοκαλλιεργητές. Σε αντίστοιχα υψηλές τιμές αγοράζουν και τα εκκοκκιστήρια, τα οποία κινδυνεύουν με απώλειες σε περίπτωση μιας σημαντικής μελλοντικής υποχώρησης των τιμών του βάμβακος, ή σε περίπτωση που έχουν προσυμφωνήσει πωλήσεις σε χαμηλότερες τιμές.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v