«Δεν μπορώ να φανταστώ αν θα μπορούσε να υπάρξει χειρότερο μίγμα εξελίξεων από αυτό που έχει συμβεί στην κλωστοϋφαντουργία από το 2022 έως σήμερα».
Με αυτό τον τρόπο ο διευθύνων σύμβουλος της Κλωστοϋφαντουργίας Ναυπάκτου Δημήτρης Πολύχρονος -στο πλαίσιο της χθεσινής ετήσιας τακτικής γενικής συνέλευσης των μετόχων της εισηγμένης- περιέγραψε την κατάσταση που επικρατεί στον κλάδο.
Ο Δημήτρης Πολύχρονος αφού αναφέρθηκε στην εκτίναξη του ενεργειακού κόστους και στην άνοδο των επιτοκίων, στάθηκε κυρίως στο πόσο πολύ έχει μειωθεί η ζήτηση για νήμα και ρούχα από την Ευρώπη.
«Στην Τουρκία περίπου ένα εκατομμύριο αδράχτια βγήκαν εκτός αγοράς από τον καταστροφικό σεισμό και παρόλα αυτά βλέπουμε τις υπόλοιπες επιχειρήσεις του κλάδου είτε να κλείνουν, είτε να υποχρεώνονται σε ζημιές. Και αυτό, παρά την πτώση της συναλλαγματικής ισοτιμίας της λίρας. Και σαν να μην έφταναν οι επιπτώσεις από τη διεθνή καθίζηση της ζήτησης, η ελληνική κλωστοϋφαντουργία κλήθηκε να υποστεί και τις συνέπειες από τις περυσινές καταστροφικές πλημμύρες στη Θεσσαλία. Στη δική μας περίπτωση επηρεάστηκαν αρνητικά τα αποτελέσματά μας σε ενοποιημένη βάση, λόγω του θυγατρικού μας εκκοκκιστηρίου».
Ένα άλλο παράδειγμα της πολύ χαμηλής διεθνούς ζήτησης είναι τα ιδιαίτερα υψηλά αποθέματα βάμβακος που υπάρχουν αυτή την περίοδο στην Ελλάδα (30-40 εκατ. τόνοι) και αυτό λίγους μήνες πριν ξεκινήσει το προσεχές φθινόπωρο η νέα εκκοκκιστική περίοδος (σύμφωνα με εκτιμήσεις, φέτος θα καλλιεργηθούν στη Θεσσαλία εκτάσεις κατά 10%-15% λιγότερες από πέρυσι).
Τα πολύ μεγάλα τρέχοντα αποθέματα οφείλονται κυρίως στην πολύ χαμηλή ζήτηση από την Τουρκία.
Η φετινή χρονιά
Σύμφωνα με τον CEO της εταιρείας, το πρώτο φετινό εξάμηνο θα είναι ζημιογόνο, με τη μονάδα της εισηγμένης να δουλεύει πέντε ημέρες την εβδομάδα.
Η Κλωστοϋφαντουργία Ναυπάκτου πάντως, μετά την ολοκλήρωση της επένδυσης στη μονάδα της Αιτωλοακαρνανίας (αύξηση capacity, βελτίωση ποιότητας και περιορισμός παραγωγικού κόστους) έχει εστιάσει το ενδιαφέρον της στις πωλήσεις προϊόντων υψηλότερης προστιθέμενης αξίας με σήμα το ευρωπαϊκό βαμβάκι (EU Cotton), καθώς και στην προσφορά καθετοποιημένων και ιχνηλατήσιμων προϊόντων.
«Έχουμε ήδη προσεγγίσει μεγάλους Οίκους του εξωτερικού για τον σκοπό αυτό. Κάνουμε παρουσιάσεις και έχουμε κερδίσει δουλειές, οι οποίες ωστόσο αποτελούν επί του παρόντος περιορισμένο ποσοστό του συνολικού μας κύκλου εργασιών. Το ζήτημα είναι πως αυτές οι διαδικασίες απαιτούν χρόνο. Ευελπιστούμε αφ’ ενός στην ανάληψη περισσότερων τέτοιων παραγγελιών στο μέλλον και αφ’ ετέρου στη σταδιακή τόνωση της παραδοσιακής ζήτησης, λόγω ενδεχομένως και της προοπτικής αποκλιμάκωσης των ευρωπαϊκών επιτοκίων. Εμείς ως εταιρεία από την πλευρά μας, έχουμε δημιουργήσει όλες τις προϋποθέσεις προκειμένου να εκμεταλλευθούμε την όποια ανάκαμψη της ζήτησης».
Τέλος, η διοίκηση αναφέρθηκε στο πόσο ικανοποιημένη είναι από τη συνεργασία που έχει αναπτύξει με τους βαμβακοπαραγωγούς του Μεσολογγίου, καθώς έτσι δεν αντιμετώπισε κανένα πρόβλημα πρώτης ύλης, ούτε σε ποσότητα, ούτε και σε ποιότητα.