Πάγωμα στις περικοπές αλλά και αύξηση στις συντάξεις που θα συνεχίσουν να δίνονται, προβλέπει το σχέδιο της ηγεσίας του υπουργείου Εργασίας για τις συντάξεις χηρείας.
Το περίγραμμα της νέας προωθούμενης νομοθετικής διάταξης έδωσαν στους εκπροσώπους των συνταξιούχων ο ίδιος ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας και η αρμόδια υπουργός Εφη Αχτσιόγλου, κατά τη συνάντηση που είχαν το Σάββατο στο Μαξίμου.
H πολυαναμενόμενη διάταξη θα κατατεθεί στο σχέδιο νόμου-σκούπα του υπουργείου Εργασίας πιθανότατα το επόμενο 10ήμερο, μαζί με αυτές για τη ρύθμιση οφειλών προς τα ασφαλιστικά ταμεία. Κι όπως ξεκαθαρίστηκε, η παρέμβαση δεν θα αφορά μόνο το πάγωμα των περικοπών στους συνταξιούχους που λόγω ηλικίας θα δουν τη σύνταξη χηρείας να κόβεται από τον Μάιο του 2019 και μετά. Θα αφορά και το ποσό που διασώζεται, καθώς το ποσοστό της σύνταξης θα επανέλθει στο 70% από 50% που ορίζει ο νόμος Κατρούγκαλου.
Είναι χαρακτηριστική η ανάρτηση της υπουργού Εργασίας στον προσωπικό της λογαριασμό στο facebook, με αφορμή τη συνάντηση στο Μαξίμου με τους συνταξιούχους, που αναφέρει ότι «στα δίκαια αιτήματα των συνταξιούχων, ο πρωθυπουργός συζήτησε αναλυτικά για τις πραγματικές δυνατότητες ικανοποίησης αυτών και κατέστησε σαφές ότι άμεσα θα προωθήσουμε ρύθμιση με την οποία α) καταργούνται οι ηλικιακοί περιορισμοί στην καταβολή των συντάξεων χηρείας και β) αυξάνεται το ποσοστό αναπλήρωσης της σύνταξης χηρείας στο επίπεδο του 70%».
Συγκεκριμένα, στο υπό διαμόρφωση σχέδιο νόμου προβλέπεται ότι θα ανασταλεί το ηλικιακό όριο των 55 ετών για να συνεχίσει κάποιος να λαμβάνει σύνταξη χηρείας μετά τα πρώτα τρία χρόνια. Το όριο των 55 θα ενεργοποιηθεί, βάσει του σεναρίου που φαίνεται πως προκρίνεται από το υπουργείο Εργασίας, όταν το εθνικό ποσοστό ανεργίας φτάσει στο επίπεδο του μέσου όρου του ποσοστού ανεργίας των κρατών μελών της Ε.Ε. Σημειώνεται πως τον Ιανουάριο του 2019, ο μέσος όρος της ανεργίας στην Ευρώπη των 28 ήταν 6,5% σύμφωνα με τη Eurostat, ενώ η ΕΛΣΤΑΤ μέτρησε την ανεργία στην Ελλάδα για τον Δεκέμβριο του 2018 στο 18%.
Να σημειωθεί εδώ ότι ο νόμος Κατρούγκαλου που ψηφίστηκε τον Μάιο του 2016 ορίζει πως ο επιζών σύζυγος δικαιούται σύνταξη χηρείας δια βίου, εφόσον είναι άνω των 55 ετών τη στιγμή του θανάτου. Όλες οι χήρες και οι χήροι λαμβάνουν τη σύνταξη για μια 3ετία. Όσοι συμπληρώνουν τα 55 εντός αυτής της 3ετίας (δηλαδή είναι 52-55 τη στιγμή του θανάτου) χάνουν προσωρινά τη σύνταξη μετά την πρώτη 3ετία και τη λαμβάνουν δια βίου ξανά στα 67. Οι υπόλοιποι προβλεπόταν να τη χάνουν δια παντός. Από την περικοπή έχουν εξαιρεθεί όσοι έχουν ανήλικα παιδιά ή παιδιά που σπουδάζουν, όπως και όσοι έχουν αναπηρία από 67% και άνω για όσο χρονικό διάστημα διαρκούν αυτές οι προϋποθέσεις. Δια βίου τη λαμβάνουν και όσοι είναι μεγαλύτεροι από 55 ετών, τη στιγμή που συμβεί ο θάνατος του συζύγου.
Παράλληλα βέβαια θα αυξηθεί το ποσό που λαμβάνει η χήρα ή ο χήρος, ώστε να φτάσει στο 70% από 50% σήμερα.
Υπάρχει, τέλος, ένα ακόμη σενάριο που επεξεργάζονται στη Γενική Γραμματεία Κοινωνικής Ασφάλισης και αφορά τις χήρες και τους χήρους που βρίσκονται αντιμέτωποι με «ψαλίδι» της σύνταξης χηρείας, επειδή μετά την πάροδο της πρώτης 3ετίας εργάζονται ή αυτοαπασχολούνται ή λαμβάνουν άλλη σύνταξη από οποιαδήποτε πηγή -π.χ. σύνταξη γήρατος από ίδιο δικαίωμα. Βάσει του εξεταζόμενου σεναρίου, μετά την 3ετία η σύνταξη θα καταβάλλεται μεν στο 50% σε όσους δουλεύουν, αυτοαπασχολούνται ή έχουν άλλη σύνταξη, αλλά χωρίς να πέφτει κανείς κάτω από το κατώτατο όριο του πλαφόν που έχει τεθεί, μεταξύ δηλαδή των 360-384 ευρώ.
Να σημειωθεί άλλωστε εδώ ότι το πλαφόν αυτό νομοθετήθηκε επίσης εκ των υστέρων, μετά δηλαδή την ψήφιση του νόμου Κατρούγκαλου.