Tράπεζες, τράπεζες, τράπεζες: το μόνο σίγουρο είναι ότι η αγορά πραγματικά θα κυριαρχείται από τις εξελίξεις στο μέτωπο των συστημικών τραπεζών. Μπορεί το διεθνές περιβάλλον να περνά σε πιο ασταθές έδαφος, μπορεί το εκλογικό 2019 να επιφέρει πολλές αναταράξεις, όμως το κρίσιμο και πιο ουσιαστικό ζήτημα είναι ο τρόπος με τον οποίο τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα θα χειριστούν τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματά τους.
Τα δεδομένα πολλά, οι δυσκολίες δεδομένες, τα σενάρια που θα πέσουν στο τραπέζι θα είναι αρκετά, όμως το βέβαιο είναι ένα: το τι θα πετύχει ο κλάδος, θα είναι καταλυτικό για την πραγματική οικονομία και την αγορά.
Χρηματιστηριακά, ο κλάδος ολοκλήρωσε το 2018 στο βαθύ κόκκινο και με απώλειες που ανέρχονται κατά μέσο όρο στο 50% για τον κλάδο. H Alpha Bank με τις μικρότερες απώλειες (-38%) και η Τράπεζα Πειραιώς (-73%) δείχνουν ότι το εύρος της επιμέρους διαφοροποίησης συμβαδίζει και με την ιεράρχηση των τραπεζών σε όρους εποπτικών κεφαλαίων. H επίδοση του 2018 έρχεται σε μικρή αντίθεση με το 2017, όταν η Alpha ήταν αμετάβλητη, ενώ οι Eurobank και Εθνική Τράπεζα είχαν επιδόσεις 33% και 30% αντίστοιχα, ενώ η Τράπεζα Πειραιώς -16%.
Οι τράπεζες από το 2017 έχουν μειώσει κατά 19 δισ. ευρώ τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματά τους (ΝΡΕs) και επιτυγχάνουν τους στόχους ως τώρα. Όμως, αυτό που προβληματίζει τους αναλυτές, τους επενδυτές, την αγορά, αλλά και τις εποπτικές αρχές είναι η φτωχή συγκομιδή από τις ανακτήσεις. Το 49% της μείωσης ήταν από το εργαλείο των διαγραφών, το 47% από τις πωλήσεις και μόλις το 4% της μείωσης έχει συντελεστεί από τις οργανικές δράσεις των τραπεζών.
Στη διετία αυτή, η μετοχή της Eurobank, που ήταν η πιο δραστήρια στο θέμα των NPEs, μειώθηκε 20%, η Alpha 38%, η Εθνική 57% και η Τράπεζα Πειραιώς 80%. Με τη μείωση, όμως, των τιμών των τραπεζών φέτος και τις αποτιμήσεις στις μετοχές τους να κυμαίνονται το 2019 από 0,07 φορές έως 0,25 φορές, το ζήτημα είναι πόσα από τα αρνητικά στοιχεία έχουν ήδη ενσωματωθεί στις τιμές τους.
Τα κρίσιμα σημεία
Τα δύο στοιχεία που άλλαξαν δραματικά τους όρους διαπραγμάτευσης των τραπεζικών μετοχών ήταν οι νέοι στόχοι των NPEs και η μειωμένη ορατότητα που επισκιάζει την ελληνική οικονομία για τους επόμενους 16 μήνες.
Αναφορικά με το δεύτερο, η χώρα έχει εισέλθει σε έναν προεκλογικό κύκλο που μπορεί να κρατήσει ως την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας, το 2020, την ώρα που χρειάζεται σταθερότητα και ενίσχυση της εμπιστοσύνης για να επιταχυνθεί ο ρυθμός ανάπτυξης.
Στην πιο «micro» εικόνα, οι ελληνικές τράπεζες συμφώνησαν με τις ρυθμιστικές αρχές να μειώσουν συνολικά τα NPEs κατά 20% το 2019, κατά 25% το 2020 και κατά 30% το 2021. Οι στόχοι συνεπάγονται μείωση κατά 49 δισ. ευρώ σε σχέση με τα επίπεδα του τρίτου τριμήνου 2018, με οπισθοβαρή και πάλι προσέγγιση.
Με βάση τους στόχους (σ.σ. που τελούν υπό αναθεώρηση) για μείωση των NPEs από τα επίπεδα του 43%-54% που ήταν στις 30/6/2018 στο 17%-22% στο τέλος του 2021, οι διαχειριστές των funds συνειδητοποίησαν ότι σχεδόν όλη η προ προβλέψεων κερδοφορία της επόμενης τριετίας θα απορροφηθεί από τις προβλέψεις που θα συνοδεύσουν πωλήσεις ή διευθετήσεις κόκκινων δανείων.
Με βάση τα διαφορετικά επίπεδα κεφαλαίων στις ελληνικές τράπεζες (η Alpha με CET1 15,9%, η Εθνική Τράπεζα με 13%, η Eurobank με 11,8% και η Τράπεζα Πειραιώς με 10,6% με όρους B3 Fully Loaded IFRS9), αυτό που έγινε πλήρως κατανοητό είναι ότι η ποιότητά τους σημαίνει ότι ο κίνδυνος dillution στους μετόχους παραμένει υψηλός. Σχεδόν το 50% των κεφαλαίων είναι αναβαλλόμενη φορολογική πίστωση, ενώ το κανονιστικό πλαίσιο επιτρέπει να πραγματοποιείται αύξηση κεφαλαίου υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου, όταν σε επίπεδο τράπεζας υπάρχει ζημία. Αυτό σημαίνει ότι ανεξάρτητα από το κεφαλαιακό μαξιλάρι που διαθέτει κάθε τράπεζα, οι ελιγμοί για ταχεία αποκλιμάκωση των NPEs ήταν και παραμένει δύσκολη υπόθεση.
Οι επιλογές και οι ημερομηνίες-φωτιά
Παρά τους σχεδιασμούς, λοιπόν, φαίνεται ότι αυτή τη χρονιά μπορεί να αποτελέσει μονόδρομο για το τραπεζικό σύστημα να υιοθετήσει κάποιο από τα υφιστάμενα σχέδια, είτε της ΤτΕ είτε του ΤΧΣ, προκειμένου να ανακοπεί και η πτωτική πορεία των μετοχών στο ταμπλό του Χ.Α.
Η αγορά πλέον αμφισβητεί την ικανότητά τους να μειώσουν επιθετικά τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα, χωρίς να καίνε το σύνολο της προ προβλέψεων κερδοφορίας τους. Ταυτόχρονα, η αδυναμία εξόδου του Δημοσίου στις αγορές σε συνδυασμό με την πτώση στις κεφαλαιοποιήσεις τους καθιστά αρκετά δυσκολότερη υπόθεση τις μελλοντικές εκδόσεις συμπληρωματικών ή βασικών κεφαλαίων.
Η χρονιά θα είναι γεμάτη από σημαντικές ημερομηνίες για τις τράπεζες και τους μετόχους, ενώ δεν θα πρέπει να παραβλέπεται το γεγονός ότι το 2019 είναι εκλογικό έτος. Ο Ιανουάριος θα είναι «θερμός» γιατί ο σύμβουλος του ΤΧΣ θα καταθέσει τις προτάσεις του για την τιμολόγηση της κρατικής εγγύησης για τα senior bonds, που προβλέπει το σχέδιο της κυβέρνησης. Η προσπάθεια της αντιγραφής του ιταλικού μοντέλου με λειτουργικό τρόπο δεν είναι πάντως εύκολη διαδικασία, γιατί τα ελληνικά ομόλογα δεν αξιολογούνται σε επενδυτικό βαθμό (investment grade).
Παράλληλα, η επεξεργασία του προτεινόμενου από την Τράπεζα της Ελλάδος μηχανισμού τιτλοποίησης προβλέπεται επίσης να τελειώσει μέσα στον Ιανουάριο. Αμέσως μετά, ο επόπτης (SSM) και η Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού της Κομισιόν (DG Comp) θα τοποθετηθούν για το αν ο προτεινόμενος μηχανισμός πληροί τις εποπτικές απαιτήσεις και δεν συνιστά κρατική ενίσχυση.
To βασικό πλεονέκτημα για την πρόταση της Τράπεζας της Ελλάδος είναι ότι οι τράπεζες θα μεταβιβάζουν μέρος του DTC στο SPV όχημα μαζί με τα NPEs, συνεπώς η αναγνώριση περαιτέρω ζημιών απορροφάται εκτός ισολογισμού και όχι από την κατάσταση αποτελεσμάτων χρήσης και με αυτόν τον τρόπο, η τράπεζα αποφεύγει την αυτόματη έκδοση μετοχών υπέρ του Δημοσίου.
Τον Μάρτιο, οι εγχώριες συστημικές τράπεζες, σε συγχρονισμό με τις λοιπές ευρωπαϊκές τράπεζες, θα επαναδιατυπώσουν τους νέους στόχους της επόμενης τριετίας (2019-21) για τη μείωση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων τους (Non Performing Exposures - NPEs). Οι τράπεζες θα κληθούν είτε να αξιοποιήσουν κάποιο από τα υπό επεξεργασία σχέδια υποβοήθησης τιτλοποιήσεων για κόκκινα δάνεια είτε να προχωρήσουν χωρίς πρόσθετα εργαλεία, υιοθετώντας με παραλλαγές τους σχεδιασμούς που έχει ήδη ανακοινώσει η Eurobank. Εφόσον κάποιο από τα παραπάνω σχέδια λάβει έγκριση από SSM και DG Comp, οι τράπεζες θα κληθούν να υποβάλουν έναν οδικό χάρτη για το πώς μπορούν να αξιοποιήσουν το νέο εργαλείο και θα ακολουθήσει τον Μάρτιο του 2019 η υποβολή νέων στόχων τριετίας (2019-21) για τη μείωση των NPEs, με την ευκαιρία της πανευρωπαϊκής υποβολής στόχων τριετίας.
Τέλος, το σημαντικό στοιχείο είναι ότι, αν και εφόσον κάποιο από τα σχέδια προχωρήσει, οι τραπεζικές μετοχές αποκτούν και πάλι επενδυτικό story. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς των τραπεζικών αναλυτών, η τρέχουσα αποτίμηση των τραπεζών υπονοεί ότι οι τράπεζες θα είναι σε θέση να ανακτήσουν μόλις το 20%-25% της ονομαστικής αξίας των NPEs που διακρατούν, discount της τάξεως του 45%-50%.
Το στοιχείο αυτό, όμως, είναι ιδιαίτερα συντηρητικό, λαμβάνοντας υπόψη ότι τα NPEs με εξασφαλίσεις έχουν δείκτη κάλυψης 35%-60% και τα NPEs χωρίς εξασφαλίσεις διαθέτουν προβλέψεις άνω του 80%.