Σε μια χώρα που η ανεργία βρίσκεται σταθερά πάνω από το 20%, έξι στους 10 εργοδότες στην Ελλάδα δηλώνουν πως δυσκολεύονται να καλύψουν θέσεις εργασίας, σύμφωνα με τα ευρήματα της Ετήσιας Διεθνούς Έρευνας Έλλειψης Ταλέντου της ManpowerGroup για το 2018.
Η είδηση προκάλεσε -όπως κάθε χρόνο- ιδιαίτερη εντύπωση, όχι μόνο γιατί το ποσοστό 61% αποτελεί το υψηλότερο ποσοστό που καταγράφεται στην Ελλάδα τα τελευταία 10 χρόνια διεξαγωγής της έρευνας και βρίσκεται 16 μονάδες πάνω από τον παγκόσμιο μέσο όρο (45%). Αλλά κυρίως για τις ειδικότητες που αδυνατούν να καλύψουν με ταλέντα οι επιχειρήσεις, καθώς μεταξύ της λίστας βρίσκονται επαγγέλματα με σημαντικά υψηλή ανεργία πτυχιούχων της συγκεκριμένης ειδικότητας, αλλά και επαγγέλματα με σημαντικά υψηλή... εξαγωγική δραστηριότητα, όπως είναι γιατροί και δικηγόροι.
Αναλυτικά, οι εργοδότες στην Ελλάδα αντιμετωπίζουν τη μεγαλύτερη δυσκολία στην κάλυψη θέσεων στον τομέα των «Επαγγελματιών Πωλητών», ενώ ακολουθεί η ειδικότητα των «Τεχνικών», η οποία βρισκόταν στην 6η θέση της κατάταξης το 2016. Την 3η θέση καταλαμβάνουν οι «Εξειδικευμένοι Τεχνίτες», ειδικότητα που βρισκόταν στην 3η θέση της κατάταξης το 2016. Να σημειωθεί εδώ ότι «Εξειδικευμένοι Τεχνίτες», «Επαγγελματίες Πωλητές» και «Πτυχιούχοι Μηχανικοί» παραμένουν δυσεύρετοι και σε παγκόσμιο επίπεδο.
Όπως πρέπει να σημειωθεί ότι η ειδικότητα των «Επαγγελματιών Υγείας» καθώς και οι «Εξειδικευμένοι Υπάλληλοι Γραφείου» εισέρχονται για πρώτη φορά στη λίστα των 10 θέσεων εργασίας με τη μεγαλύτερη δυσκολία κάλυψης στην Ελλάδα. Και πρόκειται για ειδικότητες που «εξάγουμε» ως χώρα, καθώς γιατροί, δικηγόροι και ερευνητές είναι και οι νέοι που μεταναστεύουν αναζητώντας καλύτερες προοπτικές εργασίας αλλά και αμοιβής.
Συγκριτικά με τη λίστα των 10 θέσεων του 2016, εκτός κατάταξης βρίσκεται η ειδικότητα που αφορά στο «Προσωπικό για τον χώρο Εστίασης και Ξενοδοχείων», καταλαμβάνοντας την 8η θέση για το 2016, προκαλώντας τότε εντύπωση, πως σε μια χώρα με έντονο τουριστικό προσανατολισμό, δεν υπάρχουν κατάλληλοι εργαζόμενοι στον κλάδο.
Δίκαιη αμοιβή ζητούν οι εργαζόμενοι
Την ίδια στιγμή που οι εργοδότες δηλώνουν πως δεν βρίσκουν ταλέντα, οι εργαζόμενοι και όσοι ψάχνουν για δουλειά, σε μια άλλη έρευνα, του Ομίλου Adecco Ελλάδας, ξεκαθαρίζουν ότι το δικό τους κριτήριο για επιλογή εργοδότη είναι η «δίκαιη αμοιβή».
Η έρευνα, που αφορά την Απασχολησιμότητα, διερεύνησε τον τρόπο με τον οποίο οι εργαζόμενοι και οι υποψήφιοι αντιλαμβάνονται την κατάσταση στην αγορά εργασίας το 2018. Και δείχνει, αφενός, ότι οι συνεχείς αλλαγές αποτελούν τη νέα κανονικότητα καθώς το ασταθές περιβάλλον ευνοεί τόσο την κινητικότητα των στελεχών εντός αγοράς όσο και την πιθανότητα να βρεθούν εκτός αγοράς εργασίας για κάποιο διάστημα, αφού το 64% των ερωτώμενων που αυτή τη στιγμή εργάζονται, δήλωσε ότι έχει βρεθεί εκτός αγοράς εργασίας τουλάχιστον μία φορά (το αντίστοιχο ποσοστό το 2017 ήταν 58%).
Η κινητικότητα στην αγορά επιβεβαιώνεται ως τάση και από το γεγονός ότι υποψήφιοι για τις ανοικτές θέσεις εργασίας είναι και εργαζόμενοι που δεν είναι ικανοποιημένοι από την τρέχουσα εργασία τους. Συγκεκριμένα, το 2018, ποσοστό 66% των ερωτώμενων στην έρευνα δηλώνουν ότι βρίσκονται σε ενεργή αναζήτηση εργασίας, με το 58% αυτών να είναι εργαζόμενοι και το 91% άνεργοι.
Στο ερώτημα δε, για το πώς επιλέγουν οι εργαζόμενοι τον εργοδότη τους, βασικό κριτήριο σύμφωνα με την έρευνα είναι η «δίκαιη αμοιβή». Ειδικότερα, σχεδόν οι μισοί συμμετέχοντες (45%) τοποθέτησαν την παράμετρο της δίκαιης και αξιοκρατικής αμοιβής πρώτη στη λίστα κριτηρίων επιλογής εργοδότη και ακολουθούν η ύπαρξη ήρεμου και ευχάριστου κλίματος εργασίας (ποσοστό 45%) και οι ισχυρές προοπτικές για μελλοντική ανάπτυξη (ποσοστό 39%).
Οι εργοδότες στην έρευνα της ManpowerGroup, όταν ερωτώνται, καταγράφουν ως κυριότερους λόγους δυσκολίας εύρεσης ταλέντων και κάλυψης των κενών θέσεων εργασίας, την έλλειψη απαιτούμενης εμπειρίας (27%), τεχνικών δεξιοτήτων (25%), διαθέσιμων υποψηφίων (17%) καθώς και την έλλειψη προσωπικών δεξιοτήτων (7%). Βέβαια, τη λίστα συμπληρώνει και η προσδοκία υψηλότερης αμοιβής σε σχέση με την προσφερόμενη (12%).
Άνεργους πτυχιούχους παράγει το εκπαιδευτικό μας σύστημα
Μια τρίτη έρευνα, για την εκπαίδευση στην Ελλάδα της κρίσης και τη διασύνδεσή της με τις ανάγκες της αγοράς εργασίας, αυτή του ΙΟΒΕ που δημοσιοποιήθηκε τη Δευτέρα, κατέδειξε έναν πολύ σημαντικό παράγοντα: το βαθύ ρήγμα που εξακολουθεί να χωρίζει τις σπουδές των Ελλήνων με την εύρεση εργασίας.
Αναλυτικά, η μελέτη δείχνει ότι κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης, τα ποσοστά των πτυχιούχων παρουσίασαν έκρηξη. Όπως όμως έκρηξη παρουσίασε και η ανεργία των πτυχιούχων, εκτοξεύοντας την αύξηση του αριθμού ανέργων αποφοίτων ανώτατης εκπαίδευσης σε ποσοστό 179,1%.
Η μελέτη του ΙΟΒΕ δείχνει επίσης ότι κάποιες από τις... δυσεύρετες ειδικότητες σύμφωνα με τους Έλληνες εργοδότες, παρουσιάζουν σημαντικά υψηλά ποσοστά ανεργίας. Για παράδειγμα όπως είναι αναμενόμενο, οι απόφοιτοι πανεπιστημίου ανθρωπιστικών επιστημών είχαν ποσοστό ανεργίας το 2016 της τάξης του 24%. Στο 19% ήταν η ανεργία όμως και όσων αποφοίτησαν από πανεπιστήμια Κοινωνικών Επιστημών, της Νομικής και των Οικονομικών, παρότι οι εργοδότες στην χώρα μας δεν βρίσκουν δικηγόρους, οικονομολόγους και αναλυτές για να καλύψουν τις ανάγκες της επιχείρησής τους. Αντίστοιχα και ο τομέας της Βιομηχανίας και των Κατασκευών, σε ποσοστό 18,6%, βρέθηκε αντιμέτωπος με το φάσμα της ανεργίας.
Βέβαια, η μελέτη κατέδειξε επίσης ότι σχολές με κοινωνικές και οικονομικές σπουδές συγκεντρώνουν τις μεγαλύτερες προτιμήσεις των φοιτητών, αν και οι απόφοιτοί τους αντιμετωπίζουν πρόβλημα να ενταχθούν στην αγορά εργασίας. Αντίθετα, στον τομέα των επιστημών Υγείας, που αντιμετωπίζει διαχρονικά μικρά ποσοστά ανεργίας, ο αριθμός αποφοίτων παραμένει σταθερά χαμηλός, μόλις 12,3%.
Όμως σύμφωνα με τους εργοδότες, και στον τομέα των γιατρών υπάρχει έλλειψη ταλέντων.
Στα 1.000 ευρώ ο μέσος μισθός για έναν απόφοιτο πανεπιστημίου
Όσον αφορά τον μισθό, εκτός από το πανευρωπαϊκό πρόβλημα του χάσματος μεταξύ ανδρών και γυναικών, η μελέτη του ΙΟΒΕ δείχνει ότι μπορεί (το 2016) η αμοιβή των εργαζομένων με διδακτορικό δίπλωμα να είναι κατά μέσο όρο διπλάσια από εκείνη των εργαζομένων με απολυτήριο Δημοτικού, όμως είναι σημαντικά χαμηλή.
Ετσι, ο μέσος μηνιαίος μισθός στα άτομα με διδακτορικό κυμαίνεται στα 1.486 ευρώ το 2016 έναντι 2.033 ευρώ το 2008 (-26,9%) ενώ σε ελαφρώς χαμηλότερο επίπεδο κυμαίνεται ο μέσος μισθός για τα άτομα με μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών (1.420 ευρώ). Αρκετά χαμηλότερος είναι ο μέσος μισθός για τους αποφοίτους πανεπιστημίου, χωρίς ωστόσο να εμφανίζει ουσιαστική διαφορά με τους εργαζόμενους που είναι απόφοιτοι ΤΕΙ (1.074 ευρώ έναντι 1.045 ευρώ).