Προβληματική για τις τράπεζες είναι η ανάλυση των πρώτων στοιχείων από τους μέχρι τώρα διενεργηθέντες πλειστηριασμούς καθώς προκύπτει ότι ο αριθμός όσων προτιμούν να χάσουν τα ενεχυριασμένα ακίνητα, παρά να ρυθμίσουν, είναι πιθανώς μεγαλύτερος από αυτόν που προέβλεπαν οι αρχικές εκτιμήσεις.
Από τα τέλη Φεβρουαρίου ως σήμερα βγήκαν στο... σφυρί κυρίως ακίνητα που είχαν λάβει οι τράπεζες ως εξασφάλιση για δάνεια σε πολύ μικρές (ελεύθεροι επαγγελματίες) και μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Η εικόνα που αναδύεται από την επεξεργασία των στοιχείων, σύμφωνα με τραπεζικά στελέχη, είναι κατώτερη των εκτιμήσεων.
Ακόμη και υπό την απειλή του πλειστηριασμού, το ποσοστό όσων έσπευσαν να ρυθμίσουν προκειμένου να μη χάσουν -ακίνητη- περιουσία ήταν χαμηλότερο του 20%. Ποσοστό που απέχει αισθητά από τις εκτιμήσεις των τραπεζιτών ότι το 25% με 30% των «κόκκινων» δανείων ανήκει σε «στρατηγικούς κακοπληρωτές».
Παρότι πρόκειται για τα πρώτα στοιχεία, η εικόνα είναι ανησυχητική καθώς δείχνει ότι το μεγαλύτερο μέρος των μικρών επιχειρηματιών έχει πρακτικά εγκαταλείψει την προσπάθεια διάσωσης της υπερχρεωμένης δραστηριότητάς τους, ακόμη και αν αυτό συνεπάγεται ότι χάνουν ενεχυριασμένη περιουσία.
«Προτιμούν να ρίξουν όποια διαθέσιμη ρευστότητα έχουν σε μια νέα επιχειρηματική δραστηριότητα, μέσω νέου ΑΦΜ, παρά να "αναστήσουν" την υφιστάμενη», αναφέρουν χαρακτηριστικά αρμόδια τραπεζικά στελέχη, συμπληρώνοντας ότι η δημιουργία πλαισίου για προσφορά γενναίων και μακροπρόθεσμων ρυθμίσεων άργησε τόσο πολύ, που πλέον οι τράπεζες βρίσκονται αντιμέτωπες με «κουφάρια» δραστηριοτήτων.
Σύμφωνα με τους ίδιους, το δείγμα είναι μεν μικρό αλλά αντιπροσωπευτικό. Οι τράπεζες, άλλωστε, διενήργησαν, πριν την έναρξη των ηλεκτρονικών πλειστηριασμών, σχετική προεργασία, ώστε να προτάξουν περιπτώσεις στις οποίες υπήρχαν υπόνοιες ότι οι δανειολήπτες έχουν την οικονομική και περιουσιακή δυνατότητα να ρυθμίσουν τα δάνεια, αλλά αποφεύγουν να το κάνουν (σ.σ. στρατηγικοί κακοπληρωτές).
Σημειώνεται ότι οι χορηγήσεις δανείων προς ελεύθερους επαγγελματίες και πολύ μικρές επιχειρήσεις εμφανίζουν τη μεγαλύτερη συγκέντρωση μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (Non Performing Exposures - NPEs), με βάση τα διαχρονικά στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος. Στο τέλος του 2017, το ύψος των NPEs της υποκατηγορίας ανερχόταν σε 65,7%, όταν στα στεγαστικά ανερχόταν στο 43,4% και στα καταναλωτικά στο 49,3%!
Αντίστοιχα τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα Μικρών και Μεσαίων Επιχειρήσεων ανερχόταν, κατά την ίδια ημερομηνία, στο 57% του συνόλου των χορηγήσεων της υποκατηγορίας, όταν στα μεγάλα επιχειρηματικά ανερχόταν στο 22,9% και στα ναυτιλιακά στο 35%.