Εκτός της τεχνικής συμφωνίας που επιδιώκεται να επιτευχθεί έως το Eurogroup της 20ής Μαρτίου, μένει, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, το μεγάλο «αγκάθι» των εργασιακών, ενώ παραμένουν κεντρικές διαφωνίες στο ασφαλιστικό, που θα τεθεί εκ νέου σήμερα στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, το πρωί σε τεχνικό επίπεδο στο υπουργείο Εργασίας και το μεσημέρι στις 3:00 στο Χίλτον, σε επίπεδο επικεφαλής.
«To εργασιακό έχει μια αμφισημία. Το θεωρώ λίγο ξεχωριστό θέμα από το Staff Level Agreement», σημείωνε χθες αργά τη νύχτα κυβερνητικός αξιωματούχος, φωτογραφίζοντας αφενός τις διαφωνίες, αφετέρου τις επιδιώξεις της ελληνικής πλευράς, που επιθυμεί να «κλείσει» ένα έστω και κουτσουρεμένο SLA έως τις 20 Μαρτίου.
Όπως φάνηκε από τη μία και πλέον σύντομη συνάντηση της περασμένης Κυριακής, στα εργασιακά, που είχε ποντάρει η κυβέρνηση καθώς επιδιώκει μέσω της επαναφοράς των συλλογικών συμβάσεων κατά κύριο λόγο και των κοινωνικών αντίμετρων κατά δεύτερο να στηρίξει την όποια πιθανή συμφωνία της για σημαντικές μειώσεις στις συντάξεις, το χάσμα που χωρίζει τις δύο πλευρές είναι τεράστιο. Και οι πλευρές στο σημείο αυτό είναι δύο, παρότι αρχικά οι Ευρωπαίοι φάνηκαν να συζητούν έστω την αύξηση της μετενέργειας σε 6 μήνες, ή ακόμη και τη δυνατότητα επέκτασης των συμβάσεων σε ολόκληρους κλάδους.
Στη συνάντηση της Κυριακής, οι δανειστές, με το ΔΝΤ να χαράσσει τη γραμμή και τους Ευρωπαίους να ακολουθούν σιωπηλοί, απέκλεισαν κάθε ενδεχόμενο αλλαγής των μνημονιακών μεταρρυθμίσεων στα εργασιακά, έκλεισαν τα μάτια ακόμη και στο πόρισμα της Επιτροπής Σοφών και επέμειναν σε περαιτέρω ευελιξίες, με αιχμή τις αλλαγές στις ομαδικές απολύσεις.
Πρόκειται πλέον, όπως πολλές φορές το έχουν χαρακτηρίσει υψηλόβαθμα κυβερνητικά στελέχη που μετέχουν στις διαπραγματεύσεις, για πολιτικό θέμα που δεν μπορεί να διευθετηθεί με τεχνικούς όρους. Για τον λόγο αυτόν άλλωστε, φαίνεται πως η ελληνική πλευρά επιδιώκει να το απομονώσει από την προσπάθεια για την επίτευξη μιας τεχνικής συμφωνίας, που άλλωστε θα αφορά μόνο στις δεσμεύσεις της κυβέρνησης έως το 2018, δεδομένου ότι δεν θα περιλαμβάνει ούτε τα μέτρα και αντίμετρα μετά την 1.1.2019.
Από εκεί και πέρα άλλωστε, αρχίζουν και οι συζητήσεις για τις περικοπές στις συντάξεις. Το διαπραγματευτικό παζάρι στις συντάξεις συνεχίζεται για το αν οι περικοπές θα φθάσουν στο 1% του ΑΕΠ (1,8 δισ.) ή χαμηλότερα, π.χ. 0,75% του ΑΕΠ (1,4 δισ.), που επιδιώκει ακόμη η ελληνική πλευρά. Όπως «παλεύει» και τη σταδιακότητα των μέτρων.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με πληροφορίες, το ΔΝΤ ζητεί οι περικοπές των συντάξεων να εφαρμοστούν ακαριαία, εντός του 2020, η ηγεσία του υπουργείου Εργασίας επιδιώκει να υπάρξει μεταβατικότητα στις περικοπές, ενώ οι Ευρωπαίοι δεν αντιδρούν στην ελληνική πρόταση. Παράλληλα, κι ενώ επικρατέστερο μέτρο εξοικονόμησης των 1,8 ή 1,4 δισ. ευρώ είναι η περικοπή της προσωπικής διαφοράς, η κυβέρνηση επιδιώκει μέσω των πολύωρων διαπραγματεύσεων να «σώσει» τις χαμηλές συντάξεις. Αν και όπως έλεγε χθες άνθρωπος που γνωρίζει την πορεία των διαπραγματεύσεων, αν αποφασιστεί το ποσό, μετά το πώς θα περικοπεί είναι απλά μαθηματικά…