Πέρυσι ήταν της μόδας οι ταμειακές –μαϊμού.
Μηχανές πειραγμένες ώστε να εκδίδουν αποδείξεις οι οποίες καμία πέραση δεν είχαν στην εφορία ή ακόμα και διακοσμητικές ταμειακές καθώς εξέδιδαν χαρτάκια τα οποία έμοιαζαν με απόδειξη, αλλά απλώς αποτελούσαν το μέσο ώστε ο καταστηματάρχης να βάζει τον ΦΠΑ στην τσέπη και ο πελάτης να θεωρεί ότι έχει λάβει κανονικά την απόδειξή του.
Φέτος, το παραμύθι άλλαξε. Όπως αναφέρουν στελέχη της Οικονομικής Αστυνομίας αλλά και της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων, το νέο κόλπο είναι η έκδοση αποδείξεων από τα POS – τα μηχανάκια στα οποία χρεώνονται πιστωτικές και χρεωστικές κάρτες- και οι οποίες πιστοποιούν τη συναλλαγή με την τράπεζα.
Δεν μπορούν να υποκαταστήσουν την έκδοση απόδειξης, αλλά μπορούν να ξεγελάσουν τους καταναλωτές οι οποίοι σε πολλές περιπτώσεις θεωρούν ότι έχουν πάρει κανονική απόδειξη. Το POS όμως δεν είναι συνδεδεμένο με την ταμειακή επομένως η τράπεζα θα χρεώσει κανονικά τη συναλλαγή στην κάρτα, η εφορία όμως δεν θα μάθει ποτέ- παρά αν γίνει έλεγχος- ότι εισπράχθηκαν χρήματα χωρίς να φαίνεται η υποχρέωση απόδοσης ΦΠΑ.
Μετά την κατάργηση των εκπτώσεων 30% στους συντελεστές ΦΠΑ στα νησιά, το κόλπο έχει πολλαπλάσια αποτελέσματα σε επίπεδο φοροδιαφυγής, ενώ δεν λείπουν και οι καταγγελίες φορολογουμένων οι οποίοι μόνο που δεν πιάστηκαν στα χέρια με τους καταστηματάρχες όταν ζήτησαν την απόδειξή τους.
Εκεί που ορισμένοι έβαζαν στην τσέπη ΦΠΑ 16% με την πλαστή απόδειξη πέρυσι, φέτος τσεπώνουν 24% με όχημα την απόδειξη από το POS.
Το νέα κόλπα βρίσκονται σε απόλυτη γνώση των ελεγκτών οι οποίοι πλέον εκτός από το Ζ της ταμειακής μηχανής, αντιπαραβάλλουν τις εκδοθείσες αποδείξεις με τα έσοδα τα οποία αντιστοιχούν στις πωλήσεις με πλαστικό χρήμα.
Ενδεικτική είναι η περιγραφή περιστατικού από στέλεχος το οποίο μετείχε σε κλιμάκιο ελεγκτών στη Μύκονο. Σε καφέ, μέρα μεσημέρι οι ελεγκτές τσεκάρουν το μηχανάκι POS και βγάζει συναλλαγές με κάρτες συνολικής αξίας 730 ευρώ.
Ζητούν από τον καταστηματάρχη τις αποδείξεις οι οποίες έχουν εκδοθεί και αντιστοιχούν στις πληρωμές με κάρτες. Διαπιστώνουν ότι έχει εκδοθεί μια και μόνη απόδειξη αξίας 87 ευρώ και απευθείας κάνουν την αφαίρεση. 730 ευρώ μείον 87, μας κάνει 643 ευρώ, ορφανά, χωρίς απόδειξη. «Ούτε για αυτά που περνάνε μέσα από τα POS δεν κόβουνε απόδειξη» σημειώνει ο ελεγκτής επισημαίνοντας ότι θα πρέπει κατά την άποψή του να εκδίδεται ενιαία απόδειξη από την ταμειακή και το POS.Το σύστημα της ενιαίας απόδειξης εφαρμόζεται ήδη από αλυσίδες μεγάλων καταστημάτων.
Το πρόβλημα θα επιχειρήσει να αντιμετωπίσει κεντρικά το υπουργείο Οικονομικών με τη διάταξη για τη διασύνδεση των ταμειακών μηχανών με τη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων. Η σχετική διάταξη νόμου είναι έτοιμη από το επιτελείο του αναπληρωτή υπουργού Οικονομικών Τρύφωνα Αλεξιάδη και εδώ και αρκετές εβδομάδες- αναφέρουν πληροφορίες- βρίσκεται στο γραφείο του υπουργού Οικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτου. Αρμόδιες πηγές διαβεβαιώνουν ότι είναι θέμα χρόνου η κατάθεσή της στη Βουλή.
Παράλληλα, η Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων «αγριεύει» και όπως προκύπτει από χθεσινή απόφαση του Γ. Πιτσιλή, σε επιχειρήσεις οι οποίες εντοπίζονται να μην έχουν εκδώσει περισσότερες από δέκα αποδείξεις ή ανεξαρτήτως πλήθους αποδείξεων εφόσον δεν έχουν εκδώσει παραστατικά για αγαθά η αξία των οποίων υπερβαίνει τα 500 ευρώ, θα επιβάλλεται λουκέτο 48 ωρών.
Οι σχετικές διατάξεις νόμου έχουν ψηφιστεί από το 1997, έχουν κατά περιόδους χρησιμοποιηθεί τα προηγούμενα χρόνια, ως πυροτεχνήματα περισσότερο για να βγουν οι φωτογραφίες με τις ταινίες « κλειστόν λόγω φοροδιαφυγής» και τώρα επανέρχονται στην επικαιρότητα. Με την απόφαση Πιτσιλή οι εντολές για σφράγισμα επιχειρήσεων για 48 ώρες, θα εκδίδονται από τον προϊστάμενο της αρμόδιας Δ.Ο.Υ, στη συνέχεια θα γνωστοποιούνται στο αρμόδιο αστυνομικό τμήμα και με τη συνδρομή της αστυνομίας θα τοποθετείται στη συνέχεια ειδική ταινία στην κεντρική είσοδο της επαγγελματικής εγκατάστασης. Στην ταινία θα αναγράφεται ότι η εγκατάσταση «σφραγίστηκε μέχρι (ημερομηνία και ώρα) βάσει της με αριθμό...Ειδικής Εντολής Ελέγχου του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ σε εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 1 του άρθρου 13 του νόμου 2523/1997, όπως ισχύει».
Στον υπόχρεο φορολογούμενο θα επιδίδεται αντίγραφο της πράξης άμεσης αναστολής λειτουργίας ενώ παράλληλα θα επιβάλλονται και τα πρόστιμα των 250-500 ευρώ ανάλογα με τον τύπο των τηρούμενων βιβλίων τα οποία σε περίπτωση υποτροπής μπορούν έως και να τετραπλασιαστούν.