Σοκαρισμένοι εμφανίζονται παράγοντες της αγοράς από το μέγεθος των ανοιγμάτων που προκύπτει μετά την αίτηση τεσσάρων συνολικά εταιριών του ομίλου Μαρινόπουλου, για υπαγωγή στο καθεστώς προστασίας του άρθρου 99 του πτωχευτικού κώδικα, που συζητείται αύριο Παρασκευή.
Το απλό άθροισμα των ανοιγμάτων αγγίζει το 1,81 δισ. ευρώ, ενώ ειδικά το άνοιγμα προς προμηθευτές (που δημιουργεί βάσιμες ανησυχίες για εκτεταμένο «ντόμινο» λουκέτων στην αγορά) φαίνεται πλέον να προσεγγίζει το 1 δισ. ευρώ, χωρίς όμως να είναι γνωστό το πώς ακριβώς διαμορφώνονται οι ενδο-ομιλικές συναλλαγές μεταξύ των εταιριών αυτών.
Το βέβαιον είναι πάντως, με δεδομένο ότι οι τέσσερις αυτές εταιρίες έκαναν αίτηση υπαγωγής στο 99, πως στον βαθμό που υπάρχουν ενδοομιλικές συναλλαγές, ό,τι αφαιρείται από το άνοιγμα στην αγορά, θα πρέπει να αφαιρείται και από το σκέλος των απαιτήσεων που εμφανίζουν οι εν λόγω εταιρίες.
Και το «καθαρό» αποτέλεσμα είναι σε κάθε περίπτωση εξαιρετικά δυσάρεστο.
Δεδομένου πάντως ότι η συζήτηση για το άρθρο 99 ξεκινά αύριο, έχει ενδιαφέρον να προσεγγίσουμε την «επόμενη μέρα», εφόσον εκδοθεί προσωρινή διαταγή υπέρ των τεσσάρων εταιριών του ομίλου Μαρινόπουλος.
Το χειρότερο σενάριο, που γίνονται πυρετώδεις προσπάθειες να αποφευχθεί, είναι να μη βρεθεί τελικά κάποιος «λευκός ιππότης» που θα επενδύσει στην εταιρία. Κοινή πεποίθηση των στελεχών της αγοράς, είτε από τον χώρο των τροφίμων, είτε από τον τραπεζικό και τον επενδυτικό χώρο, είναι ότι τα όσα αναφέρει περί σχεδίου εξυγίανσης η Μαρινόπουλος στην αίτηση για το άρθρο 99 αποτελούν απλώς... ευχολόγιο.
Τα στοιχεία που επικαλούνται είναι απλά.
- Η εταιρία φέρεται να «έτρεχε» στο α' εξάμηνο του τρέχοντος έτους με αρνητικό EBITDA περίπου 100 εκατ. ευρώ, ενώ με τις σημερινές συνθήκες φαίνεται να χρειάζεται μεταξύ 15 και 20 εκατ. ευρώ τον μήνα, για να συνεχίσει να λειτουργεί. Ακόμη δηλαδή κι αν εξαφανίζονταν ως δια μαγείας τα χρέη της, θα χρειαζόταν πάνω από 30-40 εκατ. ευρώ «φρέσκο χρήμα», για να διατηρηθεί σε λειτουργία ως τον Σεπτέμβριο (οπότε και αναμένεται να γίνει η κανονική συζήτηση για το άρθρο 99 (αύριο εκδικάζεται η προσωρινή διαταγή προστασίας).
- Είναι επίσης βέβαιο ότι με τις σημερινές συνθήκες, κανένας προμηθευτής δεν θα δεχθεί να δώσει προϊόντα, αν δεν εξασφαλίσει πληρωμή τοις μετρητοίς, ενώ είναι επίσης βέβαιο, όπως σημειώνουν στελέχη με εμπειρία στον χώρο του λιανεμπορίου, ότι μετά τη δημοσιότητα που έλαβαν τα προβλήματα της εταιρίας και κυρίως τις πολύ μεγάλες ελλείψεις, οι πελάτες δεν πρόκειται να επιστρέψουν.
- Δεδομένου ότι οι πιο αισιόδοξες προβλέψεις έκαναν λόγο για τζίρο μεγέθους έως και 400 εκατ. το 2016, ενώ οι υποχρεώσεις μόνον της κύριας εταιρίας Μαρινόπουλος ΑΕΓΕ ξεπερνούν το 1,3 δισ., οποιαδήποτε σκέψη εξυγίανσης χωρίς νέους επενδυτές ανήκει στη σφαίρα της... φαντασίας, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει άλλο στέλεχος της αγοράς.
Κατά συνέπεια, υποστηρίζουν, η ένταξη στο άρθρο 99 αποτελεί αναγκαία μεν, αλλά όχι ικανή συνθήκη για τη συνέχιση της λειτουργίας και τη διάσωση των θέσεων εργασίας. Το επόμενο βήμα, υποχρεωτικά, αφορά στην είσοδο επενδυτή ή επενδυτών.
Δεν πρόκειται όμως, ξεκαθαρίζουν, για εύκολη υπόθεση. Μάλλον το αντίθετο. Τα όσα ακούγονται για το «ενδιαφέρον» διαφόρων funds είναι στην καλύτερη περίπτωση πρόωρα, καθώς οι συγκεκριμένοι παίκτες, αφενός, δεν γνωρίζουν σε βάθος την εταιρία και τη διάρθρωση των υποχρεώσεών της κι αφετέρου, «παρότι εκ πρώτης όψεως φαίνεται ενδιαφέρον case για distress investors, εντέλει είναι πολύ πιθανό ότι το κούρεμα μη εξασφαλισμένων απαιτήσεων που θα ζητήσει ένα fund θα είναι πολύ μεγαλύτερο από εκείνο που θα ήταν αποδεκτό από το υπόλοιπο σύστημα», ανέφερε έμπειρο στέλεχος του χώρου των επενδύσεων.
Πράγματι, σύμφωνα με πληροφορίες του Euro2day.gr, με μια απλή ανάγνωση των οικονομικών δεδομένων, στελέχη από την κατηγορία των distress funds έκαναν λόγο για κούρεμα της τάξεως του... 70% ή και 80% στους μη εξασφαλισμένους πιστωτές!
Ίσως για τον λόγο αυτόν, το βασικό σενάριο που παραμένει στο τραπέζι αφορά στην εμπλοκή της Σκλαβενίτης στα πρότυπα του σχεδίου που συζητείται εδώ και τουλάχιστον 10-15 μέρες κι είχε αποκαλύψει πρόσφατα το euro2day.gr.
Oι τελευταίες πληροφορίες αναφέρουν ότι η Σκλαβενίτης εξακολουθεί να ενδιαφέρεται, πλην όμως διστάζει και ζητά συγκεκριμένους όρους, υπό τον φόβο ότι το μέγεθος του εγχειρήματος θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο τη δική της βιωσιμότητα.
Παράγοντες που παρακολουθούν τις εξελίξεις υποστήριζαν χθες ότι ζητούμενο από την πλευρά του Σκλαβενίτη είναι τόσο η βελτίωση των όρων χρηματοδότησης από τις τράπεζες, όσο και η ενεργός εμπλοκή των παλαιών μετόχων στην περαιτέρω χρηματοδότηση του εγχειρήματος, με νέα κεφάλαια.
Ως προς το τελευταίο, οι πληροφορίες λένε ότι προς το παρόν δεν διαφαίνεται ξεκάθαρα διάθεση των παλαιών μετόχων να χρηματοδοτήσουν περαιτέρω, καθώς από την πλευρά τους υποστηρίζεται ότι δεν έχουν άλλες δυνατότητες (όπως άλλωστε αναφέρουν και στην κατατεθείσα αίτηση για το άρθρο 99).
Το σημείο που προβληματίζει -κι όχι μόνο τους άμεσα εμπλεκόμενους- είναι ότι η Μαρινόπουλος έχει ήδη σημαντικά δάνεια και υποχρεώσεις με leasing, οπότε η περαιτέρω χρηματοδότηση θα την επιβαρύνει δυσανάλογα, σε σχέση με τον τζίρο που πραγματοποιεί σήμερα, ενώ ουδείς μπορεί να γνωρίζει πώς θα εξελιχθεί η κατάσταση τα επόμενα χρόνια.
«Ό,τι διάρκεια κι αν έχουν τα δάνεια, το σίγουρο είναι ότι κάποια στιγμή θα πρέπει να αποπληρωθούν», αναφέρει σκωπτικά παλαιός τραπεζικός παράγοντας, σημειώνοντας ότι η «άσκηση» είναι εξαιρετικά σύνθετη ακόμη κι επί... χάρτου.
Ως πιθανή λύση ορισμένα στελέχη της αγοράς θεωρούν τον συνδυασμό του όλου εγχειρήματος, με την πώληση της FAMAR, της γνωστής φαρμακευτικής εταιρίας που ανήκει στην οικογένεια Μαρινόπουλου και βρίσκεται σε πολύ καλή οικονομική κατάσταση. Ήδη, όπως αναφέρουν, δάνεια της Μαρινόπουλος έχουν ως collateral μετοχές της φαρμακοβιομηχανίας, για την οποία υπήρξαν σχετικά πρόσφατα προσφορές εξαγοράς ποσοστού από τρίτους, που τοποθετούσαν την αποτίμηση στα 350-400 εκατ. ευρώ.
Ως εκ τούτου, αναφέρουν, εφόσον πωλείτο ένα σημαντικό ποσοστό της, μεγάλο μέρος των δανείων θα μπορούσε να αποπληρωθεί προκειμένου να μειωθεί ο συνολικός δανεισμός της Μαρινόπουλος. Πρακτικά ωστόσο, αναφέρουν τραπεζικές πηγές, μια τέτοια κίνηση από την πλευρά της οικογένειας Μαρινόπουλου δεν θα πρέπει να θεωρείται πιθανή.
Μια ακόμη προσέγγιση λύσης αφορά το ενδεχόμενο συμμετοχής περισσότερων επενδυτών, είτε ενός operator κι ενός fund, είτε μέσω «διαμοίρασης» των δραστηριοτήτων ανάμεσα σε δύο ελληνικές εταιρίες του χώρου, ώστε να μοιραστεί το βάρος (στην αγορά έχει ακουστεί ότι η Μασούτης θα μπορούσε να συμμετάσχει σε ένα τέτοιο εγχείρημα, χωρίς ωστόσο ως τώρα να υπάρχει επιβεβαίωση των πληροφοριών).
Τέλος, ως σενάριο «τελευταίας λύσης» έχει ακουστεί ακόμη και το ενδεχόμενο μετοχοποίησης οφειλών προς τους προμηθευτές, λύση που όμως, έστω κι αν τη δέχονταν οι προμηθευτές, φαίνεται να σκοντάφτει σε τρία τουλάχιστον σημεία.
Πρώτον, ότι θα απαιτήσει μεγάλο χρόνο υλοποίησης, δεύτερον, ότι δεν λύνει το πρόβλημα του κεφαλαίου κίνησης και τρίτον, ότι θα έπρεπε να βρεθεί μια διοικητική δομή ικανή να «τρέξει» την εταιρία, εκτελώντας την αναδιάρθρωση αλλά και την «ανακαίνισή» της.