Μνημόνιο Βασικών Όρων Συναντίληψης για τη σύσταση κοινής ομάδας εργασίας που θα εξετάσει τις δυνατότητες συνεργασίας των ΕΛ.ΠΕ. και της κρατικής πετρελαϊκής εταιρείας Rosneft στην προμήθεια αργού και προϊόντων πετρελαίου, αναμένεται να υπογραφεί σήμερα το απόγευμα από τις διοικήσεις των δύο εταιρειών.
Το Μνημόνιο υπογράφεται με την ευκαιρία της επίσκεψης του Ρώσου προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν στην Ελλάδα και επιβεβαιώνει την πρόθεση των δύο πλευρών να διερευνήσουν τρόπους συνεργασίας που θα λειτουργούν προς όφελος και των δύο.
Ωστόσο, λόγω της πολυπλοκότητας και των κινδύνων που κρύβουν οι συμβάσεις που υπονοεί το αντικείμενο του MOU (χονδρικά «φασόν» διύλιση αργού), δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα καταλήξει σε τελική συμφωνία.
Από την πλευρά των ΕΛ.ΠΕ. μέχρι στιγμής τηρούνται χαμηλοί τόνοι για την υπογραφή του MOU. Από τη ρωσική πλευρά, ωστόσο, δίνεται ιδιαίτερη βαρύτητα. Συγκεκριμένα, ο προεδρικός σύμβουλος Γιούρι Ουσάκοφ με δηλώσεις του στο ρωσικό πρακτορείο Τας μιλάει για υπογραφή συμφωνίας προμήθειας αργού πετρελαίου και προϊόντων.
Μεγαλύτερη έμφαση δίνει η ρωσική πλευρά στην προοπτική αξιοποίησης του ελληνικού εδάφους από τη ρωσική Gazprom, για την κατασκευή αγωγού που θα μεταφέρει ρωσικό αέριο στην Ιταλία.
Για το θέμα αυτό ως γνωστόν η ελληνική ΔΕΠΑ υπέγραψε τον περασμένο Μάρτιο στη Ρώμη MOU, με την ιταλική (γαλλικών συμφερόντων) Edison και την Gazprom. Πρόκειται για μια αναβίωση σε μικρότερη κλίμακα του ρωσικού αγωγού South Stream σε συνδυασμό με την αναβίωση του ελληνοϊταλικού αγωγού ITGI. Ειδικότερα, οι εταιρείες ΔΕΠΑ και Edison συζητούν τη συμμετοχή του σχεδίου του ελληνοϊταλικού αγωγού «Ποσειδών» στο συνολικό σχήμα, ώστε μέσω των εδαφών της Βουλγαρίας και της Ελλάδας ο αγωγός που θα κατασκευαστεί στον βυθό της Μαύρης Θάλασσας να μεταφέρει ρωσικό αέριο στην Ιταλία.
Βάσει του MOU που υπέγραψαν οι τρεις εταιρείες, μέχρι το τέλος του 2016 θα πρέπει να ολοκληρώσουν τη μελέτη σκοπιμότητας (feasibility study). Σε παλαιότερες δηλώσεις του εξάλλου ο Ρώσος υπουργός Ενέργειας Αλεξάντρ Νόβακ είχε πει ότι το χερσαίο τμήμα του αγωγού θα έχει δυναμικότητα 9-16 δισ. κ.μ. αερίου τον χρόνο και το υποθαλάσσιο, 10-12 δισ. κ.μ.