Προβληματισμένοι για την επόμενη ημέρα της ελληνικής οικονομίας, ακόμη και στο πιθανό, σύμφωνα με τους ίδιους, σενάριο της επιτυχούς ολοκλήρωσης της αξιολόγησης, δηλώνουν αρκετοί ξένοι επενδυτές, εξέλιξη που αποτελεί τη σημαντικότερη ποιοτική μεταστροφή των τελευταίων επτά μηνών.
Από τον περασμένο Αύγουστο το «story» που πούλησαν στο εξωτερικό κυβέρνηση, αρχές και διοικήσεις τραπεζών ήταν ότι η ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης θα θέσει σε εφαρμογή έναν ενάρετο κύκλο για την ελληνική οικονομία, με ενίσχυση της ρευστότητας και επιστροφή στην ανάπτυξη από το β' εξάμηνο του έτους.
Η παραπάνω υπόθεση αμφισβητήθηκε, για πρώτη φορά, κατά τη διάρκεια των πρόσφατων παρουσιάσεων, που διενήργησαν οι συστημικές τράπεζες και η ΕΧΑΕ στο Λονδίνο, στο πλαίσιο του road show της Morgan Stanley για τον ευρωπαϊκό χρηματοοικονομικό κλάδο.
Παρότι η πλειονότητα των ξένων διαχειριστών κεφαλαίου θεωρεί ότι η αξιολόγηση εύκολα ή δύσκολα θα κλείσει έως το Πάσχα των Ορθοδόξων, την ίδια στιγμή, αρκετοί εξ αυτών διατύπωσαν την ανησυχία ότι μια τέτοια εξέλιξη θα μειώσει μεν την αβεβαιότητα, αλλά δεν αρκεί για την αλλαγή σελίδας σε τράπεζες και οικονομία.
Ο προβληματισμός τους έγκειται, πλέον, στο αν θα... βγει το μακροοικονομικό σκέλος της επενδυτικής εξίσωσης. Αν η οικονομία, δηλαδή, θα αρχίσει να ανακάμπτει από το β' εξάμηνο του τρέχοντος έτους, δημιουργώντας προϋποθέσεις για επιστροφή των τραπεζών στην κερδοφορία, χάρη στη συγκράτηση ή και μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων και την περαιτέρω ενίσχυση των εσόδων τους.
Δεν είναι τυχαίο ότι υπήρξαν αρκετές ερωτήσεις για το αν οι εκτιμήσεις ως προς την εξέλιξη του ΑΕΠ την τριετία 2016-18, που διατύπωσαν οι τράπεζες το περασμένο φθινόπωρο, πρόκειται να αναθεωρηθούν καθοδικά.
Η ανησυχία των επενδυτών προκύπτει από τη διαπίστωση ότι απουσιάζει συνολική στρατηγική για την επάνοδο στην ανάπτυξη. Η πρόθεση της κυβέρνησης να καλύψει το μεγαλύτερο μέρος του δημοσιονομικού κενού από την αύξηση φόρων ενδέχεται να μειώσει την εγχώρια κατανάλωση και να οδηγήσει σε χαμηλότερες επενδύσεις.
Οι ίδιοι φοβούνται ότι οι θεσμοί θα είναι αυτή τη φορά πιο δεκτικοί στο προτεινόμενο μείγμα μέτρων από ελληνικής πλευράς, υπό την πολιτική πίεση να κλείσει η αξιολόγηση, προκειμένου η προσοχή να επικεντρωθεί στο προσφυγικό και στην αντιμετώπιση της τρομοκρατίας.
Την ίδια στιγμή, αμφισβητείται η ύπαρξη συγκροτημένου σχεδίου από πλευράς κυβέρνησης και αρχών για την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης και τη σταδιακή επάνοδο των καταθέσεων. Κάποιοι μάλιστα αμφισβήτησαν τους συντηρητικούς στόχους που έχουν θέσει οι συστημικές τράπεζες με τα πλάνα αναδιάρθρωσης για αύξηση των συνολικών καταθέσεών τους φέτος κατά μόλις 6 δισ. ευρώ.
Προς το παρόν, το μοναδικό θετικό σημάδι είναι η διατήρηση της δυναμικής του τουρισμού, καθώς η Ελλάδα αναδεικνύεται στον πλέον ασφαλή προορισμό της Ν.Α. Μεσογείου.
Γιατί απειλείται το τραπεζικό story
Αν δεν επιβεβαιωθούν οι προβλέψεις για την ανάκαμψη της οικονομίας από το β' εξάμηνο της φετινής χρονιάς και ενίσχυση της ρευστότητας των τραπεζών, είναι ορατός ο κίνδυνος να κλείσουν οι συστημικές τράπεζες την τρέχουσα χρήση με οριακά κέρδη ή ζημίες, αντί του αισιόδοξου σεναρίου για συνολική κερδοφορία περίπου 600 εκατ. ευρώ (διάμεσος εκτιμήσεων).
Το χειρότερο, όμως, είναι ότι θα διατηρηθεί η αβεβαιότητα σε σχέση με το πόσο αντιμετωπίσιμο είναι το πρόβλημα των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων, όσο οικονομία και τράπεζες δεν ανακάμπτουν. Το ενδεχόμενο, δε, να υπάρξει σταδιακή απελευθέρωση στη διαχείριση/πώληση των μη εξυπηρετούμενων δανείων λιανικής (στεγαστικά, καταναλωτικά, μικρών επιχειρήσεων) θα είναι υπό το παραπάνω πρίσμα καταστροφικό, όπως διαμήνυσαν οι ξένοι επενδυτές στους τραπεζίτες.
Τραπεζικά στελέχη παραδέχονται ότι η ανάκαμψη της οικονομίας αποτελεί καθοριστικό παράγοντα για την αντιμετώπιση των μη εξυπηρετούμενων δανείων σε βάθος τριετίας, ενώ πρόσφατα ο Γ. Στουρνάρας επισήμανε από την Κροατία ότι ο κύριος παράγοντας μεγέθυνσης των κόκκινων δανείων είναι η ύφεση.
Καθυστερεί η έναρξη της ενεργητικής διαχείρισης για κόκκινα
Ήδη η καθυστέρηση που παρατηρείται ως προς την ολοκλήρωση της αξιολόγησης πάει πίσω την έναρξη όλου του εγχειρήματος ενεργητικότερης διαχείρισης των μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Οι τράπεζες δεν γνωρίζουν αν θα μπορούν να πωλούν χαρτοφυλάκια με μη εξυπηρετούμενα και ενήμερα δάνεια, αν θα εξαιρεθούν από την ενεργητικότερη διαχείριση κόκκινα δάνεια λιανικής ύψους 35 δισ. και αν θα υπάρξουν βελτιώσεις στους νόμους Κατσέλη και Δένδια. Το βασικότερο όμως είναι ότι δεν ξέρουν αν οι εκτιμήσεις τους για την πορεία της οικονομίας την τριετία 2016-18 ισχύουν ή πρέπει να αναθεωρηθούν.
Υπό τις παραπάνω συνθήκες, η υποβολή των στόχων για τη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων μετατίθεται για αργότερα, με τραπεζικά στελέχη να εκτιμούν ότι η διαδικασία θα ολοκληρωθεί τον Ιούλιο.
Το γεγονός ότι ο προβληματισμός για την επόμενη ημέρα μετά την αξιολόγηση έρχεται τόσο νωρίς μπορεί να αποδειχθεί εξαιρετικά αρνητικός παράγοντας, αφενός διότι οι ανακολουθίες των τελευταίων ετών έχουν δημιουργήσει ένα κλίμα κούρασης και αδιαφορίας για τα ελληνικά assets και αφετέρου, λόγω της δύσκολης θέσης στην οποία βρίσκονται όσοι είχαν εισηγηθεί στις επενδυτικές επιτροπές τη συμμετοχή στις αυξήσεις κεφαλαίου των τραπεζών.