Η Ελλάδα θα καταλήξει σε συμφωνία με τους δανειστές μετά από δύσκολες διαπραγματεύσεις, εκτιμά σε έκθεση της η UBS, στην οποία βλέπει ως πιθανότερο αποτέλεσμα έναν συμβιβασμό που θα περιλαμβάνει μείωση του στόχου για το πλεόνασμα.
Όπως σημειώνει ο διεθνής οίκος, η Ελλάδα βρισκόταν ψηλά στη λίστα με τους μεγάλους κινδύνους για τις παγκόσμιες αγορές την περίοδο 2010-2012, αλλά τα τελευταία δύο χρόνια είχε σταματήσει να ανησυχεί τους περισσότερους επενδυτές.
Μια σταθερή κυβέρνηση και ένα ευνοϊκό οικονομικό περιβάλλον επέτρεψε στην χώρα να δανειστεί από τις αγορές. Αλλά η διενέργεια εκλογών και η νίκη του ΣΥΡΙΖΑ λίγες εβδομάδες πριν από την λήξη του τρέχοντος προγράμματος διάσωσης επανέφερε τις συζητήσεις μιας δυνητικά αποσταθεροποιητικής εξόδου από την ευρωζώνη.
Η τρόικα των προβλημάτων
1. Το ελληνικό χρέος δεν είναι βιώσιμο
Ο λόγος του ελληνικού χρέους προς το ΑΕΠ βρίσκεται στο 175%. Το ΔΝΤ προβλέπει ότι θα υποχωρήσει στο 135% ως το 2019, αλλά αυτό θα χρειαστεί έναν ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης 5%. Όπως επισημαίνει η UBS, οποιαδήποτε μελλοντική ύφεση θα καταστήσει τις σημερινές προβλέψεις εξαιρετικά αισιόδοξες.
Το ΔΝΤ, η ΕΚΤ και ο EFSF μπορεί να συνεχίσουν να προσφέρουν στην Ελλάδα τεχνητά χαμηλά επιτόκια και επίμηκυνση των ωριμάνσεων. Αλλά με τόσο μεγάλο χρέος, η χώρα δεν θα μπορέσει να εξασφαλίσει χρηματοδότηση σε λογικά επιτόκια από τον ιδιωτικό τομέα. Επιπλέον, για όσο καιρό θα συνεχίσει να λαμβάνει δάνεια από τον επίσημο τομέα, οι εντάσεις για το θέμα της δημοσιονομικής αυτονομίας μεταξύ της κυβέρνησης και των υπηρεσιών της ευρωζώνης δεν αναμένεται να λήξουν.
2. Το «κούρεμα» δεν μπορεί να γίνει δεκτό από τους δανειστές
Η πολιτική πραγματικότητα δεν επιτρέπει στο ΔΝΤ, την ΕΚΤ και τον EFSF να δεχτούν «κούρεμα».
Σύμφωνα με την UBS μια τέτοια κίνηση θα δημιουργούσε αυτόματα το ερώτημα για το αν και άλλες χώρες με υψηλό χρέος όπως η Ισπανία, η Γαλλία και η Ιταλία δικαιούνται ανάλογη μεταχείριση.
Με το Ποδέμος («μπορούμε» στα ισπανικά) να κερδίζει έδαφος στην Ισπανία, το ΔΝΤ και οι δύο ευρωπαϊκοί οργανισμοί θα κρατήσουν μια σκληρή στάση.
3. Μόνο η κεντρική τράπεζα μπορεί να σώσει τις ελληνικές τράπεζες
Από τον Ιανουάριο, τα ελληνικά νοικοκυριά και οι εταιρείες έχουν αποσύρει 11 δισ. ευρώ καταθέσεων από τις ελληνικές τράπεζες. Το ποσό αυτό αντιστοιχεί στο 7% του συνόλου των καταθέσεων.
Αυτήν την εβδομάδα η ΕΚΤ αποφάσισε να σταματήσει να δέχεται ελληνικά ομόλογα ως ενέχυρα, βάζοντας ουσιαστικά τέλος στο πρόγραμμα απευθείας στήριξης της ρευστότητας του ελληνικού τραπεζικού συστήματος.
Όπως τονίζει η UBS, οι ελληνικές τράπεζες έχουν ως εναλλακτική πηγή χρηματοδότησης την Τράπεζα της Ελλάδας, μέσω του ELA, αλλά η ΕΚΤ έχει το δικαίωμα να ασκήσει βέτο.
Χωρίς μια συμφωνία της νέας ελληνικής κυβέρνησης με τους δανειστές, οι ελληνικές τράπεζες θα χρεοκοπήσουν, προειδοποιεί η UBS.
Το πιθανό αποτέλεσμα
Σύμφωνα με το τρέχον πρόγραμμα διάσωσης η Ελλάδα πρέπει να επιτύχει πρωτογενή πλεονάσματα 4,5% του ΑΕΠ για να μειώσει το χρέος σε βιώσιμα επίπεδα μεσοπρόθεσμα. Όπως επισημαίνει η UBS λίγες χώρες έχουν καταφέρει κάτι τέτοιο και σχεδόν όλες τους είναι χώρες με πετρέλαιο ή φορολογικοί παράδεισοι.
Την ίδια ώρα η διαγραφή του χρέους δεν αποτελεί λύση, γιατί θα δημιουργούσε ένα προηγούμενο και για άλλες χώρες της ευρωζώνης.
Η UBS αναμένει πως τους επόμενους μήνες θα ακολουθήσει μια βασανιστική διαπραγματευτική διαδικασία. Τα εμπλεκόμενα μέρη θα καταλήξουν σε μια συμφωνία η οποία θα είναι αρκετά ικανοποιητική ώστε να σώσει τα προσχήματα και για τους δύο.
Πιθανότατα θα περιλαμβάνει την μείωση του στόχου για τα πρωτογενή πλεονάσματα που πρέπει να επιτύχει η Ελλάδα και μια ανταλλαγή χρέους του επίσημου τομέα με ομόλογα συνδεδεμένα με την ανάπτυξη.
Σε ένα τέτοιο σενάριο, η πίεση στην Ελλάδα για την περικοπή των δαπανών και την αποπληρωμή του χρέους θα υποχωρήσει. Ωστόσο, η χώρα θα παραμείνει υπερχρεωμένη στους διεθνείς δανειστές και θα είναι αναπόφευκτη μια νέα κρίση μεσοπρόθεσμα.