Με συστοιχία καλών ειδήσεων στον κομβικό για τους σχεδιασμούς της κυβέρνησης τομέα των τραπεζών επιχειρείται να αλλάξει άρδην το κλίμα μεταξύ των ξένων και των εγχώριων επενδυτών.
Το πρώτο βήμα έγινε χθες με (τη διαρροή πληροφοριών για) τη «σιωπηρή» ανατίμηση της αξίας στην οποία αποδέχεται η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα τα ενέχυρα που καταθέτουν οι εγχώριες τράπεζες για την άντληση ρευστότητας.
Πρόκειται για ευθεία στήριξη της ΕΚΤ στο εγχώριο τραπεζικό σύστημα, την ώρα που η αγορά καταβαραθρώνει τις τιμές των κρατικών ομολόγων εκτινάσσοντας τα spreads σε απαγορευτικά επίπεδα για νέες εκδόσεις.
Η έμμεση αναβάθμιση υπερκαλύπτει σύμφωνα με αναλυτές τη μείωση αξίας ενεχύρων που επέρχεται αυτόματα ως αποτέλεσμα της ελεύθερης πτώσης των ομολόγων και κυρίως διευκολύνει τις τράπεζες να μειώσουν ευκολότερα τις θέσεις τους σε ομόλογα με εγγύηση Δημοσίου ως και τον Φεβρουάριο του 2015.
Στελέχη μάλιστα της αγοράς εκτιμούν ότι η κίνηση της ΕΚΤ θα έχει και συνέχεια αν η ελληνική κυβέρνηση αποδείξει ότι προτίθεται να διατηρήσει τη χώρα σε πρόγραμμα εποπτείας μετά τη λήξη της υφιστάμενης δανειακής σύμβασης.
Την ίδια στιγμή η κυβέρνηση κατέθεσε τις τροποποιήσεις στη ρύθμιση μετατροπής του αναβαλλόμενου φόρου σε οριστική απαίτηση, κι αυτές αναμένεται να ψηφισθούν σύντομα, ώστε να αποσταλούν και τυπικά στην Ευρωπαϊκή Τραπεζική Αρχή (European Banking Authority - EBA) την επόμενη εβδομάδα.
Οι τροποποιήσεις βαδίζουν στην πεπατημένη της αντίστοιχης πορτογαλικής καθώς πληρούν τις προδιαγραφές που έθεσε η ΕΒΑ, ώστε το ελληνικό θεσμικό πλαίσιο για το tax credit να ευθυγραμμισθεί με τον ισχύοντα κανόνα.
Πρόσθετο μαξιλάρι 2 δισ. ευρώ από tax credit
Έτσι ανοίγει ο δρόμος για πλήρη αναγνώριση των αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων στα εποπτικά κεφάλαια και με καθεστώς Βασιλείας ΙΙΙ και αυτό σημαίνει πρόσθετο κεφαλαιακό όφελος 2 δισ. ευρώ για τις τράπεζες εν όψει του stress test, το οποίο θα συνυπολογισθεί στα σχέδια κεφαλαιακής ενίσχυσης.
Στις 31/6 οι τράπεζες είχαν αναγνωρίσει, λογιστικά, αναβαλλόμενο φόρο περίπου 12,8 δισ. ευρώ. Από το παραπάνω ποσό, όμως, περίπου το 80% αντιστοιχεί σε φόρο από πιστωτικές ζημίες και ζημίες PSI.
Για παράδειγμα η Eurobank είχε αναγνωρίσει στις 30/6 αναβαλλόμενο φόρο περίπου 3,3 δισ. ευρώ. Εξ αυτών το 1,25 δισ. ευρώ αντιστοιχεί σε ζημίες από το PSI και 1,35 δισ. ευρώ σε ζημίες από προβλέψεις και διαγραφές. Επομένως σε φορολογική απαίτηση μετατρέπεται αναβαλλόμενος φόρος 2,6 δισ. ευρώ και όχι 3,3 δισ. ευρώ. Αντίστοιχα είναι τα νούμερα και για τις υπόλοιπες τράπεζες.
Η πλήρης αναγνώριση της φορολογικής απαίτησης όμως αυξάνει και το σταθμισμένο σε κίνδυνο ενεργητικό με αποτέλεσμα ένα μέρος του οφέλους να ροκανίζεται. Ακόμη και έτσι, με βάση στελέχη ελεγκτικών εταιρειών, το πρόσθετο μαξιλάρι για τις τράπεζες διαμορφώνεται στα 2 δισ. ευρώ και όχι στο 1 δισ. που εκτίμησε πρόσφατα η Goldman Sachs.
Πληροφορίες για τελικό λογαριασμό έως 1,5 δισ. από stress tests
Εφόσον η EBA δεν αναθεωρήσει επί το δυσμενέστερο τον κανόνα, επιβάλλοντας πλαφόν στη συμμετοχή των αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων στα εποπτικά κεφάλαια, ο λογαριασμός του stress test θα βγει, σύμφωνα με τραπεζικά στελέχη, σε διαχειρίσιμα επίπεδα.
Τις τελευταίες ημέρες διαδίδεται από αρκετές πηγές ότι ο τελικός λογαριασμός μετά τον συνυπολογισμό των δράσεων μετριασμού και τη δυναμική αξιολόγηση των πλάνων αναδιάρθρωσης δεν θα ξεπεράσει το 1,5 δισ. ευρώ. Ποσό που αφορά κάποιες από τις τέσσερις τράπεζες και θα πρέπει να καλυφθεί με αυξήσεις κεφαλαίου σε μητρικές και με γρήγορες κινήσεις πώλησης - αξιοποίησης θυγατρικών.
Πρόκειται για το καλύτερο από τα σενάρια ως προς τις κεφαλαιακές ανάγκες που θα βγάλει το stress test, και εφόσον επιβεβαιωθεί θα αλλάξει άρδην το κλίμα για τις τραπεζικές μετοχές αλλά και για το σύνολο της αγοράς.
Με τέτοιου ύψους κεφαλαιακές ανάγκες, το capital buffer του ΤΧΣ θα παραμείνει αλώβητο διευκολύνοντας την κυβέρνηση και την Ευρώπη να βρουν modus operandi για τη γραμμή πιστωτικής διευκόλυνσης και εν συνεχεία την αναδιάρθρωση του χρέους.
Το bonus από τη δυναμική αξιολόγηση των πλάνων αναδιάρθρωσης
Στελέχη τραπεζών πάντως που παρακολουθούν εκ του σύνεγγυς τη διαδικασία της άσκησης σημειώνουν ότι είναι δύσκολο να υπάρξει εκτίμηση για τα τελικά νούμερα, λόγω ανοικτών κρίσιμων παραμέτρων όπως για παράδειγμα αν τελικώς θα προσμετρηθεί η θετική διαφορά μεταξύ δυναμικής και στατικής αξιολόγησης των πλάνων αναδιάρθρωσης.
«Το γεγονός ότι η ΕΚΤ ανακοίνωσε ότι θα δημοσιεύσει τα αποτελέσματα της δυναμικής αξιολόγησης υπόσχεται ότι θα τα προσμετρήσει κιόλας, όμως προς το παρόν δεν το έχει οριστικοποιήσει» εκτιμά διευθύνων σύμβουλος τράπεζας, τονίζοντας ότι η εξέλιξη στο παραπάνω θέμα και ο αναβαλλόμενος είναι τα δύο μεγάλα ανοικτά μέτωπα.