Επί ξυρού ακμής κινείται πλέον η διαδικασία για τη διενέργεια δημοπρασιών πώλησης ποσοτήτων ηλεκτρικής ενέργειας, ως μέτρου για τη μείωση του ενεργειακού κόστους της οικονομίας.
Οι πλήρως αντιτιθέμενες απόψεις που διατυπώθηκαν εκ μέρους των άμεσα ενδιαφερομένων και πρωτίστως της ΔΕΗ που θα είναι ο πωλητής και των βιομηχανιών που είναι αυτές υπέρ των οποίων προωθείται το μέτρο, σύμφωνα με τις πληροφορίες του Euro2day.gr, υποχρεώνουν τη ΡΑΕ που συνέταξε το σχέδιο διενέργειας των δημοπρασιών να απευθυνθεί στην πολιτική ηγεσία του ΥΠΕΚΑ για την αποσαφήνιση της κατάστασης.
Ο κύριος προβληματισμός προκύπτει από τη θέση της ΔΕΗ αναφορικά με τις τιμές πώλησης των «πακέτων» ηλεκτρικής ενέργειας, οι οποίες δεν μπορεί να είναι χαμηλότερες από το πλήρες κόστος παραγωγής των προσφερόμενων προϊόντων, πλέον μιας εύλογης απόδοσης επί των επενδεδυμένων κεφαλαίων.
Το ποσό αυτό σύμφωνα με τη ΔΕΗ δεν μπορεί να είναι για τη λιγνιτική παραγωγή κάτω από τα 60 ευρώ οι 1.000 κιλοβατώρες, ποσό που, με βάση τη διοίκησή της, επιβεβαίωσε μελέτη της Booz μετά από ανάθεση της ΔΕΗ.
Η πρόταση των βιομηχανιών προβλέπει διάθεση «πακέτων» ηλεκτρικής ενέργειας με διοικητικά ρυθμιζόμενη τιμή, χωρίς δημοπρασίες, στα επίπεδα των 30 ευρώ οι 1.000 κιλοβατώρες. Μάλιστα η ΕΒΙΚΕΝ στην επιστολή της προς τη ΡΑΕ στο πλαίσιο της δημόσιας διαβούλευσης, τονίζει με έμφαση ότι η τιμή που πουλά η ΔΕΗ «δεν μπορεί να βασίζεται αποκλειστικά στα λογιστικά στοιχεία ενός μονοπωλίου που επιδιώκει με κάθε τρόπο να μετακυλίει τις οικονομικές ανεπάρκειές του στην αγορά και στον καταναλωτή, όπως γίνεται μέχρι σήμερα».
Επιπλέον, η ίδια Ένωση, σύμφωνα με τη ΡΑΕ, προτείνει την απευθείας συμμετοχή των βιομηχανιών στην προμήθεια από τη ΔΕΗ «πακέτων» ηλεκτρικής ενέργειας, σε αντίθεση με το σχέδιο της ΡΑΕ, που προβλέπει συμμετοχή στις ποσότητες αυτές εκ μέρους προμηθευτών και παραγωγών με υποχρέωση να τα διαθέτουν αποκλειστικά στους καταναλωτές.
Συγκεκριμένα, η ΕΒΙΚΕΝ στις παρατηρήσεις της σημειώνει μεταξύ άλλων: «Να δοθεί, όπως και στο αυθεντικό σύστημα ΝΟΜΕ (εφαρμόζεται στη Γαλλία), η δυνατότητα σε εγχώριους βιομηχανικούς καταναλωτές να προμηθεύονται φορτίο βάσης για το σύνολο του έτους, ίσο κατ΄αντιστοιχία με τη μέση κατανάλωσή τους στις περιόδους μη αιχμής, δηλαδή χαμηλής ζήτησης».
Σύμφωνα με τον εκπρόσωπο της ΕΒΙΚΕΝ Αντώνη Κοντολέοντα, το παραπάνω δεν μεταφράζεται ως απευθείας πρόσβαση της βιομηχανίας στα «πακέτα», αλλά όπως ισχύει και στο γαλλικό ΝΟΜΕ, μέσω προμηθευτών, αρκεί η βιομηχανία να μην επιβαρύνεται με επιπλέον χρεώσεις που δεν αφορούν τη λιγνιτική παραγωγή, όπως φόρος πετρελαίου κ.λπ.
Έτσι όπως έχει διαμορφωθεί η κατάσταση, βρίσκεται στα όρια του αδιεξόδου. Η ΔΕΗ από την πλευρά της διαμηνύει πώληση ηλεκτρικής ενέργειας κάτω του κόστους (όπως αυτή το προσδιορίζει στα 60 ευρώ οι 1.000 κιλοβατώρες). Η απόσταση από την κοστολογική προσέγγιση της βιομηχανίας είναι τεράστια (30 ευρώ), ενώ υπάρχει σαφής διάσταση για το αν η διάθεση της ηλεκτρικής ενέργειας θα γίνεται μέσω δημοπρασιών με κατώφλι τιμής το οποίο θα ορίζει η ΡΑΕ, ή χωρίς δημοπρασίες και με διοικητικά καθοριζόμενες τιμές.
Επιπλέον, δε, θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ότι η διενέργεια δημοπρασιών πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας, ως «νόμιμη» διαδικασία μείωσης του ενεργειακού κόστους της βιομηχανίας, αποτελεί και μνημονιακή υποχρέωση.
Με τα δεδομένα αυτά, η πολιτική ηγεσία του ΥΠΕΚΑ θα κληθεί να απαντήσει πολιτικά για το αν η διάθεση των ποσοτήτων ηλεκτρικής ενέργειας θα γίνεται μέσω δημοπρασιών ή όχι, αν θα έχουν πρόσβαση απευθείας οι βιομηχανίες στις ποσότητες αυτές και τέλος, και κυριότερο, αν οι τιμές πώλησης θα είναι βασισμένες στο κόστος, όπως το υπολογίζει η ΔΕΗ, δηλαδή 60 ευρώ οι 1.000 κιλοβατώρες, ή στο κόστος της ΔΕΗ μείον το κίνητρο απόδοσης, ή θα καθορίζονται διοικητικά και σε επίπεδα που σύμφωνα με την ΕΒΙΚΕΝ αντιστοιχούν σε διεθνή πρότυπα και μελέτες, για αντίστοιχο με της ΔΕΗ χαρτοφυλάκιο παραγωγής.
Τι λέει η ΕΒΙΚΕΝ
Τους παραπάνω προβληματισμούς θέσαμε στον εκπρόσωπο της ΕΒΙΚΕΝ Αντώνη Κοντολέοντα, ο οποίος τοποθετήθηκε ως εξής, για να μην υπάρχουν παρερμηνείες, όπως είπε:
«Η βιομηχανία δεν είναι αντίθετη με το ΝΟΜΕ. Αντίθετα προσβλέπει στο να αποκτήσει μέσω του ΝΟΜΕ μια εναλλακτική πηγή προμήθειας. Γι' αυτό ζητήσαμε την 100% εφαρμογή του γαλλικού ΝΟΜΕ. Τα κύρια σημεία διαφοράς της πρότασης της ΡΑΕ με το γαλλικό ΝΟΜΕ, που το καθιστούν μη εφαρμόσιμο για τη βιομηχανία, είναι:
* Δυνατότητα διάθεσης της περίσσειας: Ανάλογα με το προφίλ λειτουργίας ενός καταναλωτή μπορεί να δημιουργείται περίσσεια ενέργειας μεταξύ των δικαιωμάτων ΝΟΜΕ που δικαιούται και αγόρασε και της πραγματικής του κατανάλωσης. Η περίσσεια αυτή θα πρέπει να μπορεί να διατίθεται σε πρώτη φάση στον ΗΕΠ και στην Οριακή Τιμή Συστήματος. Άλλως δεν είναι τεχνικά δυνατό ένας προμηθευτής να μπορέσει να παντρέψει το φορτίο π.χ. μιας χαλυβουργίας που είναι 150 MW τη νύχτα με αντίστοιχο φορτίο την ημέρα.
* Η τιμή αγοράς να είναι διοικητικά ορισμένη και διεθνώς ανταγωνιστική.
* Η τελική τιμή προμήθειας των ποσοτήτων που θα κατακυρωθούν μέσω του ΝΟΜΕ να μην επιβαρύνεται με χρεώσεις που δεν αφορούν τη λιγνιτική παραγωγή, όπως ΕΦΚ και ΜΑΜΚ.
* Η ΕΒΙΚΕΝ δεν αντιτίθεται στη συμμετοχή της βιομηχανίας στο ΝΟΜΕ μέσω προμηθευτών. Δε χωρούν παρανοήσεις εδώ. Η τιμή που θα προκύψει για τη διάθεση φορτίου βάσης θα αποτελέσει σημείο αναφοράς για την εγχώρια αγορά ηλεκτρισμού τα επόμενα χρόνια. Μία λοιπόν υψηλή τιμή θα αποτελέσει την ταφόπλακα της ελληνικής βιομηχανίας».