Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Επιβραδύνεται η πιστωτική επέκταση το 2007

Επιβράδυνση στον ρυθμό αύξησης των στεγαστικών, καταναλωτικών και επιχειρηματικών δανείων σε σχέση με το 2006, προβλέπει για το 2007 η Eurobank σε μελέτη της για το τραπεζικό σύστημα της Ελλάδας.

Επιβραδύνεται η πιστωτική επέκταση το 2007
Επιβράδυνση στον ρυθμό αύξησης των στεγαστικών, καταναλωτικών και επιχειρηματικών δανείων σε σχέση με το 2006, προβλέπει για το 2007 η Eurobank σε μελέτη της για το τραπεζικό σύστημα της Ελλάδας.

Αναλυτικότερα, η Διεύθυνση Οικονομικών Μελετών και Προβλέψεων της Eurobank εγκαινιάζει τη νέα ετήσια έκδοση ”Greek Banking Review”.

Σκοπός του νέου ετήσιου περιοδικού είναι η ανάλυση των παραγόντων που θα διαμορφώσουν τις εξελίξεις στο τραπεζικό σύστημα, η σύγκριση με τα τραπεζικά συστήματα των υπόλοιπων χωρών της ευρωζώνης και η παρουσίαση των μελλοντικών προοπτικών του.

Την έκδοση επιμελείται ο οικονομικός σύμβουλος του ομίλου, καθηγητής κ. Γκίκας Χαρδούβελης, ενώ τη συντονίζει ο κ. Ηλίας Λεκκός, Ph.D., Senior Economist, και συνεισφέρει σημαντικά η κ. Έλενα Σιμιντζή, MSc, Economic Analyst.

Σύμφωνα με τους οικονομολόγους της Eurobank, το ελληνικό τραπεζικό σύστημα θα συνεχίσει να αναπτύσσεται με ταχείς ρυθμούς, εμφανίζοντας μια εντονότερη δυναμική από αυτή που εμφανίζουν οι τράπεζες των περισσότερων χωρών της ευρωζώνης. Πιο συγκεκριμένα, προβλέπουν ότι:

1. Τα στεγαστικά δάνεια θα παρουσιάσουν ετήσιο ρυθμό αύξησης 25% το 2006, μεγαλύτερο του 9,5% στην Ε.Ε. ”12”, και 22% το 2007 (έναντι 10,5% στην Ε.Ε. των ”12”). Η χαμηλότερη αυτή πρόβλεψη έναντι του 2005 είναι απόρροια του γεγονότος ότι οι εξελίξεις στην αγορά κατοικίας το 2005 (αύξηση αντικειμενικών αξιών, εισαγωγή ΦΠΑ) έδωσαν μεγάλη ώθηση στη στεγαστική πίστη, η οποία δεν αναμένεται να επαναληφθεί με την ίδια ένταση.

2. Τα καταναλωτικά δάνεια θα συνεχίσουν να ”τρέχουν” με υψηλούς ρυθμούς, που προβλέπεται να φτάσουν το 20,5% το 2006, πολύ υψηλότερους του 4% στην Ε.Ε. των ”12”, και το 19,5% το 2007 (έναντι 4,5% στην Ε.Ε. των ”12”).

3. Τα δάνεια σε επιχειρήσεις θα παρουσιάσουν ετήσιο ρυθμό αύξησης 11% το 2006 (έναντι 10% στην Ε.Ε. ”12”) και 10% το 2007 (έναντι 9% στην Ε.Ε. ”12”). Αυτές οι προβλέψεις σχετικά με τους ρυθμούς πιστωτικής επέκτασης των επιχειρήσεων αυξάνονται ακόμη περισσότερο στο 14% για το 2006 και στο 13% για το 2007, εάν λάβουμε υπόψη μας και τη χορήγηση δανείων με τη μορφή εταιρικών ομολόγων (διαγράμματα 11, 14).

Οι παραπάνω αισιόδοξες προβλέψεις για τις μελλοντικές εξελίξεις του ελληνικού τραπεζικού συστήματος συμβαδίζουν με μια σειρά ευνοϊκών παραγόντων, που χαρακτηρίζουν την ελληνική οικονομία και τις ελληνικές τράπεζες.

Πρώτον, οι προοπτικές ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας είναι θετικές.

Συμφώνα με τις προβλέψεις της Eurobank, η ελληνική οικονομία θα αναπτυχθεί (σε σταθερές τιμές) κατά 3,9% το 2006 και 3,5% για το 2007 (διάγραμμα 1).

Δεύτερον, το ελληνικό τραπεζικό σύστημα είναι λιγότερο ώριμο από τα αντίστοιχα ευρωπαϊκά τραπεζικά συστήματα, με το συνολικό ενεργητικό ανά μονάδα ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος να φτάνει μόλις το 158% έναντι 296% στην ευρωζώνη.

Εδώ πρέπει να σημειωθεί επίσης ότι η μεγάλη συγκριτικά συγκέντρωση του ελληνικού τραπεζικού συστήματος είναι αναγκαία συνθήκη για τη δημιουργία ισχυρών ελληνικών τραπεζικών ομίλων, ικανών να ανταγωνίζονται τις ξένες τράπεζες και να διαμορφώνουν εξελίξεις στην ευρύτερη περιοχή (διαγράμματα 3,6).

Τρίτον, ο δανεισμός των νοικοκυριών έχει ακόμα περιθώρια ανάπτυξης. Σε αυτό συνηγορεί η χαμηλότερη δανειακή επιβάρυνση των ελληνικών νοικοκυριών σε σχέση με τα ευρωπαϊκά, οι περαιτέρω αυξήσεις των αντικειμενικών αξιών των κατοικιών, η τάση των ελληνικών νοικοκυριών για αγορά νέας κατοικίας, ενεχυριάζοντας την παλαιά ιδιόκτητη κατοικία τους, αλλά και η σταδιακή σύγκλιση των στεγαστικών επιτοκίων με τα αντίστοιχα ευρωπαϊκά (διαγράμματα 9,10, πίνακας 3).

Τέταρτον, το ελληνικό τραπεζικό σύστημα έχει περιθώρια να χρηματοδοτήσει περαιτέρω την πιστωτική επέκταση, καθώς τα τραπεζικά δάνεια αποτελούν το 90% των καταθέσεων έναντι 113% για την ΕΕ-12 (διάγραμμα 15).

Υπογραμμίζεται, επίσης, ότι οι χορηγήσεις δανείων αποτελούν την κυριότερη πηγή κερδοφορίας των ελληνικών τραπεζών με τα έσοδα από τόκους να αντιστοιχούν στο 70% του συνολικού λειτουργικού εισοδήματος των ελληνικών τραπεζών, έναντι 50% για την ευρωζώνη, γεγονός που αντανακλά την έμφαση που δίνουν οι ελληνικές τράπεζες στα στεγαστικά δάνεια και την καταναλωτική πίστη (διάγραμμα 18).

Ταυτόχρονα, όμως, οι ελληνικές τράπεζες αντιμετωπίζουν υψηλότερα κόστη, το δε δανειακό τους χαρτοφυλάκιο αποτελείται από μεγαλύτερο ποσοστό μη εξυπηρετούμενων δανείων σε σχέση με τις ευρωπαϊκές τράπεζες, αποτέλεσμα των υψηλών ρυθμών ανάπτυξης των χορηγήσεων δανείων. Παρ’ όλα αυτά, οι ελληνικές τράπεζες χαρακτηρίζονται από υψηλή κεφαλαιακή επάρκεια − 13,2% το 2005- που υπερβαίνει κατά πολύ το προβλεπόμενο όριο του 8% (διαγράμματα 22, 23).

Τέλος, δεν πρέπει να αγνοούνται και οι κίνδυνοι που αντιμετωπίζει το ελληνικό τραπεζικό σύστημα. Αυτοί πηγάζουν από την πιθανότητα οι υψηλοί ρυθμοί πιστωτικής επέκτασης να επιβαρύνουν την ποιότητα του δανειακού χαρτοφυλακίου.

Συνεπώς, οι ελληνικές τράπεζες οφείλουν να διαφοροποιήσουν τις πηγές εισοδήματός τους, εξασφαλίζοντας τη μελλοντική βιώσιμη ανάπτυξή τους. Προς αυτή την κατεύθυνση έχουν ήδη κινηθεί οι ελληνικές τράπεζες, επεκτείνοντας τη δραστηριότητά τους στις γειτονικές χώρες των Βαλκανίων, αλλά και σε αναπτυσσόμενες χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης.

Η επέκτασή τους σε μια δυναμικά και ταχέως αναπτυσσόμενη περιοχή, που οι οικονομολόγοι της Eurobank ονομάζουν ”Νέα Ευρώπη”, μετασχηματίζει τις ελληνικές τράπεζες από τοπικούς παίκτες σε ισχυρούς περιφερειακούς ομίλους με συγκριτικό πλεονέκτημα, ενώ εξασφαλίζει μια σημαντική πηγή εσόδων που αναμένεται να αποδώσει μελλοντικά, όταν η ελληνική αγορά θα έχει πια ωριμάσει.

* Η μελέτη της Eurobank δημοσιεύεται στη δεξιά στήλη ”Συνοδευτικό Υλικό”.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v