Tο στοίχημα για την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας μπορεί να μην έχει χαθεί, όμως η κυβέρνηση... τρέχει με λυμένα τα κορδόνια της και... σκοντάφτει διαρκώς! Ένας συνδυασμός άστοχων κινήσεων και ελλιπούς συντονισμού προκαλεί συνεχή εκνευρισμό στην αγορά και θολώνει την υπόθεση του ελληνικού... success story.
Όσο για τις επιχειρήσεις, παρακολουθούν από κοντά τις εξελίξεις και διαμηνύουν πως έχουν εξαντληθεί από την πενταετή ύφεση, θεωρώντας επιτακτική την επαναφορά σε ρυθμούς ανάπτυξης.
Η αγορά αντιδρά με αύξηση στα spreads των ελληνικών ομολόγων, με μειωμένο όγκο συναλλαγών και με πτώση στις τιμές των μετοχών στο Χρηματιστήριο της Αθήνας. Οι απαισιόδοξοι μιλούν για προσγείωση των τιμών στη σκληρή πραγματικότητα και οι αισιόδοξοι πιστεύουν πως η Ελλάδα θα τα καταφέρει και ότι σήμερα είναι η κατάλληλη περίοδος για αγορές.
Δεν είναι μόνο η δυσκολία και o σύνθετος χαρακτήρας των προβλημάτων που αντιμετωπίζει η ελληνική κυβέρνηση, αλλά και μια σαφής έλλειψη οργάνωσης που προβληματίζει έντονα την αγορά.
Ενδεικτική είναι η περίπτωση του προγράμματος κινητικότητας στον δημόσιο τομέα, όπου επί τόσους μήνες δεν είχε γίνει η παραμικρή προετοιμασία και -σύμφωνα με τις δηλώσεις του νέου υπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη- οι όποιες αποφάσεις ελήφθησαν μέσα σε μία εβδομάδα(!), για να πάρουμε τη δόση.
Χαρακτηριστικό στοιχείο της προχειρότητας είναι πως κανείς δεν γνωρίζει για παράδειγμα ποιος θα κάνει τη δουλειά που εκτελεί σήμερα η δημοτική αστυνομία ή επίσης αν θα υπάρξουν σχολικοί φύλακες στο μέλλον...
Άλλο παράδειγμα ατυχούς χειρισμού είναι αυτό της κάλυψης της νέας τρύπας του ΕΟΠΥΥ μέσα από τη διαδικασία του claw back, δηλαδή με αναιτιολόγητη, μονομερή και άδικη αφαίμαξη του ιδιωτικού τομέα, σε έναν επιχειρηματικό χώρο που ήδη βρίσκεται... στο κόκκινο.
Οι αστοχίες συνεχίστηκαν και με την υπόθεση της πώλησης του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου, καθώς προέκυψε εμπλοκή ακόμη και σε μια διαδικασία στην οποία συμμετείχαν τέσσερις τράπεζες (Eurobank, Alpha Bank, Εθνική και Πειραιώς), οι οποίες έχουν τον ίδιο βασικό μέτοχο, το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας!
Η αγορά επίσης προβληματίζεται και με το πολιτικό σκηνικό της χώρας. Ξένοι παρατηρητές για παράδειγμα εντυπωσιάστηκαν για το πώς η μέχρι πρότινος τρικομματική κυβέρνηση κλυδωνίστηκε για ένα θέμα (αντιρατσιστικό) στο οποίο συμφωνούσαν όλοι! Γενικότερα, οι ξένοι (βλέπε π.χ. «Economist») βλέπουν με σκεπτικισμό τη βιωσιμότητα της νέας κυβέρνησης και περιμένουν πρόωρες εκλογές γύρω στον Μάιο του 2014 (εν μέσω... ελληνικής προεδρίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση).
Από την πλευρά τους, πάντως, οι Έλληνες πολίτες δηλώνουν με σαφήνεια στις σφυγμομετρήσεις εναντίον του σεναρίου των πρόωρων εκλογών. Πολύ πιο αντίθετος είναι ο εγχώριος επιχειρηματικός κόσμος, ο οποίος θεωρεί το ενδεχόμενο των πρόωρων εκλογών «πραγματική καταστροφή».
Μια γενικότερη κριτική προς τις κυβερνήσεις της τελευταίας τριετίας είναι πως, αντί να εφαρμόσουν με ταχύτητα και αποτελεσματικότητα τις απαιτούμενες διαρθρωτικές αλλαγές, περιορίζονται μόνο στη λήψη οριζόντιων μέτρων και σε κινήσεις που απλώς αποσκοπούν στο πώς θα εισπράξει η χώρα την επόμενη δόση. Με αυτόν τον τρόπο όμως -σύμφωνα με τους ίδιους κύκλους- δεν καταπολεμούνται τα πραγματικά αίτια της κρίσης και έτσι μέχρι σήμερα το βάθος αυτής δεν λέει να μετριαστεί με τίποτε. Φέτος, για παράδειγμα, θα είναι η τέταρτη κατά σειρά χρονιά όπου θα έχουμε ύφεση κοντά στο 5% ή έστω λίγο χαμηλότερα, όπως προβλέπουν το ΙΟΒΕ και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Τα καυτά μέτωπα
Το μόνο βέβαιο είναι πως η κυβέρνηση καλείται να αντιμετωπίσει τους επόμενους έξι μήνες πολύ σοβαρές προκλήσεις, μέσα από τις οποίες ενδέχεται να προκύψουν ζητήματα που θα ταρακουνήσουν το «success story» της ελληνικής οικονομίας - ή έστω το... «survival».
- Το πρώτο είναι το ζήτημα των αποκρατικοποιήσεων, όπου μετά την αποτυχία της ΔΕΠΑ και τον κίνδυνο του ΟΠΑΠ η μεγάλη ανησυχία βρίσκεται στην υπόθεση του Ελληνικού. Γιατί μπορεί π.χ. υποθέσεις όπως αυτές της ΔΕΠΑ, του ΟΠΑΠ και ενδεχομένως κάποιων άλλων ΔΕΚΟ να προκαλέσουν χρηματοδοτικό κενό, όμως κάτι τέτοιο θα αντιμετωπιστεί πιθανότητα με «συμπάθεια» από τους δανειστές μας. Άλλωστε, οι πωλήσεις αυτές μπορούν να γίνουν και το 2014.
Η περίπτωση του Ελληνικού, όμως, και κάποιων άλλων projects είναι πολύ πιο κρίσιμη, γιατί από εκεί η κυβέρνηση, πέρα από ταμειακά έσοδα, προσδοκά και μεγάλες επενδύσεις στο μέλλον, που θα φέρουν χιλιάδες θέσεις εργασίας. Η πραγματική οικονομία έχει ανάγκη την όσο το δυνατόν ταχύτερη εκκίνηση της επένδυσης στο Ελληνικό, ωστόσο οικονομικοί παράγοντες επισημαίνουν τα υπάρχοντα νομικά ζητήματα, αλλά και τον γενικότερο προβληματισμό τους γύρω από το αν θα βρεθεί επενδυτής που θα καταβάλει τόσα δισεκατομμύρια ευρώ σε μια χώρα με ασταθέστατο φορολογικό καθεστώς, με ιδιαίτερα αργή δικαιοσύνη και με σοβαρό κίνδυνο και πολιτικό ρίσκο.
- Το τραπεζικό σύστημα αποτελεί ακόμη έναν ισχυρό πονοκέφαλο για την ελληνική κυβέρνηση. Η αχίλλειος πτέρνα των ελληνικών χρηματοπιστωτικών ομίλων, μετά την επιτυχή επανακεφαλαιοποίησή τους, βρίσκεται πλέον στο κομμάτι των μη εξυπηρετούμενων δανείων, ποσοστό που φαίνεται να διευρύνεται και να ξεπερνά τις προηγούμενες εκτιμήσεις. Οι τράπεζες ήδη έχουν αρχίσει να ασχολούνται εντατικότερα με τη διαχείριση των μεγάλων δανείων τους και όπως δείχνουν τα πράγματα μέσα στο δεύτερο εξάμηνο του έτους θα αποφασίσουν ποιες εταιρείες σώζονται και με τι «κούρεμα».
Το καλό για την ελληνική οικονομία είναι πως στα υπάρχοντα κεφάλαια του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας υπάρχει ένα μαξιλάρι κάποιων δισ. ευρώ για περαιτέρω ενισχύσεις των ελληνικών τραπεζών (μέρος του εποφθαλμιά το υπουργείο Οικονομικών για να καλύψει την τρύπα από τις μειωμένες ιδιωτικοποιήσεις), στο οποίο θα προστεθεί όποιο ποσό προκύψει από την ιδιωτικοποίηση της Eurobank και του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου (σε μία ή δύο «συσκευασίες»). Το βέβαιο είναι ότι όσο ταχύτερα προκύψει πώληση των δύο αυτών τραπεζών σε φορέα που θα φέρει φρέσκο χρήμα τόσο μεγαλύτερο θα είναι το μαξιλάρι για το ελληνικό τραπεζικό σύστημα.
-Το ζήτημα της ρευστότητας στην οικονομία είναι ακόμα μία πρόκληση για την κυβέρνηση, όπου και εδώ θα πρέπει να επιδείξει ουσιαστικό έργο, αφού τώρα δεν θα υπάρχει το πρόσχημα της επανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών. Με άλλα λόγια, σε περίπτωση όπου συνεχιστεί η αρνητική πιστωτική επέκταση και μέσα στο επόμενο εξάμηνο, η κυβέρνηση θα έχει υποστεί ένα μεγάλο πολιτικό πλήγμα και κυρίως η οικονομία θα... αποχαιρετήσει ουσιαστικά τον στόχο για περιορισμένη ανάπτυξη από το 2014 και μετά. Το μεγαλύτερο πρόβλημα, όμως, αφορά την πραγματική οικονομία, αφού οι περισσότερες επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν φέτος ζήτηση που είναι συνήθως μεταξύ του 40% και του 75% χαμηλότερη σε σύγκριση με εκείνη του 2008.
Οι επιχειρήσεις αυτές (π.χ. ευρύτερος οικοδομικός τομέας, κατασκευές, έπιπλα, οχήματα, χονδρικό και λιανικό εμπόριο, ρούχο) έχουν συσσωρεύσει την τελευταία τετραετία πολύ μεγάλες ζημίες και οι αντοχές τους σε μεγάλο βαθμό έχουν εξαντληθεί. Αν λοιπόν η κυβέρνηση δεν καταφέρει να σταθεροποιήσει την οικονομία μέχρι το τέλος του έτους, τότε πολλές νέες θέσεις εργασίας θα χαθούν και θα μπουν πολλά επιπλέον λουκέτα. Πέρα όμως από τον σοβαρό κίνδυνο που αντιμετωπίζει ο παραγωγικός ιστός της οικονομίας, επαπειλούνται πολύ μεγάλες κοινωνικές αναταράξεις αν δεν ξεκινήσουν μέσα στο 2014 ισχυρά επενδυτικά projects, τα οποία θα οδηγήσουν και σε νέες θέσεις εργασίας.
Υπό αυτές τις δυσκολίες και τις προκλήσεις, εξηγούνται οι δυσμενείς προβλέψεις ορισμένων ξένων αναλυτών, οι οποίοι μιλούν για αρνητικό ελληνικό ΑΕΠ και μέσα στο 2014, όπως επίσης και για χαμηλότερη ιδιωτική κατανάλωση τόσο για το 2014 όσο και για το 2015.
Δύο άμεσοι στόχοι
Το στοίχημα βέβαια για την κυβέρνηση δεν έχει χαθεί ακόμη. Επί του παρόντος, η ελληνική πλευρά έχει να επιδείξει την υλοποίηση του προϋπολογισμού στο πλαίσιο του στόχου (ή και καλύτερα από αυτόν), τη βελτίωση στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών και την τόνωση της ανταγωνιστικότητας των ελληνικών προϊόντων, η οποία οφείλεται αποκλειστικά και μόνο στο κατά πολύ μειωμένο κόστος εργασίας (αντίθετα, εμπόδιο είναι η άνοδος στο κόστος των καυσίμων). Το θέμα θα κριθεί από το αν μέσα στο 2013 θα αρχίσει να τονώνεται η ρευστότητα στην οικονομία και από το αν μέσα στο 2014 θα προκύψουν πολλές θέσεις εργασίας από την υλοποίηση των έργων του ΕΣΠΑ και την προσέλκυση νέων επενδύσεων.
Η έλλειψη προσδοκιών πλήττει το Χ.Α.
Η κακή εικόνα της εγχώριας πραγματικής οικονομίας θα συνεχίσει να αποτελεί τροχοπέδη σε οποιαδήποτε ανοδική προσπάθεια του ελληνικού χρηματιστηρίου, το οποίο θα εξακολουθήσει να προβληματίζεται από τις πολιτικές επιλογές. Η αγορά μετοχών συνεχίζει να κινείται με εμφανή διστακτικότητα και φόβο, κινούμενη κοντά στα χαμηλά έτους.
Οι συνεχείς πιέσεις σε μετοχές πέραν των τραπεζών όπως Motor Oil, ΒΙΟΧΑΛΚΟ, ΕΛΛΑΚΤΩΡ, Ελληνικά Πετρέλαια, ΕΧΑΕ, ΟΤΕ, ΟΠΑΠ και ΔΕΗ και οι ισχυρές πιέσεις στα warrants, παρά τον αναιμικό τζίρο συναλλαγών, δείχνουν ότι η κρίση βαθαίνει και η κυβέρνηση πρέπει να δώσει πειστικές λύσεις σε μια σειρά θέματα.
Η χρηματιστηριακή αγορά εξακολουθεί να επηρεάζεται από τις τραπεζικές προκλήσεις καταγράφοντας σημαντικές απώλειες, παρά το γεγονός ότι οι ανακεφαλαιοποιήσεις ολοκληρώθηκαν επιτυχώς. Το γεγονός βέβαια ότι η αγορά έχει ισορροπήσει σε επίπεδα γύρω από τις 820 μονάδες δεν σημαίνει ότι όλοι οι συμμετέχοντες αε αυτήν είναι αρνητικοί για την περαιτέρω πορεία των τιμών των ελληνικών μετοχών ή ότι όλοι οι μετοχικοί τίτλοι βρίσκονται σε παράλληλο βηματισμό.
Η αγορά κινείται με εμφανή έλλειψη προσδοκιών, αφού η δόση από την τρόικα δίνεται με... δόσεις και ελαφρώς μειωμένη και, δεδομένων των διαρκών καθυστερήσεων στις μεταρρυθμίσεις, η διατήρηση της πίεσης προς την ελληνική κυβέρνηση κρίνεται λογική, ενώ και το ρίσκο για την ελληνική οικονομία παραμένει.
Η επιστροφή του πολιτικού ρίσκου στο τραπέζι τελικά φαίνεται ότι θα μας συντροφεύει για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα από αυτό που θα θέλαμε, αφού τα εμπόδια τελικά αποδεικνύονται ψηλότερα απ' ό,τι εκτιμούσε το consensus της αγοράς προ ολίγων μηνών και φαίνεται ότι εκείνοι που έκανα λόγο για πρώιμη αισιοδοξία είχαν δίκιο. Παρότι το στοίχημα για την οικονομία δεν έχει χαθεί ακόμη, απαιτούνται ταχύτερες και αποτελεσματικότερες κινήσεις, από ένα κυβερνητικό σχήμα που φαίνεται να έχει... παγώσει ελαφρώς.
Τα μέτωπα ωστόσο που πρέπει να αντιμετωπιστούν παραμένουν ίδια από τότε που εισήλθε η χώρα στο μνημόνιο. Το κρισιμότερο είναι αυτό της επίτευξης πρωτογενούς πλεονάσματος στον κρατικό προϋπολογισμό. Ένα δεύτερο θέμα που πρέπει να αντιμετωπιστεί -και το τονίζει και η Κομισιόν στην τελευταία αναθεώρησή της- είναι η τόνωση της ρευστότητας στην οικονομία. Το τρίτο μέτωπο δεν είναι άλλο από τις ιδιωτικοποιήσεις, όπου η αγορά περιμένει κινήσεις, deals και εξαγορές, και όχι... εξώδικα. Το τελευταίο κρίσιμο στοιχείο δεν είναι άλλο από την υλοποίηση μιας σειράς διαρθρωτικών αλλαγών, που θα μπορούσαν να επηρεάσουν σε μεγάλο βαθμό τους στόχους της κυβέρνησης για ανάταξη της ελληνικής οικονομίας, αλλά και να συμβάλουν στη μακροχρόνια ανάπτυξη της χώρας.
***Αναλυτικά ο πίνακας με την ανακεφαλαιοποίηση των 4 τραπεζών και το μακροοικονομικό σενάριο για την Ελλάδα δημοσιεύεται στη δεξιά στήλη "Συνοδευτικό Υλικό".