Οι εξελίξεις στη Μολδαβία, κι ακόμη περισσότερο στη Γεωργία, μια χώρα με στρατηγική σημασία στα σύνορα Ευρώπης και Ασίας, δείχνουν ήδη τις σοβαρές παράπλευρες συνέπειες που έχει ο πόλεμος στην Ουκρανία για την ευρωπαϊκή ήπειρο.
Πρόκειται για δύο φτωχές χώρες που από χρόνια, μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, φιλοδοξούσαν να γίνουν μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Δύο χώρες στις οποίες, όμως, υπάρχουν «αυτόνομες» περιοχές με ρωσική στρατιωτική παρουσία. Στη Μολδαβία είναι η καθαρά φιλορωσική Υπερδνειστερία (Transnistria), στη Γεωργία η Αμπχαζία και η Νότιος Οσετία.
Στη Μολδαβία, το πρόσφατο δημοψήφισμα για να ενσωματωθεί η ενωσιακή πορεία με την ΕΕ στο τοπικό Σύνταγμα, παρά τις προβλέψεις για άνετη νίκη, συγκέντρωσε ποσοστό μόλις 50,46%. Είναι δε αξιοπρόσεκτο ότι το ποσοστό αυτό διαμορφώθηκε με την ψήφο των ομογενών που ζουν στο εξωτερικό και αντιπροσωπεύουν σημαντικό ποσοστό του γενικού πληθυσμού (σε αυτούς το ποσοστό του «ναι» κυμάνθηκε πάνω από το 75%), καθώς μεταξύ των κατοίκων της χώρας, το αποτέλεσμα ήταν... αντίθετο.
Η φιλοδυτική πρόεδρος της χώρας Μάγια Σάντμπου (που διεκδικεί ξανά την προεδρία την ερχόμενη Κυριακή, έχοντας λάβει 43% στον πρώτο γύρο) δικαιολόγησε το οριακό αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος μιλώντας για «επίθεση κατά της Δημοκρατίας» και εκτεταμένη εξαγορά ψήφων, με ρωσικό χρήμα.
Το δημοψήφισμα μπορεί να επικυρωθεί ή να ακυρωθεί από το Συνταγματικό Δικαστήριο μέσα στο επόμενο διάστημα, ενώ στο μεταξύ διάχυτη είναι η φημολογία ότι μπορεί να υπάρξουν σοβαρά επεισόδια την επόμενη Κυριακή, οπότε και κρίνεται η ανάληψη της προεδρίας της χώρας.
Πολύ πιο εύφλεκτη εμφανίζεται η κατάσταση στη Γεωργία, μετά τις εκλογές της Κυριακής που έδωσαν την πλειοψηφία με 54% στο κυβερνών κόμμα «Georgia Dream». Οι εκλογές αμφισβητούνται από σχεδόν σύσσωμη την αντιπολίτευση αλλά και την πρόεδρο της χώρας, που καλούν τους πολίτες σε κινητοποιήσεις για την ανατροπή του αποτελέσματος.
Η πρόεδρος Σαλομέ Ζουραμπισβίλι και η αντιπολίτευση έχουν έντονα φιλοδυτικές και αντιρωσικές θέσεις, ενώ το κυβερνών κόμμα κατηγορείται πως παρότι ήταν φιλοδυτικό (με την υποστήριξή του άλλωστε είχε εκλεγεί η πρόεδρος) διολισθαίνει ολοένα και περισσότερο σε φιλορωσικές αντιλήψεις.
Στην πράξη, αυτές οι παραμεθόριες ευρωπαϊκές χώρες έχουν βρεθεί στις συμπληγάδες μιας επιλογής που μοιάζει πλέον εξαιρετικά επικίνδυνη για τις ίδιες. Με τα τρέχοντα γεωπολιτικά δεδομένα, δεν καλούνται απλώς να κάνουν μια επιλογή οικονομικής ένταξης και συνεργασίας. Καλούνται να υιοθετήσουν ξεκάθαρα αντιρωσική στάση, έχοντας παρακολουθήσει τι συνέβη στην Ουκρανία και την τεράστια καταστροφή που έχει υποστεί από τη ρωσική εισβολή.
Αυτή άλλωστε ήταν και η γραμμή με την οποία κέρδισε τις (αμφισβητούμενες) εκλογές η κυβερνητική παράταξη στη Γεωργία, συνεχίζοντας να δηλώνει ότι είναι υπέρ της ένταξης στην ΕΕ: ότι το «διεθνές κόμμα του πολέμου» και η Ουκρανία επιδιώκουν να ανοίξουν δεύτερο μέτωπο κατά της Ρωσίας, στο έδαφος της Γεωργίας, σε συνεργασία με τους φιλοδυτικούς της αντιπολίτευσης.
Δεν είναι επίσης τυχαίο ότι σε πολλές χώρες της κεντρικής Ευρώπης, οι περισσότερες των οποίων είναι μέλη της ΕΕ, υπάρχουν πολιτικές δυνάμεις που είτε κυβερνούν (Ουγγαρία, Σλοβακία) είτε έχουν ενισχύσει πολύ τις δυνάμεις τους (Αυστρία, Τσεχία) και δεν θέλουν να πάρουν θέση στη σύγκρουση Ανατολής - Δύσης, ενώ αποστασιοποιούνται από την Ουκρανία.
Το ότι η πρόεδρος της Γεωργίας και τα κόμματα της αντιπολίτευσης προσβλέπουν σε ένα νέο «Euromaidan», ώστε να πέσει η κυβέρνηση, όπως έπεσε στην Ουκρανία το 2014 (με όλα όμως τα επακόλουθα που αυτό είχε και έχει ως σήμερα), είναι προφανές από την άμεση και έντονη αμφισβήτηση των εκλογών.
Η ίδια η Ζουραμπισβίλι μίλησε χθες Δευτέρα για «ειδική επιχείρηση» της Ρωσίας, προκειμένου να εμποδίσει την επικράτηση της αντιπολίτευσης, αλλά παραδέχτηκε ότι είναι δύσκολο να παρουσιαστούν στοιχεία για τη νόθευση του εκλογικού αποτελέσματος, επικαλούμενη ότι το ίδιο έχει συμβεί και σε πολύ ισχυρότερα κράτη, όπως οι ΗΠΑ!
Πολλά θα κριθούν από τη στάση της Ευρώπης και των ΗΠΑ το αμέσως επόμενο διάστημα. Εάν δηλαδή θα προχωρήσουν σε ανοικτή αμφισβήτηση του εκλογικού αποτελέσματος, στηρίζοντας την αντιπολίτευση και επιβάλλοντας κυρώσεις. Κάτι που δεν έχουν κάνει μέχρι τώρα οι επίσημοι εκπρόσωποί τους, ούτε οι εκλογικοί παρατηρητές της ΕΕ, παρότι καυτηριάζουν τα κρούσματα παρατυπιών και εκλογικών ανισοτήτων.
Δεν συμβαίνει το ίδιο όμως με τους εκπροσώπους διαφόρων χωρών από την περιοχή της Βαλτικής (Εσθονία, Λιθουανία κ.λπ.), οι κυβερνήσεις των οποίων είναι γενικώς υπέρ της κλιμάκωσης στη σύγκρουση με τη Ρωσία. Ήδη από την Κυριακή, ζητούν από τη Δύση να παρέμβει ενάντια στην κυβέρνηση της Γεωργίας.
Είναι ενδεικτικό του κλίματος γεωπολιτικής πόλωσης ότι οι περισσότερες πρώην σοβιετικές χώρες της Βαλτικής, μαζί με τον υπουργό Εξωτερικών της Πολωνίας Ράντεκ Σικόρσκι (τον άνθρωπο που έγραψε στο Χ «Thank you America» για την ανατίναξη του αγωγού Nord Stream), αμφισβήτησαν το αποτέλεσμα ανοικτά, λίγες ώρες μετά τις εκλογές, ενώ από την άλλη πλευρά, Ουγγαρία, Αρμενία αλλά και Αζερμπαϊτζάν έσπευσαν να συγχαρούν για τη νίκη του το κυβερνών κόμμα της Γεωργίας.
Εντέλει τη Δευτέρα, 13 από τις 27 χώρες της ΕΕ έβγαλαν μέσω υπουργών τους κοινό ανακοινωθέν που εμμέσως πλην σαφώς στηρίζει την αντιπολίτευση στη Γεωργία. Απείχαν από την κίνηση αυτή 14 χώρες, μεταξύ των οποίων Ελλάδα, Κύπρος, Ιταλία, Ισπανία, Κροατία, Ρουμανία, Βουλγαρία, Αυστρία, Ουγγαρία, Σλοβακία και Σλοβενία.
Σε κάθε περίπτωση, το ρήγμα μεγαλώνει και γίνεται ολοένα βαθύτερο, απειλώντας να διχάσει εκ νέου τη Γηραιά Ηπειρο. Μόνο που αυτή τη φορά οι διαχωριστικές γραμμές είναι πιο σύνθετες από το κομμουνισμός-καπιταλισμός του παρελθόντος, ή τη μάχη κατά του ναζισμού στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Αφορούν διαφορετικές κουλτούρες και πολιτικές αντιλήψεις, συχνά διαφορετικές πολιτισμικές ταυτότητες και ιστορικές παραδόσεις.
Ο ρόλος των νεοσυντηρητικών στις ΗΠΑ και τα γεράκια της Ευρώπης
Στις ΗΠΑ όλοι ασχολούνται αυτές τις μέρες με την επικείμενη εκλογή προέδρου. Αυτό που δεν συζητείται, παρότι ολοφάνερο ακόμη και στη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας, είναι η διάβρωση του Δημοκρατικού κόμματος στον χώρο της εξωτερικής πολιτικής, από τους «νεοσυντηρητικούς» που κάποτε κυριαρχούσαν στις διοικήσεις των ρεπουμπλικανών.
Πρόκειται για μια σειρά από προβεβλημένα πρόσωπα που έπαιξαν πολύ σημαντικό ρόλο στην προώθηση της εισβολής των ΗΠΑ στο Ιράκ, κατά την προεδρία του υιού Μπους το 2003, ένα από μεγαλύτερα λάθη της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής. Δεν είναι ένας και δύο, είναι πολλοί.
Ο ιδεολογικός «ιερέας» του νεοσυντηρητισμού Ρόμπερτ Κέιγκαν (που παραιτήθηκε πρόσφατα από τη Washington Post διότι η εφημερίδα δεν στήριξε επίσημα την Κάμαλα Χάρις) και η σύζυγός του Βικτόρια Νούλαντ, σύμβουλος ασφαλείας του ρεπουμπλικανού αντιπροέδρου Τσέινι το 2003-2005, υφυπουργός Εξωτερικών επί Ομπάμα αλλά και Μπάιντεν και πρόσωπο-κλειδί των εξελίξεων στην Ουκρανία από το 2014 και μετά.
Ο πρώην σύμβουλος εθνικής ασφαλείας του Τραμπ, Τζον Μπόλτον, η κόρη του πρώην αντιπροέδρου των ΗΠΑ Ντικ Τσέινι, Λιζ, που έφυγε από τους ρεπουμπλικανούς και στηρίζει Χάρις, καθώς και άλλοι λιγότερο γνωστοί στην Ελλάδα, που ως κοινό σημείο πολιτικής έχουν τον «παρεμβατισμό» και την «εξαιρετικότητα» των ΗΠΑ, με αποστολή την προώθηση της φιλοδυτικής δημοκρατίας ανά τον κόσμο, ακόμη και με τα όπλα.
Παρότι το μοντέλο αυτό αποδείχτηκε αποτυχημένο σε μια σειρά από μέτωπα, από το Ιράκ και το Αφγανιστάν, μέχρι τη Συρία και τη Λιβύη, οι ίδιοι θεωρούν πως η αποστολή τους πρέπει να συνεχιστεί. Συνοδοιπόροι τους έχουν βρεθεί τα «γεράκια» των Βαλτικών κρατών, αλλά και ιδεολόγοι «πράσινοι», κάποτε φιλειρηνιστές της Ευρώπης, όπως η υπουργός Εξωτερικών της Γερμανίας Αναλένα Μπέρμποκ.
Το πρόβλημα για την Ενωμένη Ευρώπη είναι διττό. Αφενός, οι συγκρούσεις (σήμερα μία, αύριο ίσως περισσότερες) αφορούν περιοχές στη δική της ήπειρο, άρα εκείνη υφίσταται τις επιπτώσεις. Κι από την άλλη, η εξάρτησή της από την αμυντική ισχύ των ΗΠΑ, σε συνδυασμό με τις θέσεις ορισμένων μελών της όπως οι χώρες πέριξ της Βαλτικής, την καθιστούν παρακολούθημα των διαθέσεων της αμερικανικής πολιτικής.
Πρόκειται για εξαιρετικά ευαίσθητο θέμα, ανεξάρτητα από την έκβαση των εκλογών στις ΗΠΑ. Όπως έχει δείξει η περίπτωση της Ουκρανίας, το ξεκίνημα μιας σύγκρουσης είναι πάντα πολύ πιο εύκολο από τη λήξη της, ενώ οι συνέπειες μπορεί να είναι βαρύτατες. Ακόμη περισσότερο όταν ο βασικός αμυντικός εταίρος σου είναι έτοιμος ανά πάσα στιγμή να σου μεταβιβάσει το ουσιαστικό βάρος προηγούμενων αποφάσεων, στις οποίες, όμως, εκείνος είχε τον πρωταγωνιστικό ρόλο.
Σε αυτές τις συνθήκες, το γεγονός ότι οι δύο σημαντικότερες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, Γερμανία και Γαλλία, βρίσκονται με αδύναμες πολιτικές ηγεσίες, αφήνοντας σε μεγάλο βαθμό την ευρωπαϊκή πολιτική στα χέρια της Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, η οποία έδωσε σχεδόν όλα τα κρίσιμα πόστα της Κομισιόν σε πολιτικούς χωρών της Βαλτικής, μπορεί να αποβεί καθοριστικό,
Οι εξελίξεις στη Γεωργία, ενδεχομένως και στη Μολδαβία το επόμενο διάστημα, ίσως αποτελέσουν ένα πρώτο δείγμα των νέων κινδύνων που ελλοχεύουν.
ΥΓ: Οι πληροφορίες για πιθανή εμπλοκή στρατιωτικών δυνάμεων της Βορείου Κορέας στη ρωσική περιοχή του Κουρσκ, στην οποία εισέβαλε προ μηνών η Ουκρανία, αν επιβεβαιωθούν, θα δώσουν νέα, ακόμη πιο διεθνοποιημένη διάσταση στη σύρραξη. Οι αριθμοί στρατιωτών που συζητούνται (περίπου 12.000) είναι περιορισμένοι για να έχουν σοβαρή στρατιωτική επίδραση στη γενικότερη σύγκρουση. Το ότι οι δυνάμεις αυτές θα εμπλακούν αποκλειστικά στο Κουρσκ, δηλαδή σε μέτωπο στο οποίο η Ρωσία αμύνεται εντός του εδάφους της, έχει τυπική σημασία, με βάση τις μεταξύ τους συμμαχικές συμφωνίες άμυνας. Το μήνυμα όμως προς τη Δύση είναι ξεκάθαρο. Και δεν είναι μήνυμα διαθέσεων υποχώρησης.