Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι σε αυτή τη «διαπραγμάτευση» συμβαίνουν φαινόμενα που δεν έχουν ξανασυμβεί. Οι δανειστές έχουν μεγάλες διαφορές μεταξύ τους, τόσο μεγάλες που να βλέπουμε επιφανή στελέχη, είτε των ευρωπαϊκών μηχανισμών είτε του ΔΝΤ, να ξιφουλκούν ο ένας ενάντια στον άλλο, μέσα από άρθρα και δηλώσεις σε μεγαθήρια του διεθνούς Τύπου.
Το ποιος έχει δίκιο, πέραν του ότι είναι σχετικό και όχι απόλυτο, δεν έχει ιδιαίτερη σημασία για την Ελλάδα, που βρίσκεται αντιμέτωπη με αυτή την κατάσταση. Άλλωστε οι πολιτικές και οικονομικές διαπραγματεύσεις σπανίως (για να μην πούμε τη βαριά λέξη ποτέ) γίνονται στον πραγματικό κόσμο με όρους γνήσιας αλληλεγγύης και δικαιοσύνης.
Η ψυχρή λογική λέει ότι σήμερα η Ελλάδα έχει απόλυτη ανάγκη, για λόγους οικονομικούς αλλά και κοινωνικούς, από τέσσερα πράγματα:
- Την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης, προκειμένου να λάβει χρήματα από τους δανειστές ώστε να είναι σε θέση να ανταποκριθεί στην πληρωμή υποχρεώσεων τους επόμενους μήνες.
- Την ένταξη των ελληνικών τίτλων στο QE της Eυρωπαϊκής Τράπεζας, γεγονός που αποτελεί προϋπόθεση για την αναζωπύρωση του επενδυτικού και οικονομικού ενδιαφέροντος, δίδοντας σήμα τόσο στο εξωτερικό, όσο και στο εσωτερικό.
- Την αποφυγή μιας περιόδου νέας αβεβαιότητας στο εσωτερικό (που θα έριχνε την οικονομική δραστηριότητα στα τάρταρα), ιδίως δε όταν διάγουμε περίοδο σημαντικών εκλογικών αναμετρήσεων ανά την Ευρώπη, που δεν θα επιτρέψουν, επί πολλούς μήνες, κάποια ουσιαστικότερη διαπραγμάτευση των ελληνικών συμφερόντων.
-Τον προσδιορισμό των «μεσοπρόθεσμων» πλεονασμάτων (και είναι σίγουρο ότι η έκφραση υποδηλώνει πενταετή το πολύ και όχι δεκαετή διάρκεια, όπως ισχυρίστηκε επιμόνως ο κ. Σόιμπλε), σε ένα επίπεδο που δεν θα στραγγίζουν την οικονομία από οποιαδήποτε αναπτυξιακή ικμάδα.
Για το θέμα του χρέους, η Ελλάδα δεν έχει λόγο να βιάζεται, εφόσον η ασαφής έστω περιγραφή των «μεσοπρόθεσμων μέτρων ρύθμισης» εκ μέρους της Ευρώπης είναι τέτοια που να επιτρέπει στην ΕΚΤ να βάλει την Ελλάδα στο QE, αλλά και να «πείσει» το ΔΝΤ να βάλει νερό στο κρασί του, για ένα διάστημα.
Σε αυτό το πλαίσιο, η κυβέρνηση καλείται πλέον να κλείσει τα θέματα όσο το δυνατόν πιο σύντομα και αποτελεσματικά, διότι οι πιθανότητες λένε ότι μια συμφωνία «εδώ και τώρα» (εντός του Φεβρουαρίου, ή το πολύ στις αρχές Μαρτίου) θα είναι πολύ καλύτερη από μια συμφωνία αργότερα.
Προφανώς, πολιτικά για την κυβέρνηση παίζει μεγάλο ρόλο το είδος και το ύψος των μέτρων που θα κληθεί να νομοθετήσει άμεσα, έστω κι αν έχουν ορίζοντα εφαρμογής μετά από 2 χρόνια.
Από την άλλη πλευρά, όμως, θα πρέπει επιτέλους να δεχτούμε ότι με την οικονομία στην κατάσταση που βρίσκεται και με τους Ευρωπαίους φορολογούμενους να έχουν αναλάβει τη συντριπτική πλειονότητα του ελληνικού χρέους, ορισμένα πράγματα είναι περίπου αναπόφευκτα.
Ειδικά δε για το θέμα του αφορολόγητου, δεν μπορεί παρά να σημειωθεί ότι η διατήρησή του στο ύψος που βρίσκεται σήμερα, ακριβώς λόγω της εκτεταμένης απόκρυψης εισοδημάτων, δημιουργεί πολύ μεγάλες στρεβλώσεις και τιμωρεί με υπέρμετρες επιβαρύνσεις όσους δηλώνουν τα πραγματικά τους εισοδήματα, μισθωτούς και άλλους.
Αντίστοιχη είναι και η εικόνα στο μέτωπο των συντάξεων, καθώς προκειμένου να συντηρηθούν όπως-όπως οι κουτσουρεμένες απολαβές των συνταξιούχων, αυξάνονται υπέρμετρα οι εισφορές εργοδοτών και εργαζομένων (με χαρακτηριστικό και λίαν πρόσφατο παράδειγμα τα περίφημα πλέον «μπλοκάκια»), οδηγώντας σε υποαπασχόληση και το κυριότερο, σε διαρκώς εντεινόμενη «μαύρη εργασία».
Τόσο το φορολογικό, όσο και το συνταξιοδοτικό δεν πρόκειται βέβαια να λυθούν με τα μέτρα που προτείνουν οι δανειστές. Αυτά είναι λύσεις του τύπου «πονάει χέρι, κόψει κεφάλι» κι έρχονται ως απάντηση στην ανεπάρκεια των ελληνικών κυβερνήσεων να προτείνουν κάποιες καλύτερες.
Θα πρέπει όμως, εδώ που φτάσαμε, να γίνουν αποδεκτές ως «αναγκαίο κακό», αλλά και να αποτελέσουν επιτέλους «μάθημα» (που δεν έχει δυστυχώς διδαχτεί ως τώρα καμία ελληνική κυβέρνηση τα τελευταία επτά χρόνια), ότι εφόσον δεν αντιμετωπίζεις ο ίδιος το πρόβλημα αποτελεσματικά, τότε υποχρεώνεσαι να δεχτείς τη λύση που σου θέτουν οι άλλοι.
Για να μη βρεθείς εκβιαζόμενος, με την πλάτη στον τοίχο…