Πριν από περίπου 20 ημέρες, στο σχόλιο με τίτλο «Η χρονιά της αβεβαιότητας», είχαμε επισημάνει τη σχεδόν πρωτοφανή συγκυρία του 2017, αναφερόμενοι ειδικότερα στην προεδρία Τραμπ αλλά και στο θέμα της ελληνικής διαπραγμάτευσης, σε μια χρονιά πολυάριθμων εκλογικών αναμετρήσεων εντός της Ευρώπης.
Οι μέχρι τώρα εξελίξεις δικαιώνουν απολύτως αυτή την άποψη. Ο νέος Αμερικανός πρόεδρος, μέσα στις πρώτες ημέρες της θητείας του, κατάφερε να ταράξει τα νερά διεθνώς, με τις δηλώσεις αλλά και τις ενέργειές του.
Ξερίζωμα της μεγάλης εμπορικής συμφωνίας ΤTP με τις ασιατικές χώρες, επίσημη αναγγελία έναρξης του «τείχους» με το Μεξικό, δηλώσεις ότι το ΝΑΤΟ (!) είναι παρωχημένο, διατάγματα που ξεθεμελιώνουν όσα προσπάθησε να κτίσει ο προηγούμενος πρόεδρος και τελευταίο παράδειγμα, η απαγόρευση εισόδου στις ΗΠΑ μεταναστών από επτά μουσουλμανικές χώρες!
Και ταυτόχρονα, αποστολή ως «πρέσβη» στην Ευρωπαϊκή Ένωση ενός προσώπου που έχει δηλώσει ότι το ευρώ θα καταρρεύσει εντός των επομένων 18 μηνών!
Αλλά και για το θέμα της Ελλάδας έγινε ήδη από χθες σαφές ότι αυτή η «διαπραγμάτευση» είναι πολύ διαφορετική από τις προηγούμενες.
Διότι, κατά τα φαινόμενα, το ΔΝΤ είναι αποφασισμένο είτε να σύρει τους Γερμανούς σε μια αποτελεσματική ελάφρυνση του ελληνικού χρέους, είτε να αποχωρήσει. Διότι είναι επίσης προφανές ότι ακόμη και εντός του κύκλου των Ευρωπαίων εταίρων μας και των θεσμών, υπάρχουν θέματα που παραμένουν ανοικτά κι αντικρουόμενες απόψεις, ασχέτως αν όλα παρουσιάζονται περίπου «μέλι γάλα» στις δημόσιες εμφανίσεις.
Ενόψει και των αλλεπάλληλων εκλογικών αναμετρήσεων που ξεκινούν με την Ολλανδία στα μέσα Μαρτίου, η κατάσταση φαντάζει ιδιαίτερα περίπλοκη, ιδίως όταν η στάση της νέας αμερικανικής προεδρίας απέναντι στην Ευρώπη φαίνεται να είναι εντελώς διαφορετική σε σχέση με το παρελθόν, ενισχύοντας προσώρας τις διαλυτικές τάσεις και τον απανταχού εθνικισμό.
Κατά την άποψη του υπογράφοντος, σε αυτές τις συνθήκες, το ελληνικό ζήτημα, που είχε υποβαθμιστεί για σημαντικό διάστημα, δεν αποκλείεται να εξελιχθεί σε καταλύτη των εξελίξεων στο πλαίσιο της Ευρωζώνης και της «ενωμένης Ευρώπης», στην περίπτωση που υπάρξει αδυναμία συμφωνίας.
Διότι κάτι τέτοιο είναι προφανές ότι θα προκαλέσει πολιτική αποσταθεροποίηση στην Ελλάδα, ενδεχομένως και εκλογές, αλλά ταυτόχρονα θα δείξει ότι για μία ακόμη φορά η Ευρώπη αδυνατεί να «συνεννοηθεί» και να δράσει αποτελεσματικά, ακόμη και σε περίοδο που αντιμετωπίζει πολύ σημαντικότερα προβλήματα (και στην οικονομική τους διάσταση) από το ελληνικό.
Η λογική λοιπόν υπαγορεύει ότι όλες οι πλευρές, (με εξαίρεση ίσως τον γνωστό κ. Σόιμπλε;) θα έχουν συμφέρον να καταλήξουν σε μια κοινά αποδεκτή λύση, ακόμη κι αν αυτή σε ορισμένα της σημεία απλά «πετάει το τόπι» παραπέρα.
Ποια θα μπορούσαν να είναι τα «συστατικά» μιας τέτοιας λύσης; Για την ελληνική πλευρά, το «κλειδί» μιας αποδεκτής λύσης βρίσκεται κυρίως στο ύψος των πλεονασμάτων που θα πρέπει να επιτύχει η Ελλάδα, στα χρόνια μετά το 2018.
Το θέμα τoυ χρέους, παρά την ύψιστη σημασία που του έχει αποδοθεί πολιτικά, σε ό,τι αφορά στο σκέλος των μεσοπρόθεσμων μέτρων, μπορεί να διευθετηθεί και μετά τις γερμανικές εκλογές, αρκεί να υπάρξει μια διατύπωση προθέσεων, τέτοια που να επιτρέπει στον κ. Ντράγκι να εντάξει την Ελλάδα στο QE.
Υπό προϋποθέσεις, μια τέτοια λύση θα μπορούσε να κρατήσει μέσα και τον ΔΝΤ, ενώ είναι σαφές ότι και η Αθήνα θα ήταν διατεθειμένη να κάνει πολλές υποχωρήσεις, προκειμένου να την πετύχει.
Δεδομένης όμως και της μέχρι τώρα στάσης του Ταμείου, τα πράγματα δεν είναι καθόλου ξεκάθαρα. Οι διαρροές που θέλουν το ΔΝΤ να βγάζει στην περίφημη έκθεση βιωσιμότητας (DSA) τo ελληνικό χρέος «εξαιρετικά μη βιώσιμο», ακόμη κι αν ακολουθηθεί το γερμανικό δημοσιονομικό «μονοπάτι» των υψηλών πλεονασμάτων για πολλά χρόνια, μπορεί να ερμηνευθεί με δύο τρόπους.
Είτε ότι πιέζει πλέον αφόρητα τη Γερμανία να δεχτεί πολύ «γενναία» αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους, είτε ότι έχει αποφασίσει να φύγει από το ελληνικό πρόγραμμα κι απλά δημιουργεί τις συνθήκες για την έξοδό του.
Περισσότερα αναμένεται να γίνουν γνωστά στις αρχές Φεβρουαρίου, όταν θα δημοσιοποιηθεί επίσημα το DSA (που αρχικά ήταν να κυκλοφορήσει πριν το τέλος του… Δεκεμβρίου -ενδεικτικό της κατάστασης που επικρατεί), είναι όμως βέβαιο ότι στο μεσοδιάστημα οι παρασκηνιακές διαπραγματεύσεις, κυρίως μεταξύ των δανειστών μας, θα είναι πυρετώδεις, καθώς έγγραφα σχετικά με το περιεχόμενο του DSA έχουν ήδη κοινοποιηθεί ανεπισήμως στις άμεσα εμπλεκόμενες πλευρές.
Πιο «θολό» δεν θα μπορούσε δηλαδή να είναι το τοπίο!
Σε κάθε περίπτωση πάντως, αν μέσα στις επόμενες ημέρες δεν προκύψει μια λύση, παρά τις προσπάθειες του κ. Σόιμπλε να πείσει για το αντίθετο, θα είναι σαφές, εντός αλλά και εκτός Ελλάδος, ότι η «εμπλοκή» δεν προέρχεται πια από κάποια άρνηση της Ελλάδας αλλά, στην ουσία, από την αδυναμία της Ευρώπης να «συνεννοηθεί» σε ρεαλιστικές λύσεις με το ΔΝΤ.
ΥΓ: Ενδεικτικό της σουρεαλιστικής κατάστασης που επικρατεί πλέον είναι το γεγονός ότι στο Eurogroup σχεδόν άπαντες εκθείαζαν την προσπάθεια της Ελλάδας, ζητώντας της ουσιαστικά (ως… επιβράβευση άραγε;) να νομοθετήσει, προκαταβολικά, σκληρά μέτρα για μετά το 2018!