Όσοι ξαφνιάστηκαν από το άρθρο του καθηγητή Νίκου Φίλιππα με αντικείμενο την έρευνα του ΟΟΣΑ για τον «οικονομικό αναλφαβητισμό» και τα αποτελέσματά του στην Ελλάδα, όπου μόλις το 58% των πολιτών μπορούσε να υπολογίσει τον απλό τόκο των αποταμιεύσεών του, ενώ μόλις το 42% μπορούσε να καταλάβει το όφελος του ανατοκισμού(!), σίγουρα θα έμειναν εμβρόντητοι από την πρόσφατη εκπομπή του ΣΚΑΪ, στη διάρκεια της οποίας ρωτήθηκαν on camera δεκάδες Αθηναίοι, πόσα εκατομμύρια έχει ένα δισεκατομμύριο και πόσα δισεκατομμύρια έχει ένα τρισεκατομμύριο.
Διότι πολλοί δήλωσαν άγνοια, ενώ δεκάδες έδωσαν εξόφθαλμα λανθασμένες απαντήσεις, όπως ότι ένα δισεκατομμύριο είναι 2 εκατομμύρια ή… 100, ή 200, κι ότι ένα τρισεκατομμύριο ισούται με 3, με 300 ή και με… 999 δισεκατομμύρια.
Κατόπιν αυτού, μπορούμε άνετα να διερωτόμαστε τι μαθαίνουν πλέον οι μαθητές στο σχολείο (καθώς οι περισσότεροι από όσους κλήθηκαν να απαντήσουν φαίνεται να ήταν ηλικίας 20-30-40 χρονών), αλλά και να κατανοήσουμε γιατί υπάρχουν άνθρωποι πρόθυμοι να πιστέψουν ότι ο Σώρρας και ο κάθε Σώρρας μπορεί να έχει περιουσία εκατοντάδων εκατομμυρίων, ή μερικών… τρισεκατομμυρίων δολαρίων.
Φεύγοντας όμως από την πιο ανάλαφρη πλευρά της υπόθεσης, δεν γίνεται να αγνοήσουμε την πραγματικότητα. Για ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού (που πάντως σε μικρότερα ποσοστά υφίσταται ακόμη και σε πολύ πιο ανεπτυγμένες χώρες), οι «αριθμοί» δεν λένε και πολλά πράγματα, ενώ τα περισσότερα από τα περίπλοκα γεγονότα της καθημερινής επικαιρότητας υπερβαίνουν την κριτική του ικανότητα.
Ασφαλώς πρόκειται πρωτίστως για θέμα παιδείας, που στην Ελλάδα φαίνεται να πάσχει βαριά. Περί αυτού θα μπορούσε να συζητά κάποιος επί χρόνια. Ωστόσο, οι επιπτώσεις αυτής της κατάστασης δεν αφορούν μόνο στο μέλλον αλλά και το παρόν. Είναι δε εξαιρετικά σημαντικές σε επίπεδο πολιτικής, καθώς τα όσα συμβαίνουν, είτε αφορούν στην οικονομία, είτε στις κοινωνικές επιπτώσεις τεχνολογικών εξελίξεων, στην υγεία και σε πολλούς άλλους τομείς, γίνονται ολοένα και πιο περίπλοκα.
Κι όσο τα θέματα γίνονται πιο περίπλοκα, τόσο μεγαλύτερη πέραση στον κόσμο φαίνεται να έχουν οι απλουστευτικές, ακόμη και οι «μαγικές» λύσεις. Και τόσο πιο εύκολη γίνεται η παραπλάνηση του Έλληνα, που, όντας καχύποπτος, «καπάτσος» και «συνωμοσιολόγος» από κούνια, ψάχνει πάντα να βρει μια «αιρετική» εκδοχή της πραγματικότητας, ιδίως αν αυτή η εκδοχή είναι και η πιο ψυχολογικά ευχάριστη!
Υπό αυτό το πρίσμα, σημαντικό ρόλο θα μπορούσαν να έχουν τόσο οι πολιτικοί, όσο και οι δημοσιογράφοι, προκειμένου να ενημερώσουν την κοινή γνώμη. Στην πραγματικότητα, όμως, η αμάθεια και η -ίσως χειρότερη- ημιμάθεια είναι ευρύτατα διαδεδομένες και στους δύο αυτούς «υπεύθυνους» χώρους.
Με εξαιρέσεις, που όμως επιβεβαιώνουν -δυστυχώς- τον κανόνα, άνθρωποι οι οποίοι ελάχιστα γνωρίζουν για το θέμα το οποίο πραγματεύονται, μιλούν ή γράφουν με στόμφο, παρουσιάζοντας υπεραπλουστευμένες και ελλειπτικές όψεις της πραγματικότητας, είτε αγνοώντας την ίδια την άγνοιά τους, είτε ποντάροντας στην άγνοια του «κοινού».
Με άλλα λόγια, λίγο-πολύ, ό,τι συμβαίνει στη βάση της πυραμίδας, συμβαίνει ολοένα περισσότερο και στην κορυφή της. Σε μια αντιστροφή της μακρόχρονης κοινωνικής διαδικασίας τουλάχιστον του 20ού αιώνα, όπου η άνοδος του μορφωτικού επιπέδου, αλλά και η προσπάθεια των «ηγεσιών» επέφερε ραγδαίες εξελίξεις και στη βάση της πυραμίδας, σήμερα παρατηρούμε το αντίθετο.
Οι αναρριχόμενοι στην εκάστοτε κορυφή «μοιάζουν» ολοένα και περισσότερο με τη βάση, κι επηρεάζονται από αυτήν, αντί να επηρεάζουν. Κι αν ακόμη δεν ανήκουν στον εκάστοτε «ελάχιστο κοινό παρονομαστή», πρακτικά υποτάσσονται σε αυτόν, σε μια διαδικασία που οδηγεί πλέον προς τα κάτω και όχι προς τα πάνω.
Η δύναμη της «εικόνας», της εντύπωσης, ακόμη και της ίδιας της φωνής στους άπειρους τηλεοπτικούς καβγάδες, έχει αντικαταστήσει τον διάλογο με επιχειρήματα, ενώ ακόμη και τα παραδοσιακά έντυπα μέσα υποκύπτουν ολοένα και περισσότερο στον κιτρινισμό, τον εντυπωσιασμό, με στόχο την αλίευση αναγνωστών.
Προφανώς δεν είναι τυχαίο ότι είμαστε μια χώρα στην οποία «σοβαρά», υποτίθεται, Μέσα συνδυάζουν στις σελίδες τους πολιτικές ειδήσεις με ολίγον (ή και περισσότερο) στήθος ή μπούτι, κι οτιδήποτε άλλο εξάπτει οπτικά το «κοινό», προκειμένου να πουλήσουν παραπάνω φύλλα ή να πάρουν μερικά «κλικ».
Αυτή η εικόνα, οι «βαρυσήμαντες» δηλώσεις ενός πολιτικού δίπλα δίπλα με τα πλούσια σωματικά προσόντα μιας ημίγυμνης καλλονής και το τελευταίο κουτσομπολιό για μια τηλεοπτική περσόνα, σε «σοβαρά» Μέσα, καταγράφει με τον καλύτερο τρόπο, αλλά και ενισχύει, τον «αχταρμά» που έχει δημιουργηθεί στο νεοελληνικό τοπίο.
Τρεις λαλούν και... δισ. χορεύουν, είμαστε. Δυστυχώς.