Μετά τα απανωτά λάθη που πραγματοποίησε το ΔΝΤ στην Ελλάδα, επιστρέφει σταδιακά στην πραγματικότητα, μια στροφή που καταγράφηκε αρχικά σε προηγούμενο σχόλιο.
Στην ίδια κατεύθυνση αλλά σε πιο προχωρημένο στάδιο, βρίσκεται και η τελευταία έκθεση που δημοσιεύτηκε την Παρασκευή, περιγράφοντας ανάγλυφα την ελληνική πραγματικότητα, με τρόπο που σίγουρα δεν αρέσει σε ολόκληρο το ελληνικό πολιτικό σύστημα, όπως σε μεγάλο βαθμό δεν αρέσει και στους ξένους συναδέλφους τους ανά την Ευρώπη, περιλαμβανομένων πλέον και των Γερμανών.
Τι λέει το ΔΝΤ με απόλυτα ξεκάθαρο τρόπο;
Πρώτον, ότι δεν υπάρχει νόημα περαιτέρω σύσφιξης των δημοσιονομικών, καθώς έχουμε πιάσει πάτο, με αποτέλεσμα να παρουσιάζονται σημαντικές ελλείψεις ακόμη και σε κρίσιμα αναλώσιμα του δημόσιου τομέα.
Δεύτερον, ότι η μείωση των φόρων περνά κυρίως μέσα α) από τη μείωση των συντάξεων, ώστε να μειωθούν οι σχετικές δαπάνες και β) από τη διεύρυνση της φορολογικής βάσης και την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής.
Η άποψη του ΔΝΤ δε, είναι ότι οι συντάξεις θα έπρεπε να μειωθούν περαιτέρω, διότι έτσι ως έχουν τα πράγματα δημιουργείται αδικία μεταξύ γενεών -εν μέρει ίσως επειδή αγνοεί τον παράγοντα της οικογενειακής στήριξης που ενέχει ο ελληνικός τρόπος ζωής.
Τρίτον, ότι η ρύθμιση του χρέους πρέπει να γίνει σε πολύ μεγαλύτερη έκταση από αυτή που έως στιγμής συζητείται.
Τέταρτον, ότι το θέμα των κακοπληρωτών και των υπερχρεωμένων επιχειρήσεων πρέπει να λυθεί, διότι στερεί πόρους από τον υγιή τομέα της οικονομίας (αλλά και από την κοινωνία, καθώς το βάρος μεταφέρεται στο τέλος στο κοινωνικό σύνολο) και νοθεύει στην περίπτωση των επιχειρήσεων και τον ανταγωνισμό.
Προφανώς, τα συμπεράσματα αυτά είναι δυσάρεστα για πολλούς, καθώς δείχνουν ότι δεν υπάρχουν εύκολες λύσεις ούτε για την Ελλάδα, ούτε για τους Ευρωπαίους δανειστές μας.
Κι επιπροσθέτως είναι δυσάρεστα στην Ελλάδα, διότι διαλύουν τον μύθο των εκατέρωθεν πολιτικών υποσχέσεων για το εγγύς μέλλον.
Προφανώς, ούτε οι φόροι μπορούν να μειωθούν, ούτε οι συντάξεις να παραμείνουν ως έχουν, εάν η οικονομία δεν πάρει μπροστά. Όπως επίσης προφανώς, στη φάση που βρισκόμαστε, για να μειωθούν οι φόροι (άρα και τα έσοδα) θα πρέπει να περικοπούν περαιτέρω οι συντάξεις, ώστε να μειωθούν τα έξοδα.
Εδώ όμως υπάρχει κι ένα «παράθυρο», το οποίο επίσης επισημαίνει το ΔΝΤ. Η διεύρυνση της φορολογικής βάσης και η καταπολέμηση της φοροδιαφυγής. Πράγμα για το οποίο υποτίθεται ότι κόπτονται όλες ανεξαιρέτως οι ελληνικές κυβερνήσεις, πλην όμως καμία δεν έχει επιχειρήσει πραγματικά σημαντικές τομές.
Ακόμη και σήμερα, το 50% των Ελλήνων πληρώνει μηδενικούς ή περίπου μηδενικούς φόρους, ενώ το υπόλοιπο υπερφορολογείται για λογαριασμό τους.
Και παρότι άπαντες γνωρίζουν ότι ένα τεράστιο τμήμα των φορολογικών δηλώσεων υποκρύπτει εισοδήματα, όλοι εξακολουθούμε να μνημονεύουμε τους μέσους όρους, να υπολογίζουμε πτωχούς και ευκατάστατους με βάση τα «δηλωθέντα», ενώ το κράτος, εξαιτίας αυτής της κατάστασης, αδυνατεί να ασκήσει πραγματική πολιτική στήριξης των αδυνάτων.
Κι όμως, ακόμη και η σημερινή κυβέρνηση, που θεωρητικά θα είχε κάθε λόγο να το κάνει, αρνείται να καταστήσει το θέμα της φοροδιαφυγής συνολικά (κι όχι μόνο τη φοροδιαφυγή των πολύ πλουσίων) κεντρικό άξονα της πολιτικής της, προς αποκατάσταση της κοινωνικής δικαιοσύνης.
Πρόκειται για τεράστιας σημασίας παράλειψη, που εάν δεν αντιμετωπιστεί, θα οδηγήσει σύντομα όχι μόνο σε αδυναμία είσπραξης των φόρων, αλλά και σε όξυνση του ήδη παρατηρούμενου «σχίσματος» μεταξύ των γενεών, καθώς το δίλημμα ή περισσότεροι φόροι ή λιγότερες συντάξεις θα συνεχίσει να βρίσκεται στο επίκεντρο, διχάζοντας ολοένα και περισσότερο την κοινωνία.
Περίπου τα ίδια ισχύουν και στο θέμα των «κακοπληρωτών», είτε αυτό αφορά δάνεια, είτε άλλες υποχρεώσεις, προς τράπεζες και Δημόσιο. Παρότι αναντίρρητα υπάρχουν πολλές περιπτώσεις που πρέπει να αντιμετωπιστούν με κοινωνικά κριτήρια, αναμφίβολα υπάρχουν και πολλοί κακοπληρωτές οι οποίοι πρακτικά εκμεταλλεύονται την κατάσταση που έχει δημιουργηθεί, καλυπτόμενοι από τον «όγκο» του φαινομένου.
Για τα κόμματα, χωρίς εξαιρέσεις, το θέμα είναι ευαίσθητο και το αποφεύγουν όπως και όσο μπορούν, καθώς ενέχει τον παράγοντα του πολιτικού κόστους, αλλά και των βραχυπρόθεσμων συνεπειών στην αγορά και την ανεργία.
Και σε αυτή την περίπτωση, όμως, το «κόστος» των κακοπληρωτών επιστρέφει τελικά στην κοινωνία, είτε μέσω ανακεφαλαιοποιήσεων στις τράπεζες είτε μέσω άλλων μέτρων για να καλυφθούν τα έσοδα.
Κάτι που έχει νόημα μόνον όταν γίνεται με πολύ αυστηρά κοινωνικά και οικονομικά κριτήρια. Σε κάθε άλλη περίπτωση, πρόκειται για μια έμμεση επιδότηση εσφαλμένων πρακτικών, που μεταφέρει την «ευθύνη» από το πρόσωπο (νομικό ή φυσικό) προς την κοινωνία.
Το δυσάρεστο είναι ότι ακόμη και σήμερα, στην Ελλάδα επικρατεί όχι μόνο μια «θολή» αντίληψη περί του ποια είναι η πρέπουσα κοινωνική ευαισθησία, αλλά και μεγάλη έλλειψη οργανωμένων δομών για την αντιμετώπιση του προβλήματος, στη βάση της οποίας βρίσκεται (και πάλι) η απόκρυψη εισοδημάτων -και σε μεγάλο βαθμό, περιουσιών- από τα αδιάκριτα μάτια των αρχών.
Κάτι που θα μπορούσε να αλλάξει μέσα από την καθιέρωση γενικευμένου και οργανωμένου περιουσιολογίου, μια διακήρυξη που φαίνεται να έχει λησμονήσει, μαζί με πολλά άλλα, η κυβέρνηση.
Ίσως γιατί το «καθεστώς» της απόκρυψης εισοδημάτων και περιουσιών στην Ελλάδα δεν είχε και εξακολουθεί να μην έχει «πολιτική ταυτότητα», όντας πατροπαράδοτη πρακτική, μέσα στο πλαίσιο της παραδοσιακά αλλοπρόσαλλης σχέσης του πολίτη με το κράτος.
Το παραπάνω σχόλιο βεβαίως, ουδόλως απαλλάσσει το ΔΝΤ από τις τεράστιες ευθύνες του στην κατάρτιση και στον έλεγχο των προγραμμάτων που εκπονήθηκαν υπό την αιγίδα του για την Ελλάδα. Οπως δεν πρέπει να διαφύγουν του παρατηρητικού αναγνώστη, κατά την ανάγνωση της εκθέσεως, οι θέσεις του σχετικά με την κατάργηση του αφορολόγητου ή τον περαιτέρω περιορισμό συντάξεων, που σε πολλές περιπτώσεις είναι λίγες εκατοντάδες ευρώ, προς όφελος της κοινωνικής προστασίας!
Τέτοιου είδους επιμέρους ακρότητες όμως δεν πρέπει να εμποδίζουν την κατανόηση ορισμένων ορθών -και καίριων- επισημάνσεων, που έχουν τεράστια σημασία για την περαιτέρω πορεία της χώρας, έστω κι αν εκφέρονται απο το ΔΝΤ.
ΥΓ: Είναι εύλογο ότι για τους όποιους δανειστές είναι πολύ πιο εύκολο να αποδέχονται ή και να προτείνουν οριζόντια μέτρα (κόψ' το μαχαίρι, που λέει κι ο λαός μας), όταν βλέπουν ότι δεν υπάρχει η οργάνωση, η υποδομή, ή ακόμη και η θέληση από την πλευρά των ελληνικών κυβερνήσεων και του κρατικού μηχανισμού για ουσιαστικές τομές, που θα αποτελούσαν πραγματικά διαρθρωτικές αλλαγές και μεταρρυθμίσεις σε θέματα όπως το φορολογικό.
Πρόκειται για μέγιστη και διαχρονική ευθύνη της ελληνικής πλευράς. Διότι είναι αυτό ακριβώς το αδιάκριτο "μαχαίρι", που ακρωτηριάζει την κοινωνική συνοχή.