Εδώ και μήνες η κοινή γνώμη παρακολουθεί με αγωνία και κούραση τη διαπραγμάτευση της κυβέρνησης που έχει ως στόχο μια νέα συμφωνία για την οικονομική πορεία της χώρας.
Εντούτοις, ίσως το πιο σημαντικό ζήτημα εξακολουθεί να παραμένει εκτός των παραμέτρων αυτής της συζήτησης, με βασική ευθύνη των δανειστών, αλλά (εάν δεχτούμε ότι πράγματι η κυβέρνηση επιδιώκει να αλλάξει την ατζέντα από τις περικοπές και τη φορολόγηση, προς τον άξονα της ανάπτυξης) και της ελληνικής πλευράς.
Το βασικό πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας είναι ότι δεν παράγουμε αρκετά. Η πραγματικότητα αυτή υπάρχει εδώ και δεκαετίες, ενισχύθηκε όμως ακόμη περισσότερο μετά την ένταξη της Ελλάδας στο ευρώ, που βοήθησε τις εισαγωγές, αλλά ταυτόχρονα μείωσε την ανταγωνιστικότητα των ελληνικών προϊόντων. Κι αντικατοπτρίζεται ευθέως στο σκέλος των εξαγωγών, οι οποίες, παρά τις σημαντικές μειώσεις μισθών, εμφανίζουν ποσοστά ανόδου που σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες (εκείνες που μπορούν να συγκριθούν μαζί μας, όπως π.χ. η Πορτογαλία) μόνο αναιμικά μπορούν να χαρακτηριστούν.
Η άλλη όψη αυτής της πραγματικότητας απεικονίζεται στη συμπεριφορά του «εξωτερικού ισοζυγίου» της χώρας, στη σύγκριση δηλαδή της εισροής χρήματος προς τη χώρα μας με την εκροή χρήματος προς το εξωτερικό, το οποίο τα τελευταία χρόνια έχει ισορροπήσει σε μεγάλο βαθμό, κυρίως λόγω της δραστικής πτώσης των εισαγωγών (εξαιτίας μειώσεων και στην κατανάλωση και στην παραγωγή, η οποία -και αυτή- εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από ξένες πρώτες ύλες).
Αυτό πολύ απλά σημαίνει ότι εάν δεν αλλάξει κάτι στην εικόνα των εξαγωγών κάθε άνοδος στο εγχώριο βιοτικό επίπεδο θα συνοδεύεται από ξεχείλωμα στο εξωτερικό ισοζύγιο και προβλήματα στην οικονομία.
Μια λύση βεβαίως είναι να μεταμορφωθεί η Ελλάδα και να στραφεί πραγματικά προς την παραγωγή, αλλά και να προσελκύσει ξένες παραγωγικές επενδύσεις. Ωστόσο η ίδια η μορφολογία της χώρας, όπως επίσης και το μέγεθος της εσωτερικής αγοράς της δεν βοηθούν σε ένα περιβάλλον παγκοσμιοποιημένης λειτουργίας.
Εκτιμώ ότι είναι περίπου δεδομένο ότι μια μικρή ορεινή χώρα, χωρίς παράδοση στην παραγωγή, με χιλιάδες νησιά, δεν θα καταφέρει να ανταγωνιστεί παρά σε ορισμένους περιφερειακούς τομείς, όπως είναι για παράδειγμα η τυποποίηση και επεξεργασία γεωργικών προϊόντων «ανωτέρας ποιότητας». Κατά τα λοιπά, η επιτυχία κάποιων ελληνικών παραγωγικών εταιριών σε ορισμένους τομείς θα αποτελεί εξαίρεση, που απλώς θα επιβεβαιώνει τον κανόνα.
Η ίδια αυτή χώρα διαθέτει ωστόσο ορισμένα σημαντικά πλεονεκτήματα σε άλλους τομείς. Ο τουρισμός και η ανάπτυξη της γης με ορθολογικό, φιλικό προς το περιβάλλον και την παράδοση, τρόπο, μπορούν να αποτελέσουν μία από τις «ατμομηχανές» της ανάπτυξης, εφόσον δεν αντιμετωπισθούν ευκαιριακά και με βασικό κίνητρο το βραχυμεσοχρόνιο αποτέλεσμα, όπως κατά κόρον έχει συμβεί ως σήμερα.
Δύο άλλοι άξονες, οι οποίοι μάλιστα ευνοούνται από τις ευρύτερες εξελίξεις στην περιοχή, αλλά και στην Αφρική και τη Μέση Ανατολή, αφορούν:
Α) Την ανάδειξη της Ελλάδας σε διαμετακομιστικό κέντρο, σε πύλη για την επικοινωνία της Κεντρικής και της Ανατολικής Ευρώπης, από τη μία, με την Αφρική, τη Μέση Ανατολή και την Ασία, από την άλλη. Η Κίνα έχει ήδη αντιληφθεί τη σημασία αυτής της πύλης και κινείται ανάλογα, όπως και η Ρωσία, αλλά δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι εμείς, οι πλέον άμεσα εμπλεκόμενοι, έχουμε μελετήσει όλες τις πτυχές, ώστε να καταστρώσουμε ρεαλιστικό και αποτελεσματικό σχεδιασμό.
Β) Την ανάδειξη της χώρας μας σε πόλο έλξης για τη δημιουργία κεντρικών γραφείων και υπηρεσιών, που θα εξυπηρετούν την ευρύτερη περιοχή, αλλά και για την εδραίωση εταιριών «καινοτομίας» στην Ευρώπη, καθώς, εφόσον ληφθούν ορισμένα -πολύ σημαντικά- θέματα οργάνωσης, γραφειοκρατίας και υποδομών, η Ελλάδα θα μπορεί να είναι αξιοζήλευτη τοποθεσία έδρας.
Κι αυτό γιατί προσφέρει εξαιρετική τοποθεσία, ήπιο κλίμα, φυσικές ομορφιές και υψηλό επίπεδο ασφάλειας, σε εταιρίες που θέλουν να προσφέρουν και τέτοιου είδους κίνητρα στους εργαζόμενους τους. Το κρυφό πλεονέκτημα δε της χώρας βρίσκεται στον υψηλό βαθμό εκπαίδευσης (πτυχιούχων τριτοβάθμιας) που διαθέτει, προκειμένου να βρουν εύκολα και εγχώριο προσωπικό οι συγκεκριμένες ξένες εταιρίες.
Προφανώς ενόσω διαρκή η τρέχουσα διαπραγμάτευση, η οποία δυστυχώς εξακολουθεί να κυριαρχείται από μέτρα αμέσου αποτελέσματος, τα παραπάνω θα παραμένουν όνειρα θερινής νυκτός.
Εντούτοις όμως, ακριβώς επειδή όνειρο θερινής νυκτός είναι και η προσδοκία μιας Ελλάδας που ξαφνικά θα μεταλλαχθεί σε εξαγωγικό παίκτη, από το... πουθενά, καλό θα είναι η κυβέρνηση να συγκροτήσει κάποιου είδους σχέδιο στους παραπάνω τομείς.
Διότι σε άλλη περίπτωση, ακόμη κι αν μας χαρίσουν τα δανεισμένα, η οικονομία θα συνεχίσει να νοσεί από τις εγγενείς αδυναμίες της.