Στο προηγούμενο σχόλιο επισημάναμε πως όλα δείχνουν ότι μια επίσημη πρώτη συμφωνία με τους δανειστές είναι πλέον προ των πυλών. Η πολιτική σφραγίδα μπήκε ήδη, με το κοινό ανακοινωθέν του πρωθυπουργού και του προέδρου της Κομισιόν, του πλέον κατάλληλου προσώπου για να εκπροσωπήσει αυτόν τον «ευρωπαϊκό» συμβιβασμό.
Κατόπιν αυτού, για μια σειρά λόγους η κυβέρνηση ετοιμάζεται να ανοίξει άλλα μέτωπα, που χωρίς να έχουν… δημοσιονομικό κόστος μπορούν να συσπειρώσουν την κομματική βάση, αλλά και την ευρύτερη κοινή γνώμη, προσφέροντας ταυτόχρονα και επικοινωνιακό αντιπερισπασμό στα τυχόν δυσάρεστα της επικείμενης συμφωνίας.
Ο ΣΥΡΙΖΑ έγινε κυβέρνηση υποσχόμενος μια σειρά σημαντικές αλλαγές. Κι από την αρχή ήταν εμφανές, τουλάχιστον σε όσους είχαν άποψη για τα πραγματικά δεδομένα της σχέσης της χώρας με τους δανειστές, ότι πολλές από τις υποσχέσεις που συνδέονταν με τα μνημόνια και τη διαπραγμάτευση ΔΕΝ θα τηρηθούν.
Δεν συμβαίνει όμως το ίδιο και με όσα υποσχέθηκε για την ανατροπή του καθεστώτος διαπλοκής και ανισότητας που εις γνώση των πάντων κυριαρχεί επί δεκαετίες στη χώρα μας. Εκεί πολλά μπορούν να γίνουν, και μάλιστα γρήγορα.
Είναι ίσως ενδεικτικό ότι μέσα σε ένα τριήμερο, της περασμένης εβδομάδας, η πολύκροτη υπόθεση των θαλασσοδανείων του Τ.Τ. επανήλθε στην επικαιρότητα με εισαγγελικό πόρισμα (κάποιων χιλιάδων σελίδων) που ζητά να καθίσουν στο εδώλιο για κακουργήματα πάνω από 40 πρόσωπα, μεταξύ αυτών πασίγνωστοι επιχειρηματίες (και έχοντες σχέση με τα media), όπως ο Δημήτρης Κοντομηνάς, ο Βίκτωρ Ρέστης και ο ήδη υπόδικος για άλλες υποθέσεις Λαυρέντης Λαυρεντιάδης.
Σχεδόν ταυτόχρονα, έγινε γνωστό στην αγορά ότι ο πρωθυπουργός θα μιλήσει για τη διαπλοκή στην ώρα του πρωθυπουργού, ενώ την επομένη ζητήθηκε η παραίτηση της διευθύνουσας συμβούλου του ΤΧΣ, Αναστασίας Σακελλαρίου, η οποία και υποβλήθηκε.
Περίπου την ίδια ώρα, δηλαδή, που ο κ. Τσίπρας «ξεσπάθωνε» από το βήμα της Βουλής για το «αμαρτωλό τρίγωνο» της διαπλοκής μεταξύ «του σάπιου πολιτικού συστήματος», των τραπεζών και των μιντιαρχών, προαναγγέλλοντας μεταξύ άλλων και την (απούσα εδώ και αμέτρητα χρόνια) ρύθμιση του ραδιοτηλεοπτικού πεδίου.
Εμβόλιμα σε όλα αυτά έγινε βεβαίως και μια δήλωση του κυβερνητικού εκπροσώπου Γαβριήλ Σακελλαρίδη για την υπόθεση του Τ.Τ., την οποία αντιγράφω από τα ρεπορτάζ, διότι λέει «πολλά»: «Η κυβέρνηση σέβεται τη Δικαιοσύνη, η οποία κάνει τη δουλειά της. Και θα πάρει (σ.σ. η κυβέρνηση) όλες τις πολιτικές πρωτοβουλίες, προκειμένου να υπάρξει απόδοση δικαιοσύνης και διαφάνεια παντού». Πρόσθεσε δε ότι «θα υπάρξουν περαιτέρω ανακοινώσεις από το Μέγαρο Μαξίμου».
Αντίστοιχες επιδιώξεις φαίνεται να έχουν από καιρό και οι δανειστές της χώρας, οι οποίοι αν μη τι άλλο θα περιμένουν να δουν αν ο ΣΥΡΙΖΑ όντως θα κάνει τομές που δεν τόλμησαν οι προηγούμενες κυβερνήσεις, σε θέματα διαφάνειας και διαπλοκής, όπως πολλάκις (τους) έχει υποσχεθεί δημοσίως.
Η στήλη πάντως θα αναμείνει απτά παραδείγματα προκειμένου να βγάλει τα συμπεράσματά της, αναγνωρίζοντας δύο σοβαρούς κινδύνους:
1. Η διαπλοκή είναι βαθιά ριζωμένη στην ελληνική πραγματικότητα (και νοοτροπία), ενώ έχει αποδειχτεί και αφάνταστα… σαγηνευτική για τους εκάστοτε ασκούντες εξουσία, ακόμη και για εκείνους που ως αντιπολίτευση έβγαζαν πύρινους λόγους εναντίον της. Μεγάλο μέρος της κοινής γνώμης αναμένει τις κινήσεις του ΣΥΡΙΖΑ για να διαπιστώσει αν αυτήν τη φορά θα υπάρξουν ουσιαστικές εξελίξεις, ή απλώς μια επικοινωνιακή «σκιαμαχία».
2. Κι από την άλλη, η πάταξη της διαπλοκής δεν πρέπει να εξελιχθεί σε κυνήγι μαγισσών που ουσιαστικά θα διώξει δικαίους και αδίκους, δημιουργώντας άλλου είδους παρενέργειες στη λειτουργία της Δημοκρατίας, της Ελευθεροτυπίας, αλλά και της ίδιας της Οικονομίας.
Προσοχή λοιπόν στη νοοτροπία ορισμένων ακροαριστερών της κυβέρνησης που θεωρούν συλλήβδην ότι ο ιδιωτικός τομέας είναι συνυφασμένος με τη διαπλοκή κι ότι όσοι δεν είναι «μαζί τους» είναι… πράκτορες συμφερόντων.