Αδιαφιλονίκητος ηγέτης της Αριστερής Πλατφόρμας του ΣΥΡΙΖΑ, ο Παναγιώτης Λαφαζάνης κατέχει τον πρώτο ρόλο σε μια εσωκομματική δύναμη που θεωρείται ότι επηρεάζει περίπου το 30% της Κεντρικής Επιτροπής του κόμματος, αλλά και κοντά στους 20 εκλεγμένους βουλευτές.
Έχοντας μακρά πορεία στην ελληνική πολιτική σκηνή, πάντα από τα έδρανα της αντιπολίτευσης, ο κ. Λαφαζάνης δεν έχει κρύψει ποτέ τις ακροαριστερές πεποιθήσεις του.
Ουδείς θα μπορούσε να τον κατηγορήσει για ασυνέπεια απέναντι στις αρχές του, ενώ θεωρείται πρόσωπο «αδιάβλητο» από διάφορες ενοχλητικές πτυχές της πολιτικής μας πραγματικότητας, σε βαθμό που να χαίρει εκτίμησης ακόμη και από πρόσωπα με εντελώς διαφορετικές θέσεις, που σέβονται αν μη τι άλλο τη γνησιότητα των πεποιθήσεών του.
Τούτη την περίοδο όμως, οι θεωρητικές πεποιθήσεις του βρίσκονται αντιμέτωπες με την αδυσώπητη πραγματικότητα της εξουσίας. Η κυβέρνηση στην οποία ανήκει καλείται να λάβει αποφάσεις που θα έχουν πολύ μεγάλες συνέπειες όχι μόνο για την ίδια ή για το κόμμα, αλλά και για ολόκληρη τη χώρα.
Η διαπραγμάτευση, όπως όλα δείχνουν, ακόμη και στην καλύτερη των περιπτώσεων, θα φέρει ένα αποτέλεσμα που θα απέχει παρασάγγας από τις ακραίες αντιμνημονιακές θέσεις που έχει εκφράσει. Ο συμβιβασμός, ακόμη κι αν είναι «έντιμος», θα είναι ιδεολογικά οδυνηρός.
Που σημαίνει ότι ο ίδιος θα βρεθεί στο δίλημμα αν θα στηρίξει την κυβερνητική προσπάθεια, την πρώτη κυβέρνηση της Αριστεράς, σε αυτήν την εξαιρετικά κρίσιμη καμπή που έρχεται λίγους μήνες μετά την εκλογή της, ή θα την υπονομεύσει διαφωνώντας ανοικτά, κι επιλέγοντας τη γραμμή της ρήξης.
Με τα σημερινά δεδομένα, το δεύτερο θα οδηγούσε είτε σε αποσταθεροποίηση της κυβέρνησης και στην ανάγκη σχηματισμού άλλου κυβερνητικού σχήματος, το πιθανότερο με άλλον πρωθυπουργό, είτε στη διενέργεια νέων εκλογών, καθώς και ο ίδιος ο Αλέξης Τσίπρας έχει παραδεχτεί ότι δεν έλαβε εντολή να οδηγήσει τη χώρα εκτός του ευρώ, ή σε ένα σοβαρό πιστωτικό γεγονός, που θα έφερνε πιθανώς την ίδια κατάληξη.
Και στις δύο αυτές περιπτώσεις το τέλος για την «πρώτη κυβέρνηση της Αριστεράς» θα είναι όχι μόνο θορυβώδες αλλά και αφάνταστα οδυνηρό για το μέλλον της. Θα είναι μια ιστορικών διαστάσεων ήττα της Αριστεράς, που θα μείνει ανεξίτηλη για δεκαετίες, σημαδεύοντας και ολόκληρη τη χώρα που έχει προ πολλού εξαντλήσει τα χρονικά της περιθώρια από πλευράς διαθέσιμης ρευστότητας.
Το τι θα πράξει βεβαίως ο κ. Λαφαζάνης το ξέρει μόνον ο ίδιος, καθώς μέχρι τώρα κρατά στην πράξη κλειστά τα χαρτιά του, αναμένοντας προφανώς και τα τελικά δεδομένα της διαπραγμάτευσης. Αυτό προκύπτει όχι μόνο από το γεγονός ότι απέφυγε να καταψηφίσει τη συμφωνία του Εurogroup της 20ής Φεβρουαρίου στην εσωτερική ψηφοφορία της κοινοβουλευτικής ομάδας (δήλωσε «παρών») αλλά κι από το ότι έχει αποφύγει ως τώρα να κάνει δηλώσεις που θα σηματοδοτούσαν ότι έχει διαβεί τον Ρουβίκωνα.
Δεν είναι λίγοι πάντως εκείνοι που υποθέτουν ότι την κρίσιμη στιγμή θα αποδείξει πως πέρα από ιδεολόγος είναι και ενεργός πολιτικός. Ότι αντιλαμβάνεται την «τέχνη του εφικτού». Ότι γνωρίζει στο βάθος πως «σοσιαλιστικές νησίδες» την ώρα που ο υπόλοιπος κόσμος και ειδικότερα η Ευρώπη πλέει σε μια θάλασσα διαφορετικών πολιτικών δεν γίνεται να υπάρξουν ως διά μαγείας, είτε εντός, είτε και εκτός του ευρώ, και ότι παρά τις όποιες διαφωνίες του θα συνταχθεί εν τέλει με τις αποφάσεις της πλειοψηφίας, όπως έχει πράξει έως σήμερα.
Αλλωστε, από τη θέση του στην κυβέρνηση θα έχει την ευκαιρία να προσπαθήσει να κάνει πράξη, έστω με μικρά βήματα, ορισμένες από τις πολιτικές που οραματίζεται, αντί απλώς να μιλά για αυτές από τα έδρανα μιας ισχνής αντιπολίτευσης.