Πρόσφατα έπεσε στα χέρια μου μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα μελέτη που έγινε τον Νοέμβριο του 2012 από την Παγκόσμια Τράπεζα για τη φτώχεια και την εισοδηματική ανισότητα, σε διεθνές επίπεδο. Τα συμπεράσματά της έχουν μεγάλη σημασία όχι μόνο για τη διατύπωση φιλοσοφικών-ηθικών ερωτημάτων, αλλά και για τον εντοπισμό σοβαρών διλημμάτων που ίσως αντιμετωπίσουν σύντομα οι πολιτικές εξουσίες.
Εν ολίγοις, όπως προκύπτει από τα στοιχεία της μελέτης, μεγάλοι κερδισμένοι της παγκοσμιοποίησης σε απόλυτα μεγέθη είναι οι πλούσιοι αυτού του κόσμου. Το «1%» του πληθυσμού, είτε προέρχεται από τον ανεπτυγμένο κόσμο, είτε από τον αναπτυσσόμενο. Σημειώστε ότι σε αυτό το «1%» περιλαμβάνονται παγκοσμίως περίπου 60 εκατ. άνθρωποι, ανάμεσά τους και το 12% των Αμερικανών.
Ωστόσο, πρώτη σε ποσοστό ανόδου εισοδήματος, τα τελευταία 20 χρόνια (από το 1988 έως το 2008), όπως φαίνεται και στο διπλανό σχήμα, είναι η «αναδυόμενη μεσαία τάξη» του τρίτου κόσμου, με αύξηση εισοδήματος που κινείται στο 70-80% σε όρους δολαριακών «ισοδύναμων» του 2005. Μιλάμε αριθμητικά για περίπου 320 εκατ. ανθρώπους, κυρίως από την Κίνα, την Ινδία και άλλες «αναπτυσσόμενες» χώρες.
Ακόμη και οι «φτωχοί» των αναδυόμενων οικονομιών της Ασίας, της Λατινικής Αμερικής, αλλά και κάποιων χωρών στην Αφρική είδαν το εισόδημά τους να αυξάνεται, σε ποσοστά από 40% έως 70%.
Μόνη εξαίρεση, στον Τρίτο Κόσμο οι «απόλυτα πτωχοί». Εκείνο το 5% του παγκόσμιου πληθυσμού που έχει εισόδημα κάτω από 1,25 δολάριο την ημέρα, ακόμη και με όρους Purchasing Power Parity, δηλαδή σε σχέση και με τις τιμές αγοράς αγαθών στην περιοχή τους.
Μειώθηκε όμως ο αριθμός τους, και μάλιστα σημαντικά. Το 1988, οι «απόλυτα πτωχοί» ήταν το 44% του πτωχότερου (αναλογικά) πληθυσμού της Γης, σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα, ενώ το 2008 το ποσοστό είχε πέσει στο 23%.
Υπό αυτήν την έννοια, η παγκοσμιοποίηση όντως μείωσε την ανισότητα σε διεθνές επίπεδο.
Οι μεγάλοι χαμένοι της υπόθεσης
Σύμφωνα με την ίδια έρευνα, οι πραγματικά μεγάλοι χαμένοι της παγκοσμιοποίησης είναι σε πολύ μεγάλο βαθμό οι «εύποροι», ήτοι σε μεγάλο βαθμό αυτοί που θα χαρακτηρίζαμε ως μεσαία αλλά και μέση-ανώτερη τάξη της Δύσης. Η αύξηση του πραγματικού τους εισοδήματος ήταν από περιορισμένη έως και ελαφρώς αρνητική!
Κι όλα αυτά πριν από τις συνέπειες της χρηματοπιστωτικής κρίσης και της κρίσης χρεών που ζούμε σήμερα.
Εντούτοις, η ψαλίδα των εισοδημάτων ελάχιστα έχει κλείσει μεταξύ του ανεπτυγμένου και του αναπτυσσόμενου κόσμου. Η τελευταία 20ετία, έως το 2008, δείχνει απλώς μια «τάση». Διότι οι διαφορές ήταν τεράστιες.
Υπάρχουν όμως και ποιοτικές μεταβολές. Προς το τέλος του 19ου αιώνα, το μεγαλύτερο μέρος της διεθνούς ανισότητας οφειλόταν σε ταξικούς λόγους. Σήμερα οφείλεται περισσότερο στην «προέλευση». Έχει γίνει «χωροταξική», με έμφαση στο πρώτο συνθετικό.
Η πορεία προς αυτήν την αναστροφή, επισημαίνει η έρευνα, ξεκίνησε μετά τη «βιομηχανική επανάσταση» και κράτησε περίπου 150 χρόνια, εκ των οποίων τα τελευταία 50 (μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και έως την αρχή του 21ου αιώνα) ήταν σε ένα υψηλό «πλατό», με μικρές μεταβολές στην τεράστια ανισότητα μεταξύ του ανεπτυγμένου και του υπόλοιπου κόσμου.
Με απλά λόγια, το πόσο πτωχός θα είναι κάποιος εξαρτάται εδώ και πολλά χρόνια περισσότερο από τη χώρα στην οποία ζει, παρά από την τάξη στην οποία ανήκει.
Άνθρωποι που θεωρούνται «φτωχοί» στην Δύση, με βάση την αγοραστική τους δυνατότητα, θα ανήκαν στη μεσαία ή και στην ανώτερη τάξη πολλών χωρών της Ασίας, της Αφρικής, ακόμη και της πρώην Ανατολικής Ευρώπης.
Οι επιπτώσεις αυτής της ανάλυσης στον παγκοσμιοποιημένο κόσμο στον οποίο ζούμε είναι προφανείς. Το σύνθημα «εμπρός της γης οι κολασμένοι» απευθύνεται σε ολοένα και λιγότερο ομοιογενές ακροατήριο.
Τα συμφέροντα των μεγάλων μαζών του αναπτυσσόμενου κόσμου δεν είναι κατ' ανάγκην ίδια με αυτά των χαμηλών εισοδηματικά κοινωνικών τάξεων της Δύσης, μέσα στο οικονομικό πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης. Το ίδιο ισχύει, ίσως ακόμη περισσότερο, και για τα συμφέροντα της ανατέλλουσας μεσαίας τάξης των αναπτυσσόμενων χωρών, σε σχέση με τη μεσαία τάξη της Δύσης.
Τα ερωτήματα που προκύπτουν
Η γενική θεώρηση που θεμελιώνει η μελέτη, ως προς τον «χωρικό» χαρακτήρα της ανισότητας, εξηγεί και τα αστείρευτα κύματα μετανάστευσης προς τις ανεπτυγμένες χώρες. Ένας πτωχός κάτοικος του Μπαγκλαντές θα δει το βιοτικό του επίπεδο να βελτιώνεται, μεταναστεύοντας, ακόμη κι αν ανήκει στους πιο πτωχούς της ανεπτυγμένης χώρας στην οποία θα μεταναστεύσει. Συνήθως θα έχει και περίσσευμα να στείλει στην οικογένειά του.
Πέρα όμως από το «φιλοσοφικό-ηθικό» ερώτημα που τίθεται, αν δηλαδή θα πρέπει να αποκτά κάποιος «εξ εθνικότητας» συγκριτικό πλεονέκτημα στη διεθνή κατάταξη εισοδημάτων, όταν με βάση τις κυρίαρχες δημοκρατικές θεωρίες της Δύσης προσπαθούμε να περιορίσουμε (εντός του κάθε έθνους) τα «κληρονομικά» πλεονεκτήματα, προκύπτουν και σοβαρά πολιτικά ζητήματα.
Η αίσθηση ότι η παγκοσμιοποίηση βλάπτει το συμφέρον της «εθνικής» μικρομεσαίας τάξης, σε συνδυασμό και με τις κοινωνικές συνέπειες της μετανάστευσης στις ανεπτυγμένες χώρες, ίσως εξηγεί την έντονη αναζωπύρωση «εθνικιστικών» κινημάτων σε αυτές.
Τα δεξιά εθνικιστικά κινήματα προτάσσουν τον αποκλεισμό των μεταναστών -φλερτάροντας λιγότερο ή περισσότερο με τον ρατσισμό- και προωθούν πολιτικές περιορισμού στην παγκοσμιοποιημένη διακίνηση αγαθών, ενώ δεν παρατηρείται αντίστοιχη ενίσχυση των παραδοσιακά «διεθνιστικών» ρευμάτων της άκρας αριστεράς, που στηρίζονται στην έννοια της «πάλης των τάξεων».
Κι αν όλα αυτά συμβαίνουν τώρα, όταν οι διεθνείς ανισότητες απλώς… τείνουν να μειωθούν, τι θα συμβεί εάν η διαδικασία επιταχυνθεί, εις βάρος των εισοδημάτων της δυτικής μεσαίας και χαμηλότερης τάξης;
Θα αρκέσει η τυχόν καλύτερη αναδιανομή του πλούτου εσωτερικά, κάτι που έτσι κι αλλιώς είναι αναγκαίο, αλλά μέχρι στιγμής δεν συμβαίνει;
Με άλλα λόγια, αν υποθέσουμε ότι τα κυρίαρχα πολιτικά-κοινωνικά ρεύματα του 20ού αιώνα στη Δύση ήταν προσαρμοσμένα στον τρόπο κατανομής του πλούτου των προηγούμενων 100-150 ετών, πόσο λογικό είναι να προσδοκούμε ότι θα μπορέσουν να αντεπεξέλθουν στις νέες συνθήκες που φαίνεται να δημιουργεί ο 21ος αιώνας;
Αυτό ίσως αποδειχτεί το κυρίαρχο ερώτημα της γενιάς μας…