Όχι, δεν υπάρχει κάποια ιδιαίτερη πληροφόρηση για το ενδεχόμενο νέας παραίτησης στο Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας. Ο τίτλος του σχολίου προκύπτει από την απλή αξιολόγηση των… συμβάντων του προηγούμενου διαστήματος. Και δεν αποκλείεται καθόλου να επιβεβαιωθεί!
Δυστυχώς για τη χώρα, τον θεσμό και το τραπεζικό σύστημα, οι παραιτήσεις για διάφορους λόγους φαίνεται να είναι ενδημικές στο Ταμείο, που καλείται να «διαχειριστεί» το μέλλον των 4 μεγάλων ελληνικών τραπεζών και τα περισσότερα από 40 δισ. δημόσιου χρήματος που τοποθετήθηκαν σε αυτές.
Μέσα σε ένα διάστημα περίπου εννέα μηνών, το οποίο ήταν -και παραμένει- εξαιρετικά κρίσιμο για τη διαδικασία ανακεφαλαιοποίησης των ελληνικών τραπεζών, είχαμε τέσσερις παραιτήσεις υψηλού επιπέδου, με τελευταία αυτή του κ. Μπερούτσου. Παραλίγο δε, όπως γνωρίζουν οι καλά πληροφορημένοι, να είχαμε και πέμπτο κρούσμα, το καλοκαιράκι!
Το φαινόμενο αυτό είναι κωμικοτραγικό.
Ιδίως όταν οι παραιτήσεις κατατίθενται, ανακαλούνται κι εν συνεχεία… επισημοποιούνται όπως φαίνεται να συνέβη στην περίπτωση του κ. Μπερούτσου, σε μέρες μάλιστα στις οποίες το ΤΧΣ ελάμβανε αποφάσεις για τη Εurobank, αλλά και για την υπόθεση της Πανγαίας, που αφορά την ΕΤΕ.
Σε οποιαδήποτε άλλη χώρα, τέτοιου είδους συμβάντα θα είχαν ήδη οδηγήσει τους υπευθύνους στο να συλλογιστούν σοβαρά τι θα κάνουν για να σταματήσει αυτό το φαινόμενο που γελοιοποιεί τον θεσμό.
Σε οποιαδήποτε άλλη χώρα θα είχαν οδηγήσει και τον Τύπο σε αμείλικτα ερωτήματα.
Γίνονται άραγε λάθος επιλογές προσώπων που δεν έχουν την πείρα, τη σοβαρότητα, αλλά και το σθένος που απαιτείται; Υπάρχουν μήπως σοβαρά προβλήματα με τη λειτουργία του Ταμείου, λόγω θεσμικών «κενών» ή οργανωτικών ελλείψεων; Εν τέλει μήπως υπάρχει και ζήτημα «πιέσεων» από διάφορες πλευρές, έναντι των οποίων κάποιοι λυγίζουν και κάποιοι όχι;
Υπάρχουν πράγματι ενδείξεις ότι συμβαίνουν όλα τα παραπάνω, κι ως έναν βαθμό δεν θα έπρεπε ίσως να προκαλέσει έκπληξη. Πρόκειται άλλωστε για έναν πρωτόγνωρο θεσμό, έναν θεσμό «ανάγκης», που δημιουργήθηκε για να αντιμετωπίσει πρωτοφανείς συνθήκες. Την de facto ιδιοκτησιακή κρατικοποίηση όλων των μεγάλων τραπεζών της Ελλάδας, μιας χώρας που ούτως ή άλλως μάλλον δεν φημίζεται για την επάρκεια των θεσμικών της οργάνων.
Απορία όμως προκαλεί το γεγονός ότι δεν λαμβάνονται μέτρα για τη βελτίωση της λειτουργίας του (και σε επίπεδο προσώπων), παρότι τα προβλήματα έχουν γίνει ορατά εδώ και πολύ καιρό.
Σημαντική ευθύνη, πέραν της κυβέρνησης, έχει και η τρόικα, που είναι εξόφθαλμα «παντοδύναμη» σε ό,τι αφορά την προώθηση εξελίξεων στον ελληνικό τραπεζικό τομέα (δεδομένου ότι οι δανειστές έβαλαν το χρήμα, ασχέτως αν αποτελεί πλέον μέρος του ελληνικού χρέους).
Θα περίμενε κάποιος από τους συγκροτημένους Βόρειους της Ευρώπης, αλλά και από το ΔΝΤ, να αντιληφθούν έγκαιρα ότι φαινόμενα που καταρρακώνουν το κύρος του ΤΧΣ ουδόλως υποβοηθούν την ανασυγκρότηση του ελληνικού τραπεζικού τομέα.
Ίσως αυτό δεν τους ενδιαφέρει, ίσως σε ορισμένα θέματα να τους «βολεύει» κιόλας.
Το βέβαιο όμως είναι ότι δεν «βολεύει» τις ανάγκες της ελληνικής οικονομίας, ούτε και τις απαιτήσεις της κοινωνίας. Αυτήν την περίοδο «ανοίγουν» λογαριασμοί που θα κάνουν πολλά χρόνια να κλείσουν, απασχολώντας την οικονομία αλλά και την πολιτική.
Ας γίνονται τουλάχιστον με αξιοπιστία και αξιοπρέπεια.
ΥΓ.: Η «απαλλαγή» των μελών του ΤΧΣ από ενδεχόμενες ποινικές ευθύνες για απιστία φαντάζει ως «εύκολη» λύση. Έχει άλλωστε προηγούμενα. Δίνει όμως τη λάθος εικόνα στην κοινή γνώμη. Δημιουργεί «οσμή σκανδάλου» ακόμη κι εκεί που δεν υπάρχει.
Κι αυτό είναι ό,τι χειρότερο στη σημερινή συγκυρία.