Ένας από τους προσφιλείς μύθους της κρίσης είναι ότι ο Έλληνας αποξενώθηκε εδώ και δεκαετίες από την έννοια της ιδιωτικής πρωτοβουλίας, του «επιχειρείν», υποκύπτοντας στα αντικίνητρα που δημιουργεί το κράτος αλλά και στις σειρήνες της εύκολης πρόσληψης στον δημόσιο τομέα. Για αρκετούς, μάλιστα, αυτή ήταν και μία από τις αιτίες της κρίσης.
Η άποψη αυτή είναι ψευδής διότι τα στοιχεία δείχνουν ότι στα χρόνια πριν από την κρίση ο ετήσιος αριθμός νέων εταιριών κατά κεφαλήν ήταν… διπλάσιος σε σχέση με τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης!
Το πρόβλημα, όπως αποτυπώνεται και σε σχετική έκθεση της Endeavor, ήταν αλλού. Η συντριπτική πλειονότητα των νέων επιχειρήσεων ήταν πολύ μικρού μεγέθους (το 97%), ενώ το 93% ήταν επικεντρωμένο σε μη αναπτυξιακούς τομείς.
Κοινώς η επιχειρηματικότητα εστίασε σε τομείς που σχετίζονταν με την τότε υπερβολική εσωτερική κατανάλωση, (όπως π.χ. τα «φαγάδικα» και τα καταστήματα ένδυσης) , αλλά και σε δραστηριότητες πολύ μικρού μεγέθους, που όσο εύκολα «ιδρύονται», άλλο τόσο εύκολα αποτυγχάνουν.
Κι αν το πρώτο από αυτά τα «προβλήματα» σχετίζεται με τις κοινωνικές παραστάσεις και τις ευκαιρίες «εύκολου» συγκριτικά κέρδους, το δεύτερο σχετίζεται α) με την έλλειψη χρηματοδοτικών σχημάτων και β) με την παραδοσιακά δύσκολη σχέση του Έλληνα με την έννοια του «συνεταιρισμού».
Πρόκειται για δύο «μυστικά», υπό την έννοια ότι δεν βλέπουν συχνά το φως της δημοσιότητας, που σαμποτάρουν την πραγματική άνθηση της ελληνικής επιχειρηματικότητας.
Σε ό,τι αφορά τη χρηματοδότηση, ξεκαθαρίζω από την αρχή ότι δεν αναφέρομαι στον τραπεζικό τομέα, καθώς θέματα για την ασφυξία που προκαλεί η έλλειψη τραπεζικής χρηματοδότησης δημοσιεύονται σχεδόν καθημερινά.
Αναφέρομαι σε επενδυτικά σχήματα που θα βοηθούσαν την ίδια τη δημιουργία της επιχείρησης και τη χρηματοδότησή της σε αρχικά στάδια (start up), χωρίς να απαιτούν προσωπικές εγγυήσεις, υποθήκες και άλλα «τραπεζικά κριτήρια».
Τέτοιου είδους σχήματα υπάρχουν πάρα πολλά στο εξωτερικό, ειδικά σε καινοτόμους χώρους, είτε πρόκειται για Venture Capital που ειδικεύονται σε start ups, είτε για Angel Investors, είτε ακόμη και για πιο νέους θεσμούς, όπως το crowd funding.
Στην Ελλάδα όμως, ακόμη και σήμερα, δεν έχουν εμφανιστεί δυναμικά τέτοιου είδους θεσμοί, ούτε βεβαίως έχουν δοθεί και κίνητρα από την πολιτεία για την υιοθέτησή τους.
Γεγονός που σε μεγάλο βαθμό περιορίζει τις δυνατότητες ανάπτυξης νέων επιχειρήσεων, ιδίως σε καινοτόμους και «δαπανηρούς» τομείς, στρέφοντας το «δαιμόνιο» του Έλληνα σε χώρους πιο οικείους και με λιγότερες δαπάνες, που όμως κατά κανόνα αφορούν την εσωτερική κατανάλωση.
Μεγάλη αρνητική σημασία όμως έχει και η δυσλειτουργική σχέση του Έλληνα με την έννοια του συνεταιρισμού, στόχος του οποίου δεν είναι μόνο η συγκέντρωση χρηματικών πόρων, αλλά και η δημιουργία μιας «ομάδας» που θα έχει μεγάλη αποτελεσματικότητα, συγκεντρώνοντας «ταλέντα».
Κάποιος μπορεί να έχει τα λεφτά, κάποιος άλλος την ιδέα κι ένας τρίτος τις γνώσεις για το πώς πρέπει να κινηθεί μια εταιρία, είτε στα οικονομικά θέματα, είτε στις πωλήσεις και στο marketing.
Η μοιρασιά όμως αποδεικνύεται συνήθως δύσκολη, είτε από την αρχή, είτε στην εξέλιξη της δραστηριότητας καθώς αρχίζουν τα… παρατράγουδα.
Ήμουν ακόμη φοιτητής όταν άκουγα επιχειρηματίες της εποχής να λένε μεταξύ τους σκωπτικά «ο συνεταιρισμός είναι καλός, αρκεί εσύ να έχεις τον έλεγχο».
Στη διάρκεια της δημοσιογραφικής μου θητείας είχα την ευκαιρία να παρατηρήσω το φαινόμενο στην πράξη ακόμη και σε πολύ υψηλό επίπεδο. Επιχειρηματίες που απέφυγαν συνενώσεις με μεγάλα οικονομικά οφέλη, είτε γιατί ήθελαν να έχουν τον πρώτο λόγο, είτε γιατί φοβήθηκαν μήπως τους «ρίξει» η άλλη πλευρά, είτε γιατί πολύ απλά δεν ήθελαν να συναποφασίζουν.
Ωστόσο, στη σημερινή εποχή του σκληρού και διεθνοποιημένου ανταγωνισμού, είναι δύσκολο να γίνει κάποιος «one man show».
Κι ακόμη πιο δύσκολο όταν ξεκινάει, έχοντας ίσως μια καλή ιδέα, αλλά χωρίς γνώσεις και πείρα σε κρίσιμες πτυχές της επιχειρηματικής δραστηριότητας.
Εν κατακλείδι, το επιχειρηματικό ένστικτο υπήρχε και θα υπάρχει στον Έλληνα.
Το θέμα είναι να υπάρξει κι η συγκεκριμένη «κουλτούρα» ιδιωτικής πρωτοβουλίας, που απαιτείται προκειμένου να αυξηθεί ο αριθμός των επιτυχημένων, δυναμικών νέων επιχειρήσεων, που θα έχουν τα φόντα να παίξουν ρόλο σε αναπτυξιακούς τομείς και να εξελιχθούν σε μεσαίες και μεγάλες εταιρίες του μέλλοντος.
ΥΓ.: Διαβάστε την πολύ ενδιαφέρουσα έρευνα της Endeavor Greece για το πώς διαμορφώνεται τώρα το «προφίλ» της ελληνικής επιχειρηματικότητας, με στοιχεία για τους τομείς που ξεχωρίζουν αλλά και για τα χαρακτηριστικά των νέων επιχειρηματιών.