Γιώργος Παπανικολάου

Διευθυντής του Euro2day.gr και της Media2day, σκοπευτής, σύζυγος και πατέρας. Στο χρόνο που περισσεύει, σκέφτομαι, συζητάω και διαβάζω, όχι απαραίτητα με αυτή τη σειρά.

Αποποίηση ευθυνών
Τα κωμικοτραγικά φαινόμενα που παρατηρούνται τις τελευταίες μέρες γύρω από το φορολογικό νομοσχέδιο της κυβέρνησης αποτυπώνουν με τον καλύτερο τρόπο τα βασικά χαρακτηριστικά του ελληνικού «κράτους», ιδίως σε φορολογικά θέματα..

Τα οποία θα μπορούσαν να συνοψιστούν ως εξής: Αναξιόπιστο, Αδυσώπητο, Αδιάφορο.

αναξιοπιστία του κράτους και των εκπροσώπων του ήταν αυτή που οδήγησε την τρόικα στην απόρριψη οποιωνδήποτε κονδυλίων παρουσιάζει η ελληνική πλευρά σε σχέση με μελλοντικά έσοδα από την πάταξη της φοροδιαφυγής. Και δικαίως. Ο κ. Παπακωνσταντίνου υποσχέθηκε «λαγούς με πετραχήλια», αλλά δεν έφερε κανένα αποτέλεσμα, όπως και ο κ. Βενιζέλος, που τον διαδέχθηκε.

Μια άλλη όψη της αναξιοπιστίας βιώνουμε τις τελευταίες ημέρες, καθώς διαρρέουν διάφορες εκδοχές του φορολογικού, για να ανατραπούν την επομένη ή τη… μεθεπομένη.

αδυσώπητη όψη του κράτους απεικονίζεται στον τρόπο με τον οποίο μεταχειρίζεται ως τώρα αυτούς που μπορεί να πιάσει, είτε πρόκειται για το «χαράτσι» μέσω ΔΕΗ (να θυμίσω με πόση ευκολία ο κ. Βενιζέλος έλεγε ότι θα κόβεται το ρεύμα -ίσως το βασικότερο κοινωνικό αγαθό σήμερα- σε όσους δεν το πληρώσουν;) είτε για τη συστηματική αφαίμαξη των εύκολων θυμάτων, δηλαδή των μισθωτών και των συνταξιούχων.

Μια αφαίμαξη που καταλήγει στη φορολογική μεταχείριση ανθρώπων της μεσαίας τάξης, που απλώς τα φέρνουν βόλτα, ωσάν να ήταν… πλούσιοι! Το θέμα των επιδομάτων στους πολύτεκνους και γενικώς η ελαφρότητα απέναντι σε ένα γνήσιο και ενδημικό πρόβλημα είναι επίσης απόλυτα χαρακτηριστικό της αναλγησίας που ενίοτε επιδεικνύεται.

Η αδιάφορη όψη του κράτους αφορά αφενός την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής (θέμα εξαιρετικής σημασίας για την αντιμετώπιση της κρίσης, όπως έχει πολλάκις επισημανθεί και από τους δανειστές μας) και αφετέρου τη φορολόγηση του πραγματικού «μεγάλου πλούτου».

Στην πρώτη περίπτωση, πρόκειται πράγματι για θέμα που έχει δυσκολίες, που απαιτεί σύνθετη σκέψη, μελέτη παραδειγμάτων του εξωτερικού, προσαρμογές στα ελληνικά δεδομένα. Δύσκολο εγχείρημα, το οποίο κάθε ελληνική κυβέρνηση ως σήμερα αποφεύγει όπως ο διάολος το λιβάνι. Περιοριζόμενη κάθε φορά στις εύκολες λύσεις. Μισθωτούς, συνταξιούχους και μικροεπαγγελματίες

Στη δεύτερη περίπτωση, είναι απορίας άξιον πώς ακόμη και σήμερα δεν έχουν υπάρξει σκέψεις στην κυβέρνηση για ειδικά -έκτακτα- τέλη που θα αφορούν πραγματικά μεγάλα εισοδήματα και μεγάλες περιουσίες. Όχι με τη λογική της «εκδίκησης» απέναντι στον πλούτο, αλλά με τη λογική της «πατριωτικής συνεισφοράς» εκ μέρους των εχόντων, σε μια πολύ κρίσιμη στιγμή για την Ελλάδα.

Ένα παράδειγμα θα ήταν η επιβολή υψηλότερης εισφοράς στην πολύ μεγάλη ακίνητη περιουσία, αλλά και η προσαρμογή των τεκμηρίων ώστε να ξεχωρίζουν -και να επιβαρυνθούν- οι πραγματικά πλούσιοι σε σχέση με τους ευκατάστατους.

Υποθέτω δε ότι δεν είμαι ο μόνος που αδυνατεί να ερμηνεύσει την πλήρη σιωπή της κυβέρνησης σε ό,τι αφορά το θέμα της κατάρτισης περιουσιολογίου, που θα βοηθούσε και στους δύο άξονες που προαναφέραμε.

Κάπως έτσι οδηγηθήκαμε στο «γαϊτανάκι της αδικίας» γύρω από το φορολογικό νομοσχέδιο.

Από την κατάργηση των φοροαπαλλαγών για τέκνα, περάσαμε στη θέσπιση φορολογικού συντελεστή 45% στους μισθωτούς, για να καταλήξουμε κατόπιν οργισμένων αντιδράσεων στις ιδέες για μεγαλύτερο «χαράτσι» στους ελεύθερους επαγγελματίες, το οποίο βεβαίως θα επιβαρύνει υπέρμετρα εκείνους που ζορίζονται και θα «χαϊδέψει» απλώς εκείνους που φοροδιαφεύγουν.

Δείχνει ξεκάθαρα αυτό το γαϊτανάκι ότι οι αρμόδιοι μάλλον δεν έψαχναν για ένα δικαιότερο φορολογικό σύστημα. Έψαχναν και ψάχνουν ποιο τμήμα της κοινωνίας θα είναι πολιτικά πιο «εύπεπτο» να αδικηθεί! Να πληρώσει τον «μουτζούρη», όπως εύστοχα κατέγραψε χθες τίτλος του Εuro2day.gr.

Εάν τα πράγματα εξελιχθούν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, η κυβέρνηση θα έχει μια δεύτερη -και μάλλον τελευταία- ευκαιρία, εν όψει κατάρτισης της περίφημης πλέον φορολογικής μεταρρύθμισης, εντός του ερχόμενου έτους.

Αν όμως επικρατήσουν δυσμενέστερα σενάρια -κάτι διόλου απίθανο, δεδομένων των συνθηκών-, τότε θα βρεθεί ταχύτατα αντιμέτωπη με τη ζημία που προκαλούν οι χειρισμοί της.
Η περίφημη ιστορία της επαναγοράς ομολόγων φέρνει και πάλι στο προσκήνιο την αδυναμία της Ελλάδας να επιβάλει οποιουσδήποτε όρους στην υπόθεση της διάσωσής της.

Δικαίως οι τραπεζίτες ξεσπάθωσαν υποστηρίζοντας ότι η συγκεκριμένη λύση προκαλεί ζημία στην ελληνική οικονομία, χωρίς χειροπιαστά οφέλη. Ωστόσο, αυτό που ήθελαν προτάθηκε, κι όχι μόνο μία φορά, από την ελληνική κυβέρνηση, χωρίς κανένα αποτέλεσμα. Ακόμη και στο τελευταίο Eurogroup.

«Beggars cannot be choosers», λένε οι Αγγλοσάξονες. Οι ζητιάνοι δεν επιλέγουν. Δυστυχώς, η ρήση φαίνεται να κολλάει γάντι στην περίπτωσή μας.

Ας δούμε τα πράγματα ρεαλιστικά. Παρά την επίφαση «αλληλεγγύης» και συμπάθειας που συνοδεύει σχεδόν πάντα τις διεθνείς σχέσεις, η πραγματικότητα των διακρατικών συσχετισμών σπανίως καθορίζεται από τέτοιες έννοιες.

Αυτό που κυριαρχεί είναι το συμφέρον. Πολιτικό και οικονομικό.

Η Ευρώπη έχει κάθε συμφέρον να κρατήσει την Ελλάδα στην ευρωζώνη για πολλούς και διάφορους λόγους. Έχει όμως και κάθε συμφέρον να το πράξει με το μικρότερο δυνατό κόστος, για τα ισχυρά της μέλη, ασχέτως αν έτσι ζημιώνεται η ελληνική κοινωνία.

Εάν μάλιστα βάλουμε στην εξίσωση και το πολιτικό συμφέρον, ήτοι την τάση των πολιτικών διεθνώς να μεταθέτουν δύσκολες αποφάσεις, τότε όσα παρατηρούμε να συμβαίνουν (με χαρακτηριστικό παράδειγμα τη στάση των Γερμανών) αποκτούν ξεκάθαρο νόημα.

Το αποτέλεσμα όλων αυτών είναι ότι η Ελλάδα εμφανίζεται σήμερα να κερδίζει χρόνο, να μένει μέσα στο παιχνίδι, όπως θα έλεγε και ο Αντώνης Σαμαράς, αλλά με τεράστιο κόστος για την κοινωνία της. Κόστος τόσο μεγάλο που να δημιουργεί αμφιβολίες για το αν ο χρόνος κυλάει τελικά προς όφελος ή εις βάρος μας!

Για τον λόγο αυτόν, έστω και μετά την αποδοχή των πρόσφατων τετελεσμένων, είναι βέβαιο ότι η Ελλάδα πρέπει να πάρει επιτέλους κάποιες πρωτοβουλίες. Και κυρίως να παρουσιάσει ένα δικό της σχέδιο «ανασυγκρότησης», ένα Εθνικό Σχέδιο εξόδου από την κρίση.

Η έλλειψη ενός τέτοιου σχεδίου στερεί σήμερα από τη χώρα επικοινωνιακά αλλά και ουσιαστικά πλεονεκτήματα. Πρώτον, διότι την εμποδίζει να αρθρώσει ουσιαστικό δημιουργικό αντίλογο στα σχέδια της τρόικας.

Δεύτερον, διότι δημιουργεί (και όχι άδικα) την αίσθηση ότι εξαρτάται απόλυτα από τα κελεύσματα και τον έλεγχο της τρόικας, δίκην τροφίμου ψυχιατρικού ιδρύματος.

Τρίτον -και σημαντικότερο-, διότι η ύπαρξη Εθνικού Σχεδίου αποτελεί μοναδική «ικανή» συνθήκη για την ανάπτυξη. Η αναπτυξιακή διάσταση των μνημονίων κινείται σχεδόν μονοδιάστατα στις ράγες της εσωτερικής υποτίμησης, με ολίγες πινελιές διαρθρωτικών αλλαγών, που κι αυτές ελάχιστη σχέση έχουν με τις πραγματικές ανάγκες της ελληνικής κοινωνίας.

Κατά συνέπεια, εάν τα «ξενόφερτα» μνημόνια δεν συμπληρωθούν από ένα εγχώριο ρεαλιστικό σχέδιο, που θα γίνει αποδεκτό κι από τους δανειστές μας, είναι δύσκολο έως και αδύνατον να ορθοποδήσει η χώρα.

Οι ζητιάνοι ασφαλώς δεν επιλέγουν. Οι κυρίαρχες χώρες, όμως, είναι σε θέση να κάνουν επιλογές, μέσα στο πλαίσιο των διεθνών συσχετισμών. Αρκεί να έχουν σχέδιο, προτάσεις, ρεαλιστικές λύσεις.

Αν δεν τις έχουν, τότε περιορίζονται υποχρεωτικά στον ρόλο του άφρονος ζητιάνου.
Αρκετοί ανέμεναν ότι η τοποθέτηση του Γιώργου Μαυραγάνη στη θέση του υφυπουργού Οικονομικών θα είχε ευεργετικά αποτελέσματα στην αναμόρφωση του ελληνικού φορολογικού συστήματος, κυρίως λόγω της μακρόχρονης ενασχόλησής του με το αντικείμενο, στον ιδιωτικό τομέα.

Άλλωστε, η εκ βάθρων αλλαγή του πλαισίου και του φοροεισπρακτικού μηχανισμού, με βασικό στόχο την πάταξη της φοροδιαφυγής, αποτελεί ένα από τα βασικότερα «όπλα» για την έξοδο της χώρας από την κρίση. Αυτό δεν το λέει ο υπογράφων, το λένε και πάσης φύσεως ξένοι παράγοντες, είτε είναι αναλυτές, είτε ασκούν πολιτική.

Δυστυχώς, το σχέδιο του νέου φορολογικού νόμου κάθε άλλο παρά ανταποκρίνεται στις προσδοκίες. Διαβάζοντάς το, ο αναγνώστης αντιλαμβάνεται ότι κυρίαρχος στόχος του νομοθέτη παραμένει το πώς θα αυξήσει τα έσοδα του Δημοσίου από τους συνήθεις υπόπτους: μισθωτούς και συνταξιούχους!

Κι από αλλαγή φιλοσοφίας… μηδέν.

Πράγματι, ιδίως όσοι έχουν παιδιά και βγάζουν περισσότερα από το... αστρονομικό ποσό των 25.000 ευρώ θα δουν τη φορολογική επιβάρυνση να εκτοξεύεται. Όσο για τους ελεύθερους μικροεπαγγελματίες, που έχουν ως πρώτη κλίμακα το «ελάχιστο»… 26%, αυτοί προφανώς θα πρέπει να κατανοήσουν ότι πληρώνουν τα σπασμένα της φοροδιαφυγής των συναδέλφων τους, την οποία δεν φαίνεται ικανός να συλλάβει με άλλον τρόπο ο κ. Μαυραγάνης.

Το ενδιαφέρον στους ελεύθερους επαγγελματίες είναι ότι η διαφορά συντελεστή ανάμεσα στα 15.000 ευρώ που θα δηλώσει ένας ευσυνείδητος μικροεπαγγελματίας και στα 200.000 ευρώ που θα δηλώσει ένας καταξιωμένος ιατρός είναι μόλις… 7 ποσοστιαίες μονάδες. Διότι για τους ελεύθερους επαγγελματίες η κλίμακα σταματά στο 33%, όσα κι αν βγάζουν. Ενώ για τους μισθωτούς και τους συνταξιούχους φτάνει στο ανώτατο 45%, ήδη από τα 48.001 ευρώ!

Εξίσου… επαναστατική είναι και η διαχείριση των περίφημων «αποδείξεων». Κάθε φορολογούμενος πρέπει να έχει παραστατικά για το 25% του εισοδήματός του, με ανώτερο ύψος εισοδήματος τα 42.000 ευρώ.

Για παράδειγμα, φορολογούμενος που έχει φορολογητέο εισόδημα 18.000 ευρώ πρέπει να προσκομίσει αποδείξεις 4.500 ευρώ, εξαιρώντας ιατρικές και νοσοκομειακές - φαρμακευτικές δαπάνες, συν δαπάνες ύδρευσης, αποχέτευσης, ηλεκτρισμού και τηλεπικοινωνιών καθώς και δαπάνες εισιτηρίων, προκειμένου να κλειδώσει το αφορολόγητο των 1.950 ευρώ που δικαιούται.

Εν ολίγοις, κάθε μήνα θα πρέπει να βρει αποδείξεις για τα 400 από τα 1.400 ευρώ που του μένουν στην τσέπη (μετά τους φόρους), με όλες αυτές τις εξαιρέσεις! Ειδάλλως, αρχίζουν οι περικοπές στο αφορολόγητο.

Κάποιος όμως που βγάζει 42.000 ευρώ φορολογητέο εισόδημα, θα πρέπει να συγκεντρώσει αποδείξεις ύψους 10.500 ευρώ. Δηλαδή με εισόδημα στην τσέπη περίπου 31.000 ευρώ (διότι οι φόροι που θα πληρώσει είναι περίπου 11.300 ευρώ, χωρίς έκτακτες εισφορές, χαράτσι ακινήτων κ.λπ.) θα πρέπει να βρει αποδείξεις για πάνω από το ένα τρίτο των χρημάτων του.

Όχι γιατί θα κερδίσει κάτι, αλλά διότι αν δεν μαζέψει όλο το ποσό, θα φορολογηθεί επιπρόσθετα επί της διαφοράς με… 21% αντί 10% ως σήμερα!

Όλα αυτά όταν η εμπειρία έχει ήδη δείξει ότι οι παραδοσιακές τάξεις των φοροφυγάδων ουδόλως έχουν επηρεαστεί από τον θεσμό των αποδείξεων, με εξαίρεση ίσως τις ταβέρνες, τα εστιατόρια και γενικώς τις περιπτώσεις όπου οι πελάτες ξέρουν ότι η τιμή είναι ίδια, είτε με απόδειξη είτε χωρίς.

Στην περίπτωση των ιατρών, για παράδειγμα, η έκπτωση είναι της τάξεως του 10% της δαπάνης, ενώ η επιβάρυνση αν κάποιος ζητήσει απόδειξη από γιατρό είναι τουλάχιστον 20-25%. Ομοίως και στην περίπτωση πολλών άλλων ελευθέρων επαγγελματιών, οπότε γιατί να πάρει απόδειξη ο φορολογούμενος;

Κατά τα λοιπά, η φορολογία των τόκων στις καταθέσεις αυξάνεται στο 15%, ενώ μας προέκυψε και φόρος υπεραξίας 20% στις πωλήσεις ακινήτων.

Τώρα πώς ακριβώς θα προκύψει πραγματική υπεραξία, όταν οι τιμές των ακινήτων έχουν κατρακυλήσει τα τελευταία χρόνια, αυτό μάλλον δεν απασχόλησε τον νομοθέτη. Οι αντικειμενικές αξίες να είναι καλά!

Πολλά αλλάζουν και για τις εταιρείες. Το πιο «τρανταχτό» όμως είναι η αύξηση του φορολογικού συντελεστή στα αδιανέμητα κέρδη κατά 6 μονάδες (στο 26%!) και η μείωση του φόρου στα μερίσματα σε μόλις 10%! Που σημαίνει ότι μειώνεται το κίνητρο επανεπένδυσης των κερδών.

Περίπου τα ίδια και στο θέμα των εισοδημάτων από ενοίκια. Όπου οι μόνοι που βγαίνουν ξεκάθαρα ευνοημένοι από τις νέες ρυθμίσεις είναι οι μεγαλοεισοδηματίες ιδιοκτήτες, που θα πληρώνουν λιγότερα από όσα πλήρωναν, ενώ ακόμη και ο τελευταίος μικροϊδιοκτήτης θα επιβαρύνεται με φόρο 10%, ασχέτως αν έχει άλλα εισοδήματα.

Για το τέλος άφησα το πιο τερατώδες: την πρόθεση (διότι υπάρχουν ισχυρές αντιδράσεις στη συγκυβέρνηση) κατάργησης της φοροαπαλλαγής για τα παιδιά, πού ήταν ένα σεβαστό μέγεθος, ιδίως για όσους έχουν δύο ή περισσότερα.

Πιθανώς ο κ. Μαυραγάνης θεωρεί ότι η τεκνοποίηση πρέπει πλέον να… τιμωρείται ή να είναι προνόμιο των… ευκατάστατων, προς όφελος της υπογεννητικότητας.

ΥΓ.: Το περιουσιολόγιο μάλλον το έφαγε το μαύρο… σκοτάδι! Κρίμα, κ. Μαυραγάνη. Από εσάς περιμέναμε πολύ περισσότερα!
Τις προάλλες φώναξα έναν ηλεκτρολόγο στο σπίτι. Μου ζήτησε «μέχρι 50 ευρώ» για να συνδέσει δύο μικρά φωτιστικά, συν την επιτόπια επισκευή ενός τρίτου. Όταν τον ρώτησα τι σημαίνει «μέχρι 50 ευρώ», μου απάντησε ότι θα κοστίσει περίπου ένα 50άρικο. Χωρίς απόδειξη, βέβαια. Και χωρίς τα υλικά.

Μιλάμε για άνθρωπο που μένει στην περιοχή μου, άρα δεν είχε κάποιο ιλιγγιώδες έξοδο μετακίνησης ούτε χαμένο χρόνο στο πήγαινε-έλα.

Μιλάμε για 1-2 ώρες δουλειά.

Όταν του εξήγησα ότι η τιμή μου φαίνεται ακριβή, παρεξηγήθηκε. Ίσως δεν βοηθούσε και το γεγονός ότι δεν είμαι βαθύς γνώστης των ηλεκτρολογικών, ούτε ξέρω, ο άμοιρος, το «συνημίτονο φ».

Δεν τα βρήκαμε.

Και δεν μου κάνει εντύπωση. Θεωρώ ότι ο εν λόγω κύριος είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα του «κερδοσκόπου της διπλανής πόρτας». Του ανθρώπου που καθορίζει τις τιμές του με βάση την αδυναμία των πελατών του, ιδίως όταν θέλουν «μικροδουλειές», που δεν μπορούν να κάνουν μόνοι τους.

Αυτή είναι η ερμηνεία τους για τον νόμο της προσφοράς και της ζήτησης. Για μια δουλειά λίγων ευρώ, κάποιος δεν θα έρθει από μακριά. Κι αν 5-10 επαγγελματίες της γειτονιάς έχουν βρει κοινό τόπο στην τιμή, στην επιβάλλουν.

Δεν είναι μόνο ο ηλεκτρολόγος, είναι και ο υδραυλικός, ο τεχνίτης, ο δικηγόρος, πολύ συχνά ο γιατρός, που λειτουργούν -ακόμη- έξω από τα δεδομένα της κρίσης.

Που απαιτούν αμοιβές αστρονομικές για τα οικονομικά ολοένα και περισσότερων Ελλήνων. Εκείνων των Ελλήνων που έχουν μείνει άνεργοι, που βλέπουν τις αποδοχές τους να κόβονται με το μαχαίρι, είτε στο Δημόσιο, είτε και στον ιδιωτικό τομέα.

Αν τους ρωτήσετε, όχι μόνο τους επαγγελματίες αλλά κι αυτούς ακόμη τους συνοικιακούς «εμπόρους», θα σας πουν ότι «δε βγαίνουν», ότι η δουλειά «έχει πέσει», θα αναπολούν τις παλιότερες εποχές. Τότε που το χρήμα ήταν εύκολο για τους περισσότερους.

Οι ίδιοι, όμως, και σήμερα αρνούνται να συμβιβαστούν. Περιμένουν να πάρουν για την «επίσκεψη» όσα βγάζει ένας άλλος εργαζόμενος σε 10-20 ώρες ή να χρεώσουν το ποσοστό κέρδους που «θέλουν». Κι ας μειώνονται οι δουλειές.

Εκείνοι, βλέπετε, «δε δουλεύουν τσάμπα».

Μία λύση βλέπω σε αυτό: αντισταθείτε. Ψάξτε το όλο και περισσότερο. Πείτε «όχι ευχαριστώ». Λυπηθείτε τα χρήματα που με τόσο κόπο και άγχος βγάζετε.
Εκδοτικά συμφέροντα, που επί δεκαετίες διαπλέκονται με την εκάστοτε κυβέρνηση, ανεξαρτήτως ιδεολογικών διαφορών, πολιτικοί που ανακάλυψαν ότι πουλάει η πατριδοκαπηλεία και ο δήθεν τσαμπουκάς, χρεωμένοι επιχειρηματίες που θέλουν «να μηδενίσει το κοντέρ», αλλά και πλούσιοι με μπόλικο χρήμα στο εξωτερικό, που θέλουν να αγοράσουν περιουσιακά στοιχεία στο τσάμπα. Να γίνουν «τσιφλικάδες».

Αυτοί είναι οι βασικοί συντελεστές του κόμματος της «δραχμής», που θέλουν την επαναφορά στο εθνικό νόμισμα, για λόγους εντελώς διαφορετικούς από το ΚΚΕ, τον Λαφαζάνη ή κάποιους θεωρητικούς της οικονομίας.

Αυτοί επαναφέρουν ξανά το δίλημμα «ευρώ ή δραχμή», με την ευκαιρία των διαφωνιών ανάμεσα στους δανειστές μας για το ελληνικό χρέος. Όχι γιατί επιθυμούν την κοινωνική και την οικονομική ευημερία γενικώς, αλλά για τα δικά τους ξεκάθαρα ιδιοτελή συμφέροντα.

Οι πολιτικοί διότι θέλουν ξανά την πρέσα που τυπώνει χρήμα, θέλουν το ρουσφέτι, τη διαπλοκή, τον «μποναμά» στον ψηφοφόρο (ασχέτως αν θα τον τρώει ο πληθωρισμός), ενώ δεν θέλουν -με τίποτε- τον έλεγχο που επιβάλλουν τώρα οι δανειστές. Με κορυφαίο παράδειγμα τις πράξεις νομοθετικού περιεχομένου που βάζουν ποινές για τις παραβάσεις προϋπολογισμών. Με μια φράση, θέλουν πίσω την «κουτάλα»!

Οι επιχειρηματίες είτε διότι πιστεύουν ότι μια επιστροφή στη δραχμή θα επιφέρει και διαγραφή των υπέρογκων χρεών τους, είτε διότι ανήκουν σε κλάδους που θα ωφελούνταν από μια υποτίμηση, είτε διότι η «ισορροπία» των συμφερόντων τους έχει προ πολλού γείρει υπέρ των καταθέσεών τους στο εξωτερικό.

Οι εκδότες διότι έμαθαν να λειτουργούν σε καθεστώς ασυδοσίας και διαπλοκής, πέρα από κάθε έννοια «αποτελεσματικότητας». Υπήρξαν «κράτος εν κράτει», με παράπλευρα πλεονεκτήματα σε άλλες δουλειές ή κατευθείαν στην τσέπη τους. Γι' αυτό άλλωστε οι επιχειρήσεις τους δεν ήταν κερδοφόρες ούτε τις χρυσές εποχές πριν από την κρίση. Επιχειρηματικά ετοιμοθάνατοι, έχουν κάθε λόγο να αναπολούν το «αμαρτωλό» παρελθόν. Τότε πέτυχαν όλα όσα έχουν πετύχει.

Είμαι ο τελευταίος που θα ισχυριστεί ότι η στάση των δανειστών μας είναι ιδανική. Άλλωστε, η κριτική από αυτήν τη στήλη υπήρξε συνεχής. Για τα μνημόνια, τις ανεδαφικές προσδοκίες, την ανούσια «εσωτερική υποτίμηση» και την τιμωρητική διάθεση. Για το ανεδαφικό των «προγραμμάτων» που εκπόνησαν, με βάση τις συνθήκες στην ελληνική οικονομία και κοινωνία.

Βρήκαν τότε και τα έκαναν. Πάτησαν στην ολιγωρία, στην ανικανότητα, στην ανεπάρκεια της ελληνικής πολιτικής σκηνής, ώστε να κινηθούν με γνώμονα τα συγκυριακά τους συμφέροντα, πολιτικά και οικονομικά.

Τώρα όμως, σε μια φάση όπου οι ίδιοι οι δανειστές συνειδητοποιούν, έστω εν μέρει, κάποια λάθη τους, τώρα που το παιχνίδι δείχνει ότι μπορεί να γυρίσει σταδιακά προς όφελος της χώρας, αρχίζει να συμβαίνει το αντίστροφο.

Οι οπαδοί της δραχμής πατούν στην ολιγωρία των δανειστών, στην έλλειψη ετοιμότητας για δύσκολες αποφάσεις, ώστε να προωθήσουν τη δική τους «ατζέντα».

Επικαλούμενοι «ηθικά δικαιώματα», την «εθνική αξιοπρέπεια» και άλλα συνθήματα, προσπαθούν να εξάψουν την κοινή γνώμη, αργά μεν, αλλά σταθερά, προς την κατεύθυνση μιας άλλης λύσης, που πονηρά βεβαίως αποφεύγουν να ονοματίσουν.

Το επικίνδυνο είναι ότι ανάμεσά τους ξεπροβάλλουν πλέον κι εκείνοι που έναν χρόνο πριν «σταύρωσαν» τον Παπανδρέου, θεοποιώντας τη… Μέρκελ και τον Σαρκοζί.

Διότι τώρα ανακαλύπτουν ότι, πέρα από τα δικαιώματα και τα προνόμια των πολλών, που εθίγησαν από καιρό «για το καλό της χώρας», κινδυνεύουν να χαθούν -πιθανότατα ολοσχερώς- και τα δικά τους!

Ατυχώς γι' αυτούς, έχει κυλήσει πολύ νερό στο αυλάκι. Η Ευρώπη έχει ήδη συνδεθεί σε υψηλότατο βαθμό με τις εξελίξεις στην Ελλάδα. Τώρα αυξάνονται οι δυνατότητες για περισσότερη διαπραγμάτευση (και όχι απλώς για άνευ όρων υπακοή), αρκεί να υπάρξει αξιοπιστία στα υπεσχημένα περί διαρθρωτικών αλλαγών και στον έλεγχο κόστους του δημοσίου.

Κι όλα αυτά με την προϋπόθεση ότι η ελληνική κοινωνία δεν θα τσιμπήσει σε προσπάθειες «διχασμού» και ακραίας πόλωσης, ότι δεν θα τινάξουμε μόνοι το σπίτι μας στον αέρα. Κι ότι θα ασχοληθούμε σοβαρά και συγκροτημένα με την ανασύνταξη δυνάμεων που απαιτείται, όχι μόνο σε επίπεδο ηγεσίας, αλλά και στη βάση.

Διότι η κατάσταση δεν πρόκειται να αλλάξει δραστικά, έως ότου υπάρξει ένα εθνικό σχέδιο για την ανάπτυξη της χώρας, για τη μετάλλαξη της οικονομίας και των δομών της.

Κάτι με το οποίο ουδείς από τους υποτιθέμενους «τιμονιέρηδες» της χώρας μας ασχολείται σοβαρά...

Ίσως διότι η ενασχόληση με πλαστά διλήμματα του τύπου «ευρώ ή δραχμή» είναι πολύ λιγότερο κοπιαστική.
v